Δευτέρα 3 Μαρτίου 2025

ΚΥΡΙΕ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ!

 

«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας μή μοι δῷς∙ πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ. Ναί, Κύριε βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».

(Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μη μου δώσεις πνεύμα αργίας, περιέργειας, αγάπης για κυριαρχία και πνεύμα αργολογίας. Αντιθέτως, χάρισέ μου, σ’ εμένα τον δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης. Ναι, Κύριε βασιλέα, πρόσφερέ μου ως δώρο το να μπορώ να βλέπω τα δικά μου αμαρτήματα και να μη κατακρίνω τον αδελφό μου, γιατί είσαι ευλογημένος αιώνια).

Η σύντομη αυτή προσευχή του μεγάλου Πατέρα και ασκητικού διδασκάλου οσίου Εφραίμ του Σύρου είναι η πιο γνωστή προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής και σφραγίζει την όλη πορεία της. Διότι πολύ συνοπτικά θέτει τον πιστό χριστιανό ενώπιον του Κυρίου Ιησού Χριστού προκειμένου να Τον παρακαλέσει αφενός να μην επιτρέψει η καρδιά του να πάρει τη φορά και την κλίση προς το αμαρτωλό φρόνημα που εκφράζεται με τα πάθη της αργίας, της περιέργειας, της φιλαρχίας και της αργολογίας, αλλά αντιθέτως να στραφεί προς Εκείνον, κάτι που θα φανερώνεται χαρισματικά με τους συγκεκριμένους καρπούς της σωφροσύνης, της ταπεινοφροσύνης, της υπομονής και της αγάπης. Βάση της θετικής αυτής πορείας προς τον Κύριο είναι, τονίζει η προσευχή του οσίου, το δώρο από Εκείνον και πάλι της αυτογνωσίας ως προσήλωσης των οφθαλμών της ψυχής στην πραγματικότητα του εαυτού μας: της αμαρτίας και των πταισμάτων που διαπράττουμε καθημερινά, γεγονός που μας απαλλάσσει από την εμπαθή προσήλωση προς τις αμαρτίες του πλησίον μας και επομένως την κατάκρισή του.

Δεν είναι δυνατόν να σχολιάσουμε όλα τα επιμέρους σημεία της προσευχής – αυτό θα έπαιρνε πολύ χρόνο. Δύο σημεία της όμως μπορούν να τονιστούν ιδιαίτερα. Πρώτον, η επισήμανση του οσίου ως προς το πού «γέρνει» η ψυχή, τι πνεύμα δηλαδή κυριαρχεί μέσα της, αφού από τη φορά της φανερώνεται ο προσανατολισμός της, συνεπώς και το αληθινό περιεχόμενο της πίστεώς της. Ο ίδιος ο Κύριος απεκάλυψε τη σημασία της αλήθειας αυτής: «όπου είναι ο θησαυρός σας», είπε, «εκεί είναι και η καρδιά σας». Τι σημαίνει αυτό; Για να καταλάβουμε ποια είναι η κεντρική αξία της ζωής μας, ο θησαυρός μας, ο Θεός μας δηλαδή, πρέπει νά ερευνήσουμε ακριβώς το περιεχόμενο της καρδιάς μας. Μπορεί να ομολογώ τον Ιησού Χριστό ως τον αρχηγό της ζωής μου, αλλά αυτό να είναι μία θεωρία και μία ιδεολογία τελικά για μένα. Διότι άλλα πράγματα κατέχουν την πρώτη θέση στη ζωή μου: η καριέρα μου, οι ηδονές της ζωής, οι φίλοι μου, ακόμη και η οικογένειά μου. Ο Κύριος ήταν απόλυτα σαφής απέναντί μας: η προτεραιότητά σας, είπε, πρέπει να είναι πάντοτε ο Θεός, συνεπώς ο Ίδιος ως ο ενανθρωπήσας Θεός. «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ἤ γυναῖκα ἤ τέκνα ἤ ἀγρούς, ἔτι δέ καί τήν ἑαυτοῦ ψυχήν, ὑπέρ ἐμέ, οὐκ ἔστι μου ἄξιος». «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ». Οπότε, αν η πλάστιγγα της αγάπης μου γέρνει κατά προτεραιότητα προς οτιδήποτε άλλο πέραν του Κυρίου και των αγίων Του εντολών, αποδεικνύω ότι δεν είναι Εκείνος ο Θεός μου, έστω κι αν διατείνομαι πάλιν και πολλάκις ότι δεν υφίσταται τούτο.

Αυτό λοιπόν μάς λέει ο όσιος ότι πρέπει να παρακαλούμε στην προσευχή μας: κάνε μας Εσένα να αγαπούμε πάνω από όλα, το πνεύμα μας να στρέφεται στο δικό Σου Πνεύμα, κι αυτό θα φανερώνεται με την  καρποφορία των αρετών και όχι ασφαλώς των ψεκτών παθών. Η απαρχής εντολή «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί τῆς διανοίας καί τῆς ἰσχύος» βρίσκει εδώ την επακριβή εκπλήρωσή της.

Δεύτερο σημείο: ο αγώνας για αυτογνωσία, για προσήλωση σ’ αυτό που έχω ακριβώς απέναντί μου: τον ίδιο μου τον εαυτό. Κι είναι πράγματι περίεργο, πώς ό,τι είναι ενώπιόν μας μάς διαφεύγει, ενώ εύκολα βλέπουμε ό,τι συμβαίνει στον συνάνθρωπό μας. Πρόκειται για πραγματικότητα που είχαν διαπιστώσει και οι αρχαίοι Έλληνες, όταν έλεγαν ότι κάθε άνθρωπος έχει δύο σάκκους πάνω του: έναν μπροστά και έναν πίσω. Ο πίσω σάκκος είναι τα δικά του λάθη και οι δικές του αστοχίες. Ο μπροστινός είναι του συνανθρώπου του. Γι’ αυτό και παρουσιάζεται με ανοικτούς οφθαλμούς στα σφάλματα και τις ενέργειες του συνανθρώπου, ενώ παρουσιάζεται τυφλός με αυτό που είναι λάθος δικό του. Αιτία για την «παραδοξότητα» αυτή είναι προφανώς, κατά την πίστη μας, η πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος αμάρτησε: αρνήθηκε να υποταχθεί στο θέλημα του Δημιουργού Του επιλέγοντας το δικό του θέλημα, τα πράγματα διαστρεβλώθηκαν, με αποτέλεσμα αντί της αγάπης ως αποδοχής και ανοίγματος προς τον συνάνθρωπο να έχουμε την κατάκριση και την καταδίκη του άλλου.

Λοιπόν, μας λέει ο όσιος Εφραίμ, για να βρισκόμαστε στην πορεία προς τον Θεό, την ακολουθία του Κυρίου δηλαδή, απαιτείται η χάρη Εκείνου. Η χάρη Του μάς ανοίγει τα μάτια να βλέπουμε τα δικά μας σφάλματα, να μετανοούμε γι’ αυτά και να ρίχνουμε τον εαυτό μας στο έλεος Εκείνου – η πορεία μετανοίας που βλέπουμε στην επιστροφή του ασώτου υιού. Ο άσωτος υιός είναι ο καθένας μας και τη μετάνοιά του προβάλλει στην ουσία ο όσιος Εφραίμ με τη σπουδαία προσευχή που μας δίδαξε.

Είναι περιττό να πούμε ότι η προσευχή αυτή μπορεί να λέγεται στην Εκκλησία μας κυρίως την εποχή της Σαρακοστής, όμως πρέπει να γίνει προσευχή καθημερινή κάθε χριστιανού – μία αλήθεια που τόνιζε συχνά και ο μέγας σύγχρονος Γέρων όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, ο Αθωνίτης. «Ἀσφαλῶς, χωρίς τόν Χριστό, χωρίς τό Πνεῦμα τό Ἄγιο, δέν μποροῦμε νά δοῦμε τήν ἁμαρτία μας. Στήν πραγματικότητα ὀφείλουμε νά διαβάζουμε κατά τή διάρκεια ὅλου τοῦ ἔτους τήν προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου: “Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης (μετανοίας, κατανύξεως, ὑπακοῆς) χάρισαί μοι... Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα”» (Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ, τόμ. Β΄, σελ. 68).

ΝΑ ΚΛΕΙΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΕΙΣΟΔΟΥΣ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ! (Καθαρά Δευτέρα)

«Ἴδε καιρός, ἴδε ἡμέρα σωτήριος, ἡ τῆς Νηστείας εἴσοδος, ψυχή γρηγόρησον, καί παθῶν τάς εἰσόδους ἀπόκλεισον, Κυρίῳ ἐνατενίζουσα» (ωδή α΄ Τριωδίου).

(Να ο καιρός, να η σωτήρια ημέρα: η είσοδος της Νηστείας. Ψυχή μένε σε εγρήγορση κι απόκλεισε τις εισόδους των παθών, ατενίζοντας διαρκώς τον Κύριο).

Μπήκαμε στην περίοδο της Νηστείας, την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής, και η Εκκλησία μας εδώ και αρκετές ημέρες μας θυμίζει ότι πρόκειται για τον «καιρόν» της μετανοίας, συνεπώς τον καιρό της σωτήριας ημέρας, όπου η στάση ενώπιον του ζωντανού Θεού μας προβάλλει με τον ισχυρότερο τρόπο. Δανείζεται ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος την ορολογία και την εκτίμηση του αποστόλου Παύλου, ο οποίος και εκείνος εξαγγέλλει ότι αφότου ήρθε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο παρών καιρός, η ζωή αυτή δηλαδή, είναι ο κατάλληλος καιρός για να φύγουμε από την προσκόλληση στις αμαρτίες και τα πάθη μας – ό,τι αλλοιώνει και διαστρέφει την ανθρώπινη φύση μας – και να πιστέψουμε στον Χριστό ακολουθώντας Εκείνου τις εντολές. Κι ακολουθώντας τον Χριστό βεβαίως να επανέλθουμε στην «κανονικότητά» μας, την αληθινή φύση μας την κατά Θεόν πλασμένη ως εικόνα του Χριστού. «Ἰδού νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας. Ἀποθώμεθα οὖν τά ἔργα τοῦ σκότους καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός»: να τώρα είναι ο κατάλληλος καιρός, να τώρα είναι η σωτήρια ημέρα. Ας αποθέσουμε λοιπόν τα έργα της αμαρτίας που είναι σκοτάδι και ας ντυθούμε τα όπλα του φωτός, δηλαδή τον Χριστό που είναι το Φως του κόσμου.

Όσο λοιπόν ο Θεός μάς δίνει την ευκαιρία της «σήμερον ἡμέρας», όσο παρατείνει τον χρόνο της εδώ παροικίας μας – διότι βεβαίως ο χρόνος είναι δωρεά του Θεού που μας δίνει προς μετάνοιά μας, κατά τον λόγο της Γραφής: «δίνω χρόνο για να μετανοήσει ο άνθρωπος» - πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ξύπνιοι, χωρίς να βαρυνόμαστε σε ύπνο πνευματικό, δηλαδή σε αποκοίμιση λόγω των γλοιωδών παθών μας που εύκολα προσκολλώνται σε ό,τι θεωρείται υλικό αγαθό του κόσμου τούτου. Κι αυτή η εγρήγορση, η νήψη σημαίνει τον αγώνα να αποκλείουμε τις εισόδους των παθών στην ύπαρξή μας, να μην αφήνουμε δηλαδή χώρο αναπτύξεως στην καρδιά μας του εγωισμού μας με όλα τα παρακλάδια του, της φιληδονίας, της φιλαργυρίας, της φιλοδοξίας μας. Οπότε η εγρήγορση αυτή παραπέμπει στον έλεγχο των λογισμών μας από την ορθοφρονούσα συνείδησή μας, αφού κάθε αμαρτία ως λειτουργία ενός πάθους μας από τους λογισμούς κάνει την αρχή της.

Τι είναι εκείνο, κατά τον άγιο υμνογράφο και τη σύνολη εμπειρία επ’ αυτού της Εκκλησίας, που μπορεί να αποκλείει αυτές τις εισόδους των παθών; (Και δεν είναι άνευ σημασίας ο πληθυντικός αριθμός που χρησιμοποιεί ο υμνογράφος: «εισόδους» λέει και όχι «είσοδος», γιατί είναι πολυποίκιλη και πολύμορφη η αμαρτία δυστυχώς). Τι λοιπόν έχει τη δύναμη διαμιάς να κλείνει όλες τις θύρες και όλες τις εισόδους των παθών; Η ενατένιση του Κυρίου! «Κυρίῳ ἐνατενίζουσα». Όταν η ψυχή με όλες τις δυνάμεις της: τις νοητικές, τις βουλητικές, τις συναισθηματικές, στρέφεται ολοκληρωτικά προς τον Κύριο, όταν Αυτόν έχει ως αδιάκοπη όρασή της κατά τον προφητικό λόγο: «οἱ ὀφθαλμοί μου διά παντός πρός τόν Κύριον» και «προωρώμην τόν Κύριον ἐνώπιόν μου διά παντός», τότε πράγματι από το κάλλος του προσώπου του Κυρίου «κολλάει» σ’ Εκείνον, η ομορφιά Του που αποτυπώνεται βεβαίως και σε κάθε δημιούργημά Του είναι εκείνη που τον απορροφά σε σημείο τέτοιο που δεν του αφήνει περιθώρια εκτροπής.

Αυτό βεβαίως είναι η εμπειρία των «τελείων» χριστιανών, δηλαδή των αγίων μας, αλλά αυτό πρέπει να συνιστά και για εμάς το «πολικό αστέρι» της πορείας μας στον κόσμο τούτο, που θα πει ότι μπορεί να μη φτάνουμε παρά ελάχιστα στην εμπειρία αυτή, όμως τουλάχιστον ξέρουμε πού πατάμε, δεν πελαγοδρομούμε χαμένοι σ’ έναν κόσμο που λόγω της αμαρτίας του ήδη κείται νεκρός και χαμένος σαν τον άσωτο υιό της γνωστής παραβολής. Το να μη χάνουμε την επαφή μας με τον Χριστό, καθημερινά και αδιάλειπτα, το να παλεύουμε να φτάσουμε έστω και επ’ ελάχιστον στις εντολές Του, είναι η απόδειξη ότι δεν κοιμόμαστε τον βαθύ ύπνο της απώλειάς μας.  

ΕΦΤΑΣΕ Η ΝΗΣΤΕΙΑ! (Καθαρά Δευτέρα)


«Ελήλυθεν η Νηστεία η μήτηρ της σωφροσύνης, η κατήγορος της αμαρτίας και συνήγορος της μετανοίας, η πολιτεία των Αγγέλων και σωτηρία των ανθρώπων. Οι πιστοί ανακράξωμεν∙ ο Θεός, ελέησον ημάς» (απόστιχα αίνων Καθαράς Δευτέρας, ιδιόμελον, ήχος πλ. α΄).

(Έφτασε η νηστεία, η μητέρα της σωφροσύνης, η κατήγορος της αμαρτίας και συνήγορος της μετανοίας, ο τρόπος ζωής των αγγέλων κι αυτή που οδηγεί στη σωτηρία τους ανθρώπους. Οι πιστοί ας φωνάξουμε δυνατά: ο Θεός ελέησον ημάς).

Η Εκκλησία μας, από την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Σαρακοστής, επιμένει να μας καθοδηγεί πάνω σ’  αυτό που σφραγίζει την περίοδο αυτή: τη νηστεία. Και το πρώτο που τονίζει, προκειμένου να νιώσει κανείς τα ευεργετικά πνευματικά και αιώνια αποτελέσματά της, είναι ο συνδυασμός της νηστείας με την προσευχή. «Έφτασε η νηστεία», λέει, οπότε «ας φωνάξουμε στον Θεό μας να μας ελεήσει». Είναι ο συνδυασμός που υποτάσσει και θηρία, κατά τον λόγο των αγίων αββάδων της ερήμου, διότι η νηστεία ως εγκράτεια και περιορισμός των ατάκτων ορμών του σώματος αλλά και της ψυχής, διευκολύνει ιδιαιτέρως τη στροφή προς τον Θεό -  απεμπλέκει τον άνθρωπο από τα γοητευτικά δεσμά της ύλης – συνεπώς κάνει τον άνθρωπο να στέκει στο σημείο της βασιλικής εξουσίας που ο Θεός απαρχής της Δημιουργίας τού έδωσε: να άρχει πάνω σε όλα τα στοιχεία της φύσης. Να άρχει και να εξουσιάζει εννοείται χαρισματικά, που σημαίνει με αγάπη και σεβασμό προς την αδελφή του λοιπή Δημιουργία.

Είναι ευνόητο βεβαίως ότι ο υμνογράφος μιλάει πρώτον για την αληθινή διάσταση της νηστείας ως μέσου πνευματικού και όχι ως μέσου... αδυνατίσματος! – ό,τι θα επισημάνει σε άλλο σημείο: «αληθής νηστεία η των κακών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιάς, ψεύδους και επιορκίας» - και δεύτερον για την αληθινή και γνήσια προσευχή, τύπος της οποίας είναι η τελωνική κραυγή: «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Με τους όρους αυτούς αναδύεται όντως το μεγαλείο της νηστείας της Σαρακοστής με όλα τα θαυμαστά αποτελέσματά της:

- Είναι αυτή που ισορροπεί πνευματικά τον άνθρωπο, γιατί του δίνει τη δύναμη να ελέγχει τις φιλήδονες τάσεις του.

- Είναι αυτή που τον απομακρύνει από την αμαρτία, γιατί του δημιουργεί τις συνθήκες να υπερβαίνει τον εγωισμό του, συνεπώς να ζει την αγάπη ως άνοιγμα προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο.

- Είναι αυτή που ωθεί στη μετάνοια, τον μονόδρομο κατά τον Κύριο που εκβάλλει στη Βασιλεία του Θεού: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών».

- Είναι αυτή πού κάνει τους πιστούς να είναι άγγελοι ήδη από τούτη τη ζωή, ανοίγοντας έτσι τα μάτια μας στην εσχατολογική διάστασή της: ο Κύριος είπε ότι στον μέλλοντα αιώνα οι άνθρωποι «ισάγγελοί εισι».

- Είναι μ’ ένα λόγο αυτή που φέρνει τον άνθρωπο σε ζωντανή σχέση με τον Θεό, αυτό που ονομάζουμε σωτηρία του ανθρώπου.

Ας σκεφτούμε: αν κατήγορός μας ενώπιον του Θεού παραμένει πάντοτε ο πονηρός διάβολος, του οποίου η χαρά κατά τη Γραφή είναι «να σκοτώνει τους ανθρώπους»: «ανθρωποκτόνος» χαρακτηρίζεται απαρχής, συνήγορός μας κατά τον θεόπνευστο ύμνο είναι η νηστεία. Για τον απλούστατο λόγο ότι όπως είπαμε αποκαλύπτει, εφόσον είναι αληθινή, δηλαδή σωστά εκκλησιαστική, το πού τελικώς είναι στραμμένη η καρδιά μας, συνεπώς ποιος στο βάθος είναι ο (πραγματικός) Θεός μας. Και ναι! Ή φανερώνουμε με την περιφρόνησή της -  δεν μιλάμε για εκείνους που για λόγους υγείας ή ανωτέρους της θέλησής τους  δεν επιτρέπεται να νηστεύσουν – ότι ο κόσμος αυτός αποκλειστικά είναι η αγάπη μας, ή αγωνιζόμενοι διακριτικά στον δρόμο της φανερώνουμε ότι ως αγάπη μας πρώτη θέτουμε Κύριο τον Θεό μας.

Νηστεία: το φίλτρο που δείχνει ότι οι πνευματικοί μας οφθαλμοί είναι εστιασμένοι στον Χριστό!

Σάββατο 1 Μαρτίου 2025

ΠΑΝΤΕΣ ΟΙ ΕΝ ΑΣΚΗΣΕΙ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΕΣ ΟΣΙΟΙ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ)

«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνείαν ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων ἁγίων ἀνδρῶν τε καί γυναικῶν» (Την ίδια ημέρα, μνημονεύουμε όλους αυτούς που έλαμψαν στην άσκηση, άγιους άνδρες και γυναίκες).

«Ήρεμα και σιγά-σιγά με τις προηγούμενες εορτές, οι θεοφόροι Πατέρες αφού μας παιδαγώγησαν και μας προπαρασκεύασαν να είμαστε έτοιμοι για το πνευματικό στάδιο, κι αφού μας απομάκρυναν από την τρυφή και τον κόρο και μας έβαλαν στον δρόμο του φόβου της μελλούσης κρίσεως, όπως και με την εβδομάδα της Τυροφάγου μάς προ-καθάρισαν καθώς πρέπει, μάς έβαλαν συνετά ανάμεσά τους και τις δύο νηστείες, ώστε λίγο λίγο να μας προτρέψουν σ’ αυτήν. Και να τώρα προσθέτουν στο μέσον κι όλους εκείνους που έζησαν όσια με πολλούς κόπους και καμάτους, άνδρες και γυναίκες, προκειμένου με τη μνήμη τους και τα παλαίσματά τους να μας κάνουν δυνατώτερους για το στάδιο της Σαρακοστής, έχοντας τους βίους εκείνων ως κάποιο υπογραμμό και οδηγό.  Οπότε με τη συμμαχία και την αρωγή των οσίων αυτών να αποδυθούμε προς τους πνευματικούς αγώνες, αναλογιζόμενοι ότι και αυτοί είχαν την ίδια με εμάς ανθρώπινη φύση.

 Όπως ακριβώς δηλαδή  οι στρατηγοί, αφού έχουν παραταχθεί τα στρατεύματα και ήδη στέκονται κατά μέτωπο, προτρέπουν τον στρατό τους με λόγια και παραδείγματα και μνημόνευση ανδρών της ιστορίας που στάθηκαν άριστα στον πόλεμο και παρουσίασαν ανδρείο φρόνημα, το ίδιο και ο δικός τους στρατός να κινηθεί στον αγώνα ολόψυχα,  ενδυναμούμενος με την ελπίδα της νίκης∙ έτσι και τώρα, οι θεοφόροι Πατέρες κινούνται με την ίδια σοφία: εγκαρδιώνουν για τους πνευματικούς αγώνες τους άνδρες και τις γυναίκες, με τα παραδείγματα όσων βίωσαν όσια, και τους καθοδηγούν παρόμοια κι αυτοί να μπουν στο στάδιο της νηστείας. Ώστε κι εμείς, θεωρώντας τους ως αρχέτυπο και βλέποντας τον βίο εκείνων όχι κακό αλλά καλό, να εργαζόμαστε τις αρετές, όσο μπορεί ο καθένας: πρώτη από όλες την αγάπη και τη σώφρονα αποχή των άσεμνων έργων και πράξεων, και την ίδια τη νηστεία, όχι βεβαίως μόνον από τα φαγητά, αλλά και τη νηστεία της γλώσσας και του θυμού και των οφθαλμών, και μ’ έναν λόγο την αργία και την αποξένωση από κάθε κακό.

Γι’ αυτόν τον λόγο λοιπόν οι άγιοι Πατέρες κατέταξαν σήμερα την παρούσα μνήμη όλων των αγίων, προβάλλοντας αυτούς που ευαρέστησαν τον Θεό με τη νηστεία και τα άλλα καλά και χρηστά έργα. Μας παρωθούν δηλαδή με την εικόνα αυτών προς το στάδιο των αρετών, ώστε να οπλιζόμαστε γενναία κατά των παθών και των δαιμόνων, και κατά κάποιο τρόπο μας λένε ότι αν κι εμείς δείξουμε τον ίδιο μ’ αυτούς ζήλο, τίποτε δεν θα μας εμποδίσει να κάνουμε όσα έκαναν κι εκείνοι και να αξιωθούμε τα ίδια βραβεία μ’ εκείνους. Διότι κι αυτοί είχαν την ίδια μ’ εμάς ανθρώπινη φύση.

Και για την εβδομάδα της Τυροφάγου, ισχυρίζονται κάποιοι ότι ο βασιλιάς Ηράκλειος την επέβαλε, ενώ ήταν προηγουμένως εβδομάδα κρεοφαγίας. Όταν δηλαδή είχε εκστρατεύσει κατά του βασιλιά Χοσρόη και των Περσών για έξι έτη, προσευχήθηκε στον Θεό ότι αν τους νικήσει, θα την καθιερώσει και θα την βάλει στο διάστημα μεταξύ της νηστείας και της καταλύσιμης περιόδου, πράγμα που έκανε. Όμως εγώ νομίζω, έστω κι αν συνέβη τούτο, ότι οι άγιοι Πατέρες επινόησαν την καθιέρωση αυτή, ως ένα είδος προκαθάρσιμης περιόδου, ώστε να μην δυσχεραινόμαστε με την απότομη αλλαγή από την κρεοφαγία και την κατάλυση σε όλα στην άκρα ασιτία, κι έτσι να βλαπτόμαστε και σωματικά. Αλλά σταδιακά και σιγά-σιγά αφού απομακρυνθούμε από τα λιπαρά και τα ευχάριστα στη γεύση, να υποδεχτούμε το χαλινάρι της νηστείας με τον περιορισμό του φαγητού, όπως συμβαίνει και στα άγρια άλογα. Με άλλα λόγια ό,τι έκαναν οι Πατέρες και για τα θέματα της ψυχής χρησιμοποιώντας τις παραβολές, το ίδιο σκέφτηκαν να κάνουν και για το σώμα: τα εμπόδια που υπάρχουν στη νηστεία τα έκοψαν λίγο λίγο».

Η Εκκλησία μας με τη σημερινή εορτή που θυμάται όλους τους αγίους ασκητές, άνδρες και γυναίκες, αλλά τελικώς και όλους τους αγίους, θέλει να τονίσει αυτό που συνιστά βαθειά πεποίθησή της, ότι δηλαδή όλοι οι άγιοι στο βάθος και κατ’ ουσίαν είναι μάρτυρες. Αν όχι του αίματος, όπως συμβαίνει με πάμπολλους εξ αυτών, αλλά της συνειδήσεως. Τι έκαναν όλοι οι άγιοι παρά αγωνίστηκαν να ζήσουν ενάντια στην πεσμένη στην αμαρτία ανθρώπινη φύση τους, επιλέγοντας το αγκυροβόλημα της καρδιάς και της ψυχής τους στο θέλημα του Χριστού και Θεού; Κι αυτή η επιλογή αποτελεί διαχρονικά πράγματι ένα μαρτύριο. Διότι άλλα επιθυμεί ο άνθρωπος της αμαρτίας και άλλα ο άνθρωπος του Θεού. «Ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ Πνεύματος, καί τό Πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». «Οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Συνεπώς, άγιος είναι ο πιστός που ενώ φέρεται από τον νόμο της αμαρτίας κατά του Θεού, εκείνος διά της βίας και χάριτι βεβαίως Θεού στρέφεται προς Εκείνον, ζώντας στη συνείδησή του ένα μαρτύριο. «Βία φύσεως διηνεκής», λέει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ζωγραφίζοντας τον όσιο και τον κάθε άγιο. Πρόκειται για ό,τι ο Κύριος απεκάλυψε, ότι «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν» - ο πιστός, ο άγιος βρίσκεται αδιάκοπα σ’ έναν αδυσώπητο πνευματικό πόλεμο, σε μία ένταση εσωτερική, για να βρίσκεται εκεί που είναι ο Κύριός Του, δηλαδή οι άγιες εντολές Του.

Η παραπάνω αλήθεια, η «χαρτογράφηση» της εσωτερικής πορείας του οσίου, του κάθε αγίου, άνδρα και γυναίκας, αποτελεί το καίριο σημείο στο οποίο επικεντρώνει την προσοχή μας συχνά ο άγιος υμνογράφος. Μιλάει για τους οσίους, αλλά δεν μένει σε μία επιφανειακή και εξωτερική περιγραφή των αγώνων τους. Τον ενδιαφέρει το «βάθος» τους, γιατί αυτό θέλει να προβάλει, ώστε να λειτουργήσει και ως αρχέτυπο και πρότυπο για όλους τους πιστούς. Το δοξαστικό μάλιστα του εσπερινού με σαφήνεια δείχνει την κατά Χριστόν πολιτεία των οσίων και αγίων. «Αφού τηρήσατε υγιές και αλώβητο από την αμαρτία το κατ’ εικόνα κι αφού καταστήσατε τον νου σας ηγεμόνα απέναντι στα ολέθρια πάθη με τους ασκητικούς σας αγώνες, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο ανεβήκατε στο καθ’ ομοίωσιν. Διότι με ανδρεία ψυχής ασκήσατε βία στην (αμαρτωλή) φύση (που ρέπει επί τα πονηρά) και σπεύσατε να υποτάξετε το χειρότερο στο καλύτερο και να υποδουλώσετε το σαρκικό φρόνημα στο Πνεύμα».

Η πορεία αυτή δεν συνιστά την «ὁδόν Κυρίου», όπως την απεκάλυψε ο Κύριος; Με τα αποτελέσματα που επίσης ο Ίδιος υποσχέθηκε: την εν-χρίστωση του ανθρώπου, την ταύτισή του με Εκείνον, την ένταξή του στον Νυμφώνα Του που θα πει την ένταξη του πιστού στη Βασιλεία του Θεού, ήδη από τη ζωή αυτή. Ένα απόστιχο του εσπερινού επίσης με ενάργεια φοβερή μάς προσφέρει την υπέρ φύσιν χριστιανική ζωή. «Ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, από κάθε μολυσμό της σάρκας και του πνεύματος. Ας κάνουμε να λάμψουν οι λαμπάδες των ψυχών μας, με τη φιλοπτωχεία μας, χωρίς να καταβροχθίζουμε ο ένας τον άλλον με τη συκοφαντία. Κι αυτό γιατί έφτασε ο καιρός, όταν ο Νυμφίος θα έλθει, για να αποδώσει σε όλους σύμφωνα με τα έργα τους. Ας μπούμε λοιπόν μαζί με τον Χριστό και με τις φρόνιμες παρθένες στον Νυμφώνα Του, φωνάζοντας δυνατά εκείνη τη φωνή του Ληστή προς Αυτόν: Θυμήσου μας, Κύριε, όταν έλθεις στη Βασιλεία Σου».

Είναι ευνόητο έτσι ότι οι όσιοι, αυτοί που με πόθο ακολουθούν τον Χριστό συσταυρωμένοι μαζί Του, είναι αυτοί που αφενός ζουν πια όλα όσα ο Κύριος είπε ότι θα αποτελούν κληρονομιά των πιστών Του – αυτά που περιέγραψε ο απόστολος Παύλος με τα λόγια «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» - αφετέρου όμως έχουν και την παρρησία να πρεσβεύουν υπέρ ημών για όλους τους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε αλλά και για την ενίσχυσή μας στον καθημερινό πνευματικό αγώνα μας και εν όψει της Νηστείας της Σαρακοστής. Όπως το καταγράφει μάλιστα ο υμνογράφος μεταξύ άλλων: οι άγιοι Ιεράρχες και Ασκητές και Ιερομάρτυρες και όσιες Γυναίκες «καταφρόνησαν τα φθαρτά και τα πρόσκαιρα πράγματι, και ως αράχνη και ως σκουπίδια τα θεώρησαν, προκειμένου να κερδίσουν τον Χριστό και τα Βασίλεια αυτού, όπως και τα θεία εκείνα που οφθαλμός ανθρώπου δεν είδε κι αυτί δεν άκουσε ποτέ» (αίνοι). Και:  «Άγιοι και ένδοξοι Πατέρες που σας μνημονεύσαμε, αλλά και οι άγνωστοι σε μας, σώστε μας από τους κινδύνους, εμάς που επιτελούμε το μνημόσυνό σας με πόθο» (ωδή στ΄).

Η ΑΓΙΑ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΕΥΔΟΚΙΑ Η ΑΠΟ ΣΑΜΑΡΕΙΤΩΝ

«Η οσία Ευδοκία ήταν από την Ηλιούπολη της επαρχίας Λιβανησίας της Φοινίκης, κατά τους καιρούς της βασιλείας του Τραϊανού, που έζησε πρώτα ακόλαστη ζωή, παρασύροντας πολλούς εραστές με την ομορφιά της και μαζεύοντας πολύ πλούτο. Ύστερα όμως προσήλθε στον Χριστό, όταν άκουσε κάποιο μοναχό Γερμανό στο όνομα, ο οποίος κήρυσσε λόγους  ευσεβείας και μετανοίας. Βαπτίζεται λοιπόν από τον επίσκοπο Θεόδοτο, καθώς πείστηκε σε θείες αποκαλύψεις. Διότι της φάνηκε ότι ανήλθε στους ουρανούς, σαν να είχε βγει από τον εαυτό της και καθοδηγείτο από άγγελο, και ότι οι άγγελοι τη συνέχαιραν για την επιστροφή της, όπως και ότι κάποιος μαύρος και φοβερός στην όψη βρυχιόταν και κραύγαζε ότι τάχα αδικείται, αν του την έπαιρναν. Η Ευδοκία λοιπόν μοίρασε τον πλούτο της, τον έδωσε σε πτωχούς και πήγε σε μοναστήρι. Εκεί ζούσε τον δρόμο της ασκήσεως θεάρεστα, έως ότου οι πρώην εραστές της την κατήγγειλαν και την οδήγησαν στον Αυρηλιανό, που είχε τότε ανέβει στον βασιλικό θρόνο. Όταν όμως θαυματούργησε και ανέστησε τον υιό του βασιλιά που είχε πεθάνει, οδήγησε και τον βασιλιά στην πίστη του Χριστού. Μετά από αρκετά χρόνια δικάζεται από τον Διογένη τον ηγεμόνα της Ηλιούπολης, αλλά καθώς θαυματούργησε και πάλι, ελευθερώνεται. Τέλος ο Βικέντιος, που διαδέχτηκε τον Διογένη, έδωσε διαταγή και της έκοψαν το κεφάλι».

Η αγία Ευδοκία αποτελεί τύπο και σύμβολο της δύναμης της μετανοίας, όπως συμβαίνει και με άλλες μεγάλες άγιες της Εκκλησίας μας, σαν την οσία Μαρία την Αιγυπτία για παράδειγμα. Και θα ’λεγε κανείς ότι όπως η Εκκλησία μας προβάλλει στο τέλος της Σαρακοστής την οσία Μαρία, για να δώσει θάρρος στους ραθύμους, ώστε, έστω και την τελευταία στιγμή, να μετανοήσουν – ο Κύριος έχει πει δέχεται τον εργάτη της τελευταίας ώρας όπως τον εργάτη της πρώτης, αρκεί να μην υπάρχει πονηρία μετάθεσης της ώρας της μετάνοιας – έτσι και τώρα, που εισήλθαμε με το Τριώδιο στα προπύλαια της Σαρακοστής, δίνει ισχυρή ώθηση μετανοίας, με την ευκαιρία της μνήμης της συγκεκριμένης οσίας. Διότι και αυτή, σαν την πόρνη του Ευαγγελίου που ο Κύριος συγχώρησε λόγω της μετανοίας της, σαν την οσία Μαρία την Αιγυπτία που είπαμε, ενώ η ζωή της ήταν βουτηγμένη στην ασωτία, ευθύς ως άκουσε λόγο πίστεως και μετανοίας, πίστεψε κι άλλαξε τρόπο ζωής τόσο, ώστε να γίνει καλόγρια, να κάνει θαύματα, να δώσει και την ίδια τη ζωή της προς χάρη του Κυρίου της.

Ο υμνογράφος μάλιστα Ιωάννης ο μοναχός, στο Δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της ακολουθίας της, κινούμενος στα χνάρια της ποιητικής έμπνευσης της αγίας υμνογράφου Κασσιανής, χρησιμοποιώντας μάλιστα και ίδιες εκφράσεις, μας φέρνει ενώπιον του μεγαλείου της καρδιακής συντριβής της: «Άφησε τα ωραία και ποικίλα του βίου η οσία και μάρτυς, σήκωσε τον σταυρό στους ώμους της και προσήλθε να σε νυμφευθεί, Χριστέ. Και με θρηνητικά δάκρυα φώναζε: Μη με απορρίψεις την πόρνη, συ που καθαρίζεις τους ασώτους. Μη περιφρονήσεις τα δάκρυα που χύνω για τις φοβερές αμαρτίες μου. Αλλά δέξου με, όπως την πόρνη εκείνη που σου πρόσφερε το μύρο, και να ακούσω κι εγώ: η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε στον δρόμο της ειρήνης». Ο υμνογράφος πράγματι μας κατανύσσει περιγράφοντας τον εσωτερικό αγώνα της οσίας Ευδοκίας και μας ανάγει στην πνευματική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδας, τότε που το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, αιρόμενοι στα φτερά της ποίησης της αγίας Κασσιανής, γινόμαστε μέτοχοι και εμείς της συντριβής της γυναίκας εκείνης του Ευαγγελίου, που έλουσε με τα δάκρυα της αγάπης της τα πόδια του Κυρίου. Είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτό στον Ιωάννη τον μοναχό, τον άγιο υμνογράφο.

Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας βέβαια τονίζουν και άλλες όψεις της αγιασμένης ζωής της οσιομάρτυρος. Κι αξίζει κανείς πρώτον να σταθεί στο πώς η οσία μπόρεσε να ξεπεράσει την παθολογική στροφή της στα αμαρτωλά πάθη της. Μας λέει λοιπόν ότι μόνο η δύναμη της αγάπης του Χριστού ήταν εκείνη που της έδωσε τη δύναμη. Διότι κανείς δεν μπορεί να ξεπεράσει τα πάθη του και τη γοητεία που ασκεί ο αμαρτωλός κόσμος πάνω σ’ αυτά, αν δεν υπάρξει η μεγαλύτερη δύναμη ελευθερίας στον κόσμο, η δύναμη και η αγάπη του Χριστού. «Προτίμησες, Ευδοκία, τον σεμνό Νυμφίο Χριστό, αντί της αγάπης των εραστών που φθείρουν την ψυχή, και απόθεσες τον εαυτό σου στον άφθαρτο έρωτά Του» (ωδή ς΄). Και δεύτερον, ο υμνογράφος παραλληλίζει την οσία, λόγω της καταγωγής της από τη Σαμάρεια, με τη Σαμαρείτιδα του Ευαγγελίου του αγίου Ιωάννου, τη μετέπειτα αγία μεγαλομάρτυρα Φωτεινή. Για να πει: «η Σαμαρείτις Ευδοκία δεν σου πρόσφερε, Σωτήρα Κύριε, νερό, σαν εκείνην του Ευαγγελίου στο φρέαρ του Ιακώβ, αλλά το αίμα της που έρρευσε από τον τράχηλό της, όταν αποκόπηκε για χάρη Σου η αγία κεφαλή της» (στίχοι κοντακίου). Πράγματι: δεν υπάρχει ανώτερο δώρο προς τον Χριστό από την προσφορά του ίδιου μας του εαυτού. Διότι στην πραγματικότητα πρόκειται περί αντιδώρου, αφού Εκείνος πρώτος μας πρόσφερε ως δώρο το δικό Του αίμα. Όταν Εκείνος μας τα έχει δώσει όλα, δεν μπορούμε εμείς να κινηθούμε σε μικρότερη κλίμακα. Με την παρατήρηση ότι η δική μας προσφορά γίνεται με τη χάρη και πάλι Εκείνου και κατανοείται ως συμμετοχή στη δική Του θυσία.