Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ) (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)





ἐλθούσης δέ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπό παιδαγωγόν ἐσμεν
(Γαλ. 3, 25)

α. Στό σπουδαῖο ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς συγκεκριμένης Κυριακῆς, (λόγω ἀκριβῶς τῆς μεγαλομάρτυρος Κυριακῆς), ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ἀπόστολος προβαίνει γιά μία ἀκόμη φορά στήν  μεγαλειώδη ἔκθεση τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, τοῦ σχεδίου Του δηλαδή γιά τήν σωτηρία τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία κόσμου, δίνοντάς μας τήν ἑρμηνευτική ματιά τῆς ἱστορίας ὡς ἱερῆς ἱστορίας. ῾Ο Θεός μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἁμαρτία πού συμπαρέσυρε καί ὅλην τήν Δημιουργία ξεκινᾶ τήν διαδικασία ἀποκαταστάσεως αὐτοῦ, ἀρχῆς γενομένης μέ τήν πρώτη φάση τῆς ἀποκαλύψεώς Του, τήν ἐποχή τῆς παιδαγωγίας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κι ὅταν ᾽Εκεῖνος ἔκρινε ὅτι ἦλθε ἡ κατάλληλη ἐποχή, κατά τήν ὁποία τελείωσε ἡ παιδαγωγία,  ἔρχεται ὁ ῎Ιδιος στό πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ Του, ξεκινώντας τήν δεύτερη φάση τῆς πλήρους ἀποκαταστάσεως, ἡ ὁποία ἐκβάλλει στήν ἐποχή τῆς ᾽Εκκλησίας μετά τήν ἁγία Πεντηκοστή. ῾Η ἐποχή τῆς προετοιμασίας καί ἡ ἐποχή τῆς ἐκπλήρωσης. ῾Η παιδαγωγία καί ἡ ἀληθινή πίστη. ῞Ωστε ῾ἐλθούσης τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπό παιδαγωγόν ἐσμεν᾽ (Τώρα πού ἦλθε ὁ Χριστός δέν εἴμαστε πιά ὑπόδουλοι στόν νόμο).

β. 1. ῾Η Παλαιά Διαθήκη λοιπόν δέν εἶναι τό τέλος. Εἶναι ἡ ἀρχή. ῾Ο πλήρως ἀποδιοργανωμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος τίθεται ὑπό φρούρηση καί ἐπιτήρηση: τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου καί τῶν Προφητῶν, προκειμένου νά προσανατολισθεῖ στήν ἀληθινή του προοπτική, τήν σχέση του μέ τόν Θεό ἐν Χριστῷ. ῾Ο Θεός δίνει εὐκαιρία στόν ἄνθρωπο νά στραφεῖ εἰς ἑαυτόν, νά δεῖ τό ἀδιέξοδο στό ὁποῖο εἶχε φτάσει, νά ζητήσει νά ἀναπνεύσει τόν ἀέρα τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας, νά κραυγάσει κάτω ἀπό τό βάρος τῆς φυλακῆς: ῾῎Ελα, Κύριε, Σωτήρα᾽. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἀφενός ὁ Νόμος καί οἱ Προφῆτες δέν λειτουργοῦσαν ὡς τιμωρία, ἀλλ᾽ ὡς ἀκριβῶς παιδαγωγία, συνεπῶς εἶχαν θεραπευτικό γιά τόν ἄνθρωπο ρόλο, ἀφετέρου αὐτή ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν μποροῦσε καί δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ παρά μόνον σέ ἀναφορά πρός τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. Αὐτός ἦταν καί εἶναι τό ῾κλειδί᾽  τῆς κατανοήσεως τοῦ παιδαγωγικοῦ χαρακτήρα τῆς πρώτης Διαθήκης, συνεπῶς ἡ χριστολογική ἑρμηνεία αὐτῆς θεωρεῖται γεγονός αὐτονόητο: ἡ Παλαιά Διαθήκη συνιστᾶ προφητεία γιά τόν Χριστό καί τόν ἐρχομό Του, σύμφωνα καί μέ τά ἀψευδῆ λόγια Του: ῾῞Ο,τι εἶπαν ὁ Μωϋσῆς καί οἱ Προφῆτες γιά ᾽Εμένα τό εἶπαν᾽.

2. Μέ τόν ἐρχομό λοιπόν τοῦ Κυρίου καί τῆς πίστεως σέ Αὐτόν  οὐκέτι ὑπό παιδαγωγόν ἐσμεν᾽. ῾Ο Κύριος μᾶς ἔφερε τόν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας, γιατί μᾶς ἔφερε καί μᾶς ἔδωσε τόν ῾Εαυτό Του.  Τά τείχη δηλαδή τῆς φυλακῆς τοῦ Νόμου καί ὅποιων ἄλλων ἀνθρωπίνων δεσμεύσεων γκρεμίστηκαν. Τά γκρέμισε ἡ παρουσία τοῦ ῎Ιδιου. Αὐτός εἶναι ὁ ἐλευθερωτής τῶν ἀνθρώπων. ῾Τῇ ἐλευθερίᾳ ᾗ Χριστός ὑμᾶς ἠλευθέρωσε στήκετε καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε᾽. Δέν ἔχουμε νά περιμένουμε κάτι ἄλλο ἤ κάποιον ἄλλον Σωτήρα πέρα ἀπό Αὐτόν. ῾᾽Ετέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ᾽ κατά τήν ἐξαγγελία τῶν ἀγγέλων τήν ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. ῞Οπως θά βεβαιώσει καί ὁ ῎Ιδιος ἀργότερα: ῾῞Οσοι ἦλθον πρό ἐμοῦ κλέπται εἰσί καί λησταί᾽. Καί ὅσοι θά ἔλθουν μετά ἀπό Αὐτόν διεκδικώντας τόν ρόλο τοῦ Σωτήρα ῾θά εἶναι ψευδόχριστοι καί λύκοι βαρεῖς᾽, πού σκοπό θά ἔχουν τήν καταστροφή τοῦ ἀνθρώπου, ὑπηρετώντας πονηρές καί σατανικές δυνάμεις.
Γι᾽ αὐτό καί τήν διατράνωση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς ἀγωνίστηκαν νά διασφαλίσουν μέ τιτάνιο ἀγώνα οἱ ἀπόστολοι, μέ πρῶτον τόν ἀπόστολο Παῦλο, ἀπαρχῆς. Γιατί παρουσιάστηκαν ψευδάδελφοι,  ἰουδαιοχριστιανοί, οἱ ὁποῖοι μέ πρόσχημα τόν χριστιανισμό θέλησαν νά θέσουν ὡς προτεραιότητα καί πάλι τόν ἰουδαϊσμό. ῾Βεβαίως ὁ Χριστός, ἀλλά πρῶτος ὁ Μωϋσῆς᾽ διατείνονταν. Καί ἡ σύγκληση τῆς ᾽Αποστολικῆς Συνόδου ἤδη ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ᾽Εκκλησίας αὐτό εἶχε ὡς σκοπό νά τονίσει: μέ τόν Χριστό ῾οὐκέτι ὑπό παιδαγωγόν ἐσμεν᾽. ῾Τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἤδη γέγονε καινά τά πάντα᾽. ῾Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία᾽.

3. ῾Ο Χριστός λοιπόν ἔρχεται καί σώζει τόν ἄνθρωπο. Καί τόν σώζει γιατί τόν ἑνώνει μέ τόν ῾Εαυτό Του. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνο ἀποκαθίσταται στήν ἀρχική πρό τῆς πτώσεώς του στήν ἁμαρτία κατάσταση, ἀλλά πολύ περισσότερο: γίνεται ἕνα μέ τόν Κύριο. ῾Ο σκοπός δηλαδή τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο ἦταν ὄχι μόνο νά ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά νά ἐνσωματωθεῖ στόν Δημιουργό του, νά γίνει κι αὐτός κατά χάριν θεός, πραγματοποιώντας ἔτσι τόν τεθειμένο ἀπό τόν ἴδιο τόν Δημιουργό προορισμό του ὡς κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ πλασμένος. Κατά τήν κλασική φράση τοῦ μεγάλου ᾽Αθανασίου: ῾῾Ο τοῦ Θεοῦ Λόγος ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν᾽. Κι ὅπως τό ἐξαγγέλλει ὑμνολογικά καί ἡ ᾽Εκκλησία μας: ῾῎Ανθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεόν τόν ἄνθρωπον ἀπεργάσηται᾽.
῾Ο ἀπόστολος τό σημειώνει μέ ἔμφαση ἀκριβῶς στήν συνέχεια τοῦ λόγου του: ῾Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστε διά τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ᾽. Εἶστε λοιπόν ὅλοι παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ πιστεύετε στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό. Παιδιά τοῦ Θεοῦ λοιπόν μέ τόν Χριστό. ᾽Αλλά βεβαίως μέ τήν προϋπόθεση πού ὑπενθυμίζει ὁ ἀπόστολος: τήν πίστη στόν Χριστό. Μπορεῖ μέ ἄλλα λόγια πράγματι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νά ἦλθε ὡς ἄνθρωπος στόν κόσμο καί νά ἀποκατέστησε τόν ἄνθρωπο ῾ὅπου ἦν τό πρότερον᾽ κι ἀκόμη ἐπί πλέον, ὅμως τήν χαρισματική αὐτήν πραγματικότητα δέν τήν ἀποδέχονται ὅλοι. Σάν τούς φυλακισμένους πού ἐνῶ ἡ φυλακή ἔχει γκρεμιστεῖ, ἡ πόρτα ἔχει ἀνοιχθεῖ καί ἡ ἐλευθερία πρόκειται ἐνώπιόν τους, ἐκεῖνοι ἐξακολουθοῦν σάν τούς τυφλοπόντικες νά σκάβουν καί νά μένουν στανικά μέσα στά λαγούμια τους. ᾽Απαιτεῖται λοιπόν ἡ ἀποδοχή τῆς προσφορᾶς τῆς σωτηρίας καί τῆς ἐλευθερίας ἀπό τόν ἄνθρωπο. Κι αὐτό ἐναπόκειται στήν δική του βούληση. ῞Οπως τό σημειώνει κι ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης στό εὐαγγέλιό του: ῾῞Οσοι ἔλαβον αὐτόν ἔδωκεν αὐτοῖς τήν ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι᾽. Αὐτή εἶναι ἡ τραγωγία καί τό δράμα τοῦ ἀνθρώπου: ἡ ἐλευθερία νά εἶναι δοσμένη, ὁ πλοῦτος νά ἔχει χορηγηθεῖ, κι ἐκεῖνος νά μένει φυλακισμένος καί φτωχός.

4. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἐπιτείνει καί συγκεκριμενοποιεῖ τόν λόγο του: βεβαίως ὁ Χριστός ἦλθε καί μᾶς ἔκανε παιδιά καί πάλι τοῦ Θεοῦ, βεβαίως προϋπόθεση ἀποδοχῆς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πίστη, ἀλλά ἡ πίστη αὐτή ἐνεργοποιεῖται  τήν ὥρα εἰσδοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στήν ᾽Εκκλησία. Δέν ὑπάρχουν δηλαδή ἐλεύθεροι χριστιανοί, μέ τήν ἔννοια τῆς αὐτονομήσεως. Χριστιανός μέ ἀληθινή πίστη εἶναι ἐκεῖνος πού θά βαπτισθεῖ στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί θά γίνει μέλος τοῦ μυστικοῦ σώματός Του, τῆς ᾽Εκκλησίας, δηλαδή ἐκεῖνος πού θά ζεῖ πιά σέ κοινωνία μέ τούς ἄλλους, ῾σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις᾽. Διότι ῾ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε᾽ λέει. Νά λοιπόν ἡ εἰκόνα πού δίνει ὁ ἀπόστολος γιά τόν ἀληθινό πιστό: εἶναι ὁ ντυμένος τόν Χριστό, δηλαδή μιά ἄλλη δική Του παρουσία στόν κόσμο, συνεπῶς καί μέ τήν περπατησιά ᾽Εκείνου. Τό ῾ἐν Αὐτῷ περιπατεῖτε᾽ τῶν ἀποστόλων εἶναι ἀκριβῶς ἡ λογική συνέπεια τοῦ βαπτίσματος καί τῆς μετοχῆς ἀσφαλῶς στό σῶμα καί τό αἷμα ᾽Εκείνου στήν Θεία Εὐχαριστία.
Κι ἀφοῦ ὅλοι οἱ πιστοί εἶναι πιά ἐνσωματωμένοι στόν Χριστό καί ντυμένοι ᾽Εκεῖνον, συνεπῶς ὅλοι εἶναι Χριστός, ἄρα ῾οὐκ ἔνι ᾽Ιουδαῖος οὐδέ ῞Ελλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ᾽, γιατί ῾πάντες ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ᾽. Ποῦ νά φανεῖ ὁποιοσδήποτε ρατσισμός μετά ἀπό αὐτό; Ποῦ ὁποιοδήποτε σύμπλεγμα ἀνωτερότητας ἤ κατωτερότητας; Ποῦ ἀνάπτυξη ψυχολογικῶν προβλημάτων; ῎Αν παρουσιάζονται τέτοια φαινόμενα στούς χριστιανούς εἶναι γιατί δέν ὑπάρχει ἡ σωστή πίστη, ὡς ἀποδοχή τῆς ὑπέρ φύσιν προσφορᾶς του στούς ἀνθρώπους.  

γ. Σέ μιά ἐποχή πού διατείνεται καί κραυγάζει ὅτι εἶναι ἐλεύθερη, πού ὅλοι νομίζουν ὅτι πορεύονται μέ τό ῾ἔτσι μ᾽ ἀρέσει᾽, ἡ ἀληθινή ἐλευθερία εἶναι τό ἀκριβό ζητούμενο. ᾽Ελεύθερος γιά τήν πίστη μας, ὅπως μᾶς τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι αὐτός πού ἔλαβε τήν χάρη νά γίνει παιδί τοῦ Θεοῦ. Μόνον αὐτός πού θέτει ὑπεράνω αὐτοῦ τόν Κύριο καί Θεό του ὄντως εἶναι ἀπελευθερωμένος ἀπό ὅλα τά στοιχεῖα καί τά πάθη τοῦ κόσμου. Τό νά διαγράφει κανείς τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί νά μιλάει γιά ἐλευθερία εἶναι ἀσφαλῶς τραγέλαφος. Γιατί δυστυχῶς ὁ ἄνθρωπος αὐτός βρίσκεται κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ πιό στυγνοῦ τυράννου: τοῦ ἐγωϊσμοῦ του καί τοῦ ἀνθρωποκτόνου διαβόλου.