Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ (30 ΙΟΥΝΙΟΥ)




Ἡ ἑορτή τῆς σύναξης τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ  προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή  τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο, ὅπως π.χ. τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων ἑορτάζουμε τή σύναξη τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, τήν ἑπομένη τῶν Θεοφανείων ἑορτάζουμε τή σύναξη τοῦ ᾽Ιωάννη τοῦ Προδρόμου κ.ο.κ. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου.

Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως:  πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3).

῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική. Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. ῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του. 


Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ  κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους  στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει  1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.