«Ο άγιος Ευτυχής ή Ευτύχιος διέπρεψε
ως αληθινός εργάτης του +Χριστού και υπηρέτης της Εκκλησίας, τόσο με τη συνεχή
και καρποφόρα διδασκαλία του, όσο και με τα άμεμπτα και εποικοδομητικά έργα
του. Ήταν
άγρυπνος και τεχνικότατος αλιέας των ψυχών, φιλόστοργος δε πατέρας τους,
έτοιμος να δώσει και τη ζωή του για τη ασφάλεια και τη σωτηρία τους. Συνελήφθη
και έμεινε σταθερός στην αγία πίστη μας κι έλαβε μαρτυρικό τέλος: τον ρίξανε οι
τύραννοι στα νερά και πνίγηκε μέσα σε αυτά».
Ο
άγιος υμνογράφος αφιερώνει πολλούς ύμνους στο να τονίσει το ιδιαίτερο μαρτυρικό
διά πνιγμού του σε νερά τέλος του αγίου Ευτυχίου, δίνοντας όμως ταυτόχρονα και
την πνευματική ερμηνεία του τραγικού γεγονότος: πριν από το πνίξιμό του ῾έπνιξε᾽
ο ίδιος τους άφρονες αθέους με τη δύναμη των λόγων του, ενώ με το διά πνιγμού
τέλος του έπνιξε και τον πονηρό διάβολο, τον «άσαρκον δράκοντα» (στιχηρό
εσπερινού). «Μπήκες στο στάδιο της μαρτυρίας με χαρά, μάκαρ Ευτύχιε, και
πόθησες τον θάνατο που σου έφερε ζωή, και έπνιξες τις μυριάδες των εχθρών,
καθώς πνιγόσουν στη θάλασσα» (ωδή α´). Το μαρτυρικό τέλος του λοιπόν ήταν γι᾽
αυτόν αφενός η σφραγίδα της αγιασμένης βιοτής και του έργου του, η οποία σαν σε
χρυσά φτερά τον έφερε στη Βασιλεία του Θεού, αφετέρου το ξέσπασμα, κατά
παραχώρηση ασφαλώς του Χριστού, του Πονηρού και των οργάνων του, οι
οποίοι δεν ανέχονταν την ήττα τους από τον δούλο του Χριστού. «Υψώθηκες προς
τον Κύριο, παμμάκαρ, με τις χρυσές φτερούγες του ιερωτάτου μαρτυρίου» (ωδή
ε´).
Ο Ευτύχιος
ανήκει σε εκείνους τους αγίους, οι οποίοι αξιώθηκαν να μαθητεύσουν γνήσια παρά
τους πόδας των αγίων Αποστόλων και να εισέλθουν και αυτοί στον κόπο του
ευαγγελισμού των ανθρώπων. Ο Ιωσήφ ο υμνογράφος δεν αφήνει
ασχολίαστες τις καίριες αυτές διαστάσεις της ζωής του αγίου. Ο άγιος υπήρξε
γνήσιος μαθητής των Αποστόλων, αποδεικνύοντας τη γνησιότητά του αυτή αφενός με
την οσία βιοτή του, αφετέρου με το λαμπρό του μαρτύριο. Κι αυτό σημαίνει: δεν
αρκεί να ακούσει κανείς τη διδασκαλία των αποστόλων. Εκείνο που θα τον
καταστήσει πράγματι γνώστη και γνήσιο μαθητή είναι η ενεργοποίηση της
διδασκαλίας τους στην προσωπική του ζωή, δείγμα της αγάπης του προς τον Θεό,
που φτάνει μέχρι θυσίας και της ίδιας της ζωής. «Ουχ οι ακροαταί, αλλά οι ποιηταί του Νόμου δικαιωθήσονται» (απ.
Παύλος). «Έζησες όσια, παμμάκαρ Ευτύχιε, καθώς μαθήτευσες με απόλυτη ακρίβεια
στους Αποστόλους του Χριστού. Και έφτασες στην τέλεια ηλικία, όταν άθλησες διά
του μαρτυρίου λαμπρότατα, αξιοθαύμαστε» (ωδή α´). «Κόλλησες με την ψυχή και την
καρδιά σου στους άγιους υπηρέτες του Λόγου Χριστού και έζησες άγια τη ζωή σου»
(ωδή γ´).
Είπαμε
όμως ότι ο άγιος Ευτύχιος εισήλθε και στους κόπους του ευαγγελισμού των
ανθρώπων ως ακόλουθος των αποστόλων. Κήρυξε κι αυτός με δύναμη τον σωτήριο
λόγο, φωτίζοντας τους ανθρώπους και απαλλάσσοντάς τους από το βαθύτατο σκοτάδι
της άγνοιας. «Γεμάτος από ένθεη πίστη και χάρη Θεού, ένδοξε, κήρυξες τον
σωτήριο λόγο, μαζί με τους Αποστόλους, διαλύοντας έτσι το βαθύτατο σκοτάδι της
δυσσέβειας» (ωδή ς´). Κι αυτό μας υπενθυμίζει την αλήθεια της πίστεώς μας, ότι
ο άνθρωπος που θέλει να είναι γνήσια πιστός του Κυρίου από τη μια έχει κοινωνία
με τους αγίους αποστόλους Του, ενώ από την άλλη φωτισμένος από το Πνεύμα του
Θεού εκχέει πάντοτε φως σε όλο τον κόσμο «ως πόλις επάνω όρους κειμένη». Κι αν και στην εποχή μας φαίνεται
ότι κυριαρχεί το πνευματικό σκοτάδι είναι γιατί προφανώς οι χριστιανοί δεν
είμαστε τόσο φωτεινοί όσο πρέπει, δηλαδή η πίστη μας στον Χριστό αποδεικνύεται
εξόχως ελλειμματική.
Οι πολλοί πιστοί μπορεί να αγνοούν τον άγιο Ευτυχή ή Ευτύχιο, αλλά για την Εκκλησία μας δεν παύει να είναι αποστολικός Πατέρας, «μεγαλομάρτυς» (ωδή δ´), «άγγελος επίγειος αληθώς και ουράνιος άνθρωπος» (ωδή θ´), του οποίου η μνήμη συνιστά «φωταυγή πανήγυριν», ενώ η ύπαρξή του αποδεικνύεται για τους πιστούς «στήριγμα και καύχημα» (ωδή θ´). «Ταις ευχαίς σου, μέγιστε μάρτυς Ευτύχιε, από πάσης λύτρωσαι στενώσεως και αλώσεως αθέων βαρβάρων» (ωδή θ´).