Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)



χρηματίσαι πρῶτον ἐν ᾽Αντιοχείᾳ τούς μαθητάς Χριστιανούς᾽ (Πρ. ᾽Απ. 11, 26)

α. Τό γεγονός ὅτι γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ὀνομάστηκαν Χριστιανοί - στήν ᾽Αντιόχεια ὅπου οἱ πλεῖστοι ἦταν ἑλληνιστές λεγόμενοι ᾽Ιουδαῖοι: ᾽Ιουδαῖοι δηλαδή πού ζοῦσαν ἐκτός ῾Ιεροσολύμων καί μιλοῦσαν τήν ἑλληνική ὡς μητρική τους γλώσσα – εἶναι ἐξόχως σημαντικό, δεδομένου ὅτι ἔκτοτε ἡ πίστη στόν Χριστό ἔγινε τό καθοριστικό στοιχεῖο ταυτότητας ἐκείνων πού τήν ἀποδέχονταν, σέ βαθμό μάλιστα πού σέ περιόδους διωγμῶν κατά τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἡ δήλωση αὐτή νά ἀντικαθιστᾶ καί τό ἴδιο τό ὄνομα τῶν ὑποψηφίων μαρτύρων. Στήν ἐρώτηση τῶν διωκτῶν ῾ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;᾽ οἱ περισσότεροι τῶν συλληφθέντων χριστιανῶν ἀπαντοῦσαν ἀκριβῶς ἔτσι: ῾Χριστιανός εἰμι᾽. Ποιός λοιπόν εἶναι ὁ χριστιανός; Ποιά στοιχεῖα συνιστοῦν τήν ταυτότητά του, ὅπως μάλιστα ἐξάγονται ἀπό τήν συγκεκριμένη ζωή τῶν χριστιανῶν τῆς ᾽Αντιόχειας, ὥστε μέ βάση αὐτά νά μετροῦμε καί τήν δική μας ταυτότητα;

β. 1. ῾πολύς τε ἀριθμός πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπί τόν Κύριον᾽: πολλοί ἦταν ἐκεῖνοι πού πίστεψαν καί δέχτηκαν τόν ᾽Ιησοῦ γιά Κύριό τους. Τό πρῶτο στοιχεῖο τῆς ταυτότητας τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ πίστη στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό ὡς Κύριο τῆς ζωῆς του. ῎Οχι δηλαδή ἁπλῶς ἡ πίστη στόν ᾽Ιησοῦ ὡς σπουδαῖο ἄνθρωπο ἤ μεγάλο μύστη καί φιλόσοφο, ἀλλά ἡ πίστη σ᾽ ᾽Εκεῖνον ὡς Κύριο καί Θεό του. ῎Αν μέ ἄλλα λόγια ὁ χριστιανός δέν πιστεύει στόν Χριστό ὡς ᾽Εκεῖνον ἀπό τόν ῾Οποῖο ἐξαρτᾶ τήν ζωή του καί τοῦ ῾Οποίου τό θέλημα προσδιορίζει τό δικό του θέλημα δέν μπορεῖ νά λέγεται χριστιανός. Διότι στήν περίπτωση αὐτή εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ ἀναφορά δέν εἶναι ὁ Χριστός ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος. ῾Ο Κύριος ὅμως ἦλθε γιά νά μᾶς καλέσει νά ἐπιστρέψουμε στήν κανονική μας κατάσταση ἀπό τήν ὁποία ἐκπέσαμε λόγω τῆς ἁμαρτίας, νά ἐπιστρέψουμε δηλαδή στόν Θεό, ἑνώνοντάς μας μέ τόν ῾Εαυτό Του.  Γι᾽ αὐτό καί ἡ πίστη σ᾽ Αὐτόν εἶναι ἀνάλογη πάντοτε τοῦ βαθμοῦ τῆς ἐπιστροφῆς, δηλαδή τῆς μετανοίας πού ἐπιδεικνύει κανείς στήν καθημερινή του ζωή.  ᾽Επιστρέφω στόν Κύριο σημαίνει κατά τήν ῾Αγία Γραφή μετανοῶ, ἀλλάζω τρόπο καί πορεία ζωῆς, θέτοντας τόν Θεό ὡς κέντρο τῆς ζωῆς μου. ῎Ετσι τό κύριο γνώρισμα τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Κυρίου: τό ῾γενηθήτω τό θέλημά Σου᾽ συνιστᾶ τήν ἐπωδό τῶν σκέψεων, τῶν λόγων καί τῶν πράξεών του.

2. ῾῞Ος (Βαρνάβας) ἰδών τήν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη᾽: ῾Ο Βαρνάβας εἶδε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ (ἐκείνων πού πίστεψαν στόν Κύριο στήν ᾽Αντιόχεια) καί χάρηκε. ῾Η πίστη στόν Κύριο δηλαδή ὡς τό καθοριστικό στοιχεῖο τῆς ταυτότητας τοῦ χριστιανοῦ συνιστᾶ μία χαρισματική κατάσταση. Τό νά εἶναι κανείς χριστιανός εἶναι πέρα ἀπό τά φυσικῶς θεωρούμενα ἀνθρώπινα. Κανείς ἀπό μόνος του στηριγμένος στίς δυνάμεις του δέν γίνεται χριστιανός. ῞Οσα καλά στοιχεῖα κι ἄν διαθέτει κάποιος ἄνθρωπος δέν παύει νά εἶναι ἐγκλωβισμένος στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες του. Πρέπει ὁ ἴδιος ὁ Θεός νά καλέσει τόν ἄνθρωπο γιά νά ἐγγίσει τόν Χριστό καί δι᾽ Αὐτοῦ νά δεῖ Θεοῦ πρόσωπο. Προηγεῖται δηλαδή ὁ Θεός καί ἀκολουθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Τά λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι ἀπολύτως σαφῆ: ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με ἐάν μή ὁ Πατήρ ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽. Κανείς δέν μπορεῖ νά ἔλθει σ᾽ ἐμένα, ἄν ὁ Πατέρας πού μέ ἔστειλε δέν τόν ἑλκύσει.
Κι ἀκόμη: ὄχι μόνο τό νά εἶναι κανείς χριστιανός συνιστᾶ μία ὑπέρ φύσιν χαρισματική κατάσταση, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ διαπίστωση τῆς κατάστασης αὐτῆς σημαίνει ἐξίσου χάρη Κυρίου. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ ἀπόστολος Βαρνάβας, σταλμένος ἀπό τήν ᾽Εκκλησία τῶν ῾Ιεροσολύμων, βλέπει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ στούς πιστούς τῆς ᾽Αντιόχειας, διότι καί ὁ ἴδιος βρισκόταν μέσα σέ αὐτήν. Κανείς δέν βλέπει κάτι ἄν δέν τό ἔχει. ῾Ο Βαρνάβας λοιπόν ῾ἀνήρ ἀγαθός καί πλήρης Πνεύματος ῾Αγίου καί πίστεως᾽ ἔβλεπε αὐτό πού εἶχε. Πρόκειται γιά μία καίρια ἀλήθεια τῆς πίστης μας, τήν ὁποία ἀδιάκοπα ὁμολογοῦμε στήν ᾽Εκκλησία μας: ῾ἐν τῷ φωτί Σου, Κύριε, ὀψόμεθα φῶς᾽. Μέ τό φῶς Σου, Κύριε, θά δοῦμε τό φῶς Σου. Χωρίς τό φῶς καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ δέν βλέπουμε τίποτε πέρα ἀπό σκοτάδι. Μέ τό φῶς καί τήν χάρη βλέπουμε ἐκεῖ πού ὑπάρχουν αὐτά.

3. ῾Παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ᾽: ὁ Βαρνάβας τούς συμβούλευε ὅλους νά μένουν ἀφοσιωμένοι στόν Κύριο μέ ὅλη τους τήν καρδιά. ῾Η χαρισματική αὐτή κατάσταση πίστης στόν Χριστό ὡς ζωῆς δέν εἶναι γεγονός μίας στιγμῆς ἤ ὁρισμένου μόνο χρονικοῦ διαστήματος. ᾽Απαιτεῖται διαρκής ἀγώνας ἐμμονῆς στόν Κύριο μέ ὅλον τόν ἐσωτερικό μας κόσμο -  πού σημαίνει ἀγώνα τηρήσεως τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του, μέσα ἀπό τίς ὁποῖες φανερώνεται ὁ ῎Ιδιος στήν ζωή μας – διότι τήν σχέση μας μέ τόν Θεό τήν κρατοῦμε τήν κάθε μας στιγμή ὡς σχέση ἀγάπης. ῞Οπως γιά παράδειγμα στήν συζυγία τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναίκα χρειάζεται διαρκής ἔγνοια  καί προσπάθεια νά παραμένει τό κάθε μέλος ἐν ἀγάπῃ ἀπέναντι στό ἄλλο προκειμένου νά διατηρεῖται καί νά αὐξάνει ἡ σχέση καί ἡ ἀγάπη, τό ἴδιο καί πολύ περισσότερο στήν σχέση μέ τόν Θεό. Δέν ὑπάρχουν διαλείμματα καί διακοπές στήν σχέση αὐτή. Τυχόν ὀπισθοχώρηση στήν ἀφοσίωση πρός τόν Κύριο σημαίνει ἐκτροπή ἀπό Αὐτόν καί ἐναντίωση πρός Αὐτόν. Κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: ῾ὁ μή ὤν μετ᾽ ἐμοῦ κατ᾽ ἐμοῦ ἐστι καί ὁ μή συνάγων μετ᾽ ἐμοῦ σκορπίζει᾽. ῾Ο χριστιανός ἀπό τήν ἄποψη αὐτή εἶναι χριστιανός ὄχι μόνο ἀπό τήν πιθανή ἁπλή δήλωση τῆς ἰδιότητάς του, ὄχι ἀσφαλῶς ἀπό ἕνα ἔγγραφο ἀποδεικτικό τῆς ταυτότητάς του (μολονότι στήν ἐποχή μας καί αὐτό ἴσως συνιστᾶ ὁμολογία πίστεως), ἀλλά ἀπό τό ποῦ βρίσκεται τήν κάθε στιγμή ἡ καρδιά του. Τό ῾προσμένειν τῷ Κυρίῳ τῇ προθέσει τῆς καρδίας᾽ τοῦ ἀποστόλου Βαρνάβα ἀποτελεῖ ὑπομνηματισμό τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου ῾ὅπου ὁ θησαυρός ὑμῶν ἐκεῖ καί ἡ καρδία ὑμῶν ἔσται᾽. ῎Αν ὁ Κύριος εἶναι ἤ ὄχι ὁ θησαυρός μας φαίνεται ἀπό τό τί κρατοῦμε ὡς περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας.

4. ῾συναχθῆναι ἐν τῇ ᾽Εκκλησίᾳ᾽: οἱ ἀπόστολοι Βαρνάβας καί Παῦλος συμμετεῖχαν στίς συνάξεις τῆς ᾽Εκκλησίας. Στίς συνάξεις αὐτές συναντοῦσαν τούς χριστιανούς, μετεῖχαν στήν Θεία Λειτουργία, δίδασκαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό βεβαίως θά πεῖ περαιτέρω ὅτι ὁ χριστιανός εἶναι χριστιανός ἀπό τόν βαθμό τῆς ἐκκλησιαστικότητάς του. Δέν ὑπάρχει ἀτομικός χριστιανισμός. Δέν ὑπάρχει ἀτομική σχέση μέ τόν Θεό, παρά μόνον ἄν ἡ σχέση αὐτή ἀποτελεῖ προέκταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. ῾Ο ἀπόστολος Θωμᾶς - ἄς θυμηθοῦμε - ὅσο βρισκόταν ἀπομονωμένος στό σπίτι του ἐκτός τῆς συνάξεως τῶν ἄλλων ἀποστόλων δέν εἶχε τήν εὐλογία τῆς παρουσίας σ᾽ αὐτόν τοῦ Κυρίου. Τοῦ φανερώθηκε ὁ ἀναστημένος Κύριος μόλις πῆγε μέ τούς ἄλλους. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος κατεξοχήν θεολόγησε περί τῆς συνάξεως τῶν πιστῶν ὡς μελῶν τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Εἴμαστε ὡς βαπτισμένοι στόν Κύριο μέλη τοῦ ἁγίου σώματός Του καί μέλη ἀλλήλων. ᾽Εκτός ᾽Εκκλησίας λοιπόν, ἐκτός τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου, ποῦ θά βρεῖ κανείς τόν Κύριο; ῾Ο ῎Ιδιος καθόρισε τήν εὐλογημένη αὐτή πραγματικότητα, γι᾽ αὐτό καί ἤδη ἀπό τούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους ἴσχυε τό τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ ῾unus christianus, nullus christianus’, ἕνας χριστιανός κανένας χριστιανός. Εἶμαι χριστιανός λοιπόν σημαίνει ζῶ τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί στήν ἐκκλησιαστική ζωή ζῶ τήν πνευματική χριστιανική ζωή. ᾽Εκεῖ ζῶ καί ἀναπνέω τόν Χριστό μου καί μαζί μέ Αὐτόν ὅλην τήν Παναγία Τριάδα, γενόμενος κατοικητήριο Αὐτῆς.

5. ῾Τῶν δέ μαθητῶν καθώς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ ᾽Ιουδαίᾳ ἀδελφοῖς᾽: Οἱ χριστιανοί στήν ᾽Αντιόχεια ἀποφάσισαν νά στείλουν βοήθεια στούς ἀδελφούς πού κατοικοῦσαν στήν ᾽Ιουδαία (λόγω ἐπερχομένου μεγάλου λιμοῦ στήν οἰκουμένη) ὅ,τι μποροῦσε ὁ καθένας. ᾽Εκεῖνο πού σφραγίζει τήν ἀληθινή ταυτότητα τοῦ χριστιανοῦ καί ἐπιβεβαιώνει τήν ἀλήθεια τῆς πίστης του στόν Κύριο, τήν ὕπαρξη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτόν, τήν γνησιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς του ζωῆς, εἶναι ἡ κινητοποίησή του στό θέμα τῆς ἀγάπης. Εἶναι γνωστό σέ ὅλους ὅτι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς χριστιανικότητας κάποιου εἶναι ἡ ὕπαρξη τῆς ἀγάπης στήν καθημερινότητά του. ῾᾽Εν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἐστε – εἶπε ὁ Κύριος - ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις᾽. Χωρίς ἀγάπη ὅλα τά προαναφερόμενα ὡς γνωρίσματα τοῦ χριστιανοῦ εἶναι μάταια καί ἕωλα. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος γιά νά καταδείξει τήν ἀλήθεια αὐτή φτάνει σέ διατυπώσεις θεωρούμενης ὑπερβολῆς, χωρίς νά εἶναι ὑπερβολή: ῾Καί ἐάν παραδώσω τό σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δέ μή ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦμαι᾽. Καί μάρτυρας τῆς πίστεως νά γίνει κανείς, ἄν δέν ἔχει ἀγάπη, τό μαρτύριό του εἶναι χωρίς ἀντίκρυσμα. Κι εἶναι εὔλογο: πῶς μπορῶ νά εἶμαι χωρίς ἀγάπη μαθητής ᾽Εκείνου, ὁ ῾Οποῖος ῾ἀγάπη ἐστί᾽; ῾῾Ο Θεός ἀγάπη ἐστί καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ᾽. Καί ἀγάπη σημαίνει βεβαίως ὄχι ἁπλῶς λόγια συμπάθειας (ἀπαραίτητα κι αὐτά), ἀλλά ἔμπρακτη φανέρωση τῆς ἀγάπης στόν πόνο καί τήν δοκιμασία τοῦ συνανθρώπου. ῞Οπως τό ἔδειξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί μέ τήν ζωή Του καί μέ τόν λόγο Του. ῾᾽Επείνασα καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψασα καί ἐποτίσατέ μοι...᾽.

γ. Στήν ζωή τῶν χριστιανῶν τῆς ᾽Αντιόχειας – καί ὄχι μόνον αὐτῶν ἀσφαλῶς – βλέπουμε τό τί σημαίνει χριστιανός. Πρόκειται γι᾽ αὐτό πού εἶπε μεταξύ ἄλλων ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος: ῾χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽. Μία φανέρωση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.  Δέν ξέρουμε πόσο εὔκολα μποροῦμε μετά τά παραπάνω νά σπεύδουμε νά δηλώνουμε τήν χριστιανική μας ταυτότητα. Δέν ξέρουμε μήπως ἡ δήλωσή μας αὐτή συνιστᾶ πολλές φορές πρόκληση ῾βλασφημίας ἐν τοῖς ἔθνεσι᾽. Μήπως τό καλύτερο πού ἔχουμε νά κάνουμε  στούς καιρούς πού ζοῦμε εἶναι νά κλαῖμε τίς ἁμαρτίες μας καί τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου μας; ῎Ισως περισσέψαμε οἱ δάσκαλοι τῆς χριστιανικῆς ζωῆς καί τό κρίμα Κυρίου ἐπικρέμαται πάνω ἀπό τίς κεφαλές μας...

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ



Οὐκέτι διά τήν σήν λαλιάν πιστεύομεν. Αὐτοί γάρ ἀκηκόαμεν καί οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτήρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός
 (᾽Ιωάν. 4, 42)

Ὁ Κύριος στό σημερινό Εὐαγγέλιο συναντᾶται μέ μιά γυναίκα Σαμαρείτιδα, ῾παρά τό φρέαρ τοῦ ᾽Ιακώβ᾽, καί παρ’ ὅλο πού πρόκειται ὄχι καί τόσο γιά μιά ῾ἠθική᾽ περίπτωση – μέ πέντε ἄνδρες στό παρελθόν της καί μ᾽ ἕναν πού συζεῖ χωρίς νά εἶναι ὁ κανονικός της ἄνδρας – τῆς ἀποκαλύπτει βασικές ἀλήθειες περί τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ καί τοῦ τρόπου πού πρέπει κανείς νά Τόν λατρεύει καί νά Τόν προσκυνᾶ. Προφανῶς ἐκτιμώντας ὄχι βεβαίως τήν ἠθική της κατάσταση - ἐμμέσως ἀσκεῖ ἔλεγχο γι᾽ αὐτήν - ἀλλά τήν ἀναζήτησή της, ὅπως φανερώνεται ἀπό τά ἐρωτήματα πού τήν ἀπασχολοῦν καί πού τά θέτει ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, μόλις ἀντιλαμβάνεται ὅτι τῆς μιλᾶ ὡς προφήτης. Εἶναι τέτοιος μάλιστα ὁ συγκλονισμός της ἀπό αὐτά πού τῆς ἀποκαλύπτει ὁ Κύριος τόσο γιά τήν προσωπική της ζωή, ὅσο καί γιά τόν Θεό, καί μάλιστα ὅτι ὁ ῎Ιδιος εἶναι ὁ ἐρχόμενος Μεσσίας, ὥστε σπεύδει νά καταθέσει τή μαρτυρία της αὐτή καί στούς συμπατριῶτες της στή Σαμάρεια, οἱ ὁποῖοι θεωρώντας ἀξιόπιστο τόν λόγο της ἀνταποκρίνονται καί προσέρχονται στόν ᾽Ιησοῦ. Κι ἐνῶ πρό καιροῦ εἶχαν ἀρνηθεῖ νά Τόν δεχθοῦν μαζί μέ τούς μαθητές Του στήν πόλη τους, τώρα καί Τόν πλησιάζουν καί Τόν ἀκοῦνε, ἀλλά καί Τόν παρακαλοῦν νά μείνει μαζί τους. Πρός τή γυναίκα δέ πού αὐτή στήν οὐσία τούς κάλεσε, τή μετέπειτα ἁγία μεγαλομάρτυρα Φωτεινή τήν ἰσαπόστολο, γύριζαν καί τῆς ἔλεγαν: ῾οὐκέτι διά τήν σήν λαλιάν πιστεύομεν, αὐτοί γάρ ἀκηκόαμεν καί οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτήρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός᾽.

Κι αὐτή εἶναι ἡ συνήθης διαδικασία στό γεγονός τῆς πίστεως: κάποιος προσέρχεται στόν Χριστό, διότι ἕνας ἄλλος, γνωστός τίς περισσότερες φορές, καταθέτει μιά προσωπική μαρτυρία περί Αὐτοῦ. ᾽Εν προκειμένῳ ἡ ῾λαλιά᾽ τῆς Σαμαρείτιδας ἀποτέλεσε τό ἔναυσμα γιά νά προκληθεῖ τό ἐνδιαφέρον τῶν συμπατριωτῶν της γιά τόν ᾽Ιησοῦ ὡς Μεσσία. Παρομοίως κινήθηκαν καί οἱ πρῶτοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Μετά τή δική τους κλήση ἀπό ᾽Εκεῖνον ἔνιωσαν τήν ἀνάγκη νά καλέσουν καί ἄλλους, σάν τόν ἀπόστολο ᾽Ανδρέα πού ἔσπευσε στόν ἀδελφό του Σίμωνα, τόν μετέπειτα ἀπόστολο Πέτρο, σάν τόν Φίλιππο πού κάλεσε τόν ἀδελφικό του φίλο Ναθαναήλ. Στήν ἱστορία μάλιστα τῆς ᾽Εκκλησίας διαπιστώνουμε ὅτι σ᾽ ἕνα μεγάλο ποσοστό ἡ πρώτη κλήση γιά τόν Χριστό σέ πολλές περιοχές ὀφείλετο σέ ἁπλούς πιστούς, πού ἔχοντας τήν ἐμπειρία τῆς συνάντησής τους μέ τόν Χριστό, θέλησαν νά μοιραστοῦν τή χάρη καί τή χαρά αὐτή. Δέν κινήθηκαν ὡς ῾ἐπαγγελματίες᾽ ἱεραπόστολοι, ὡς ῾καπηλεύοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ᾽ (Β´Κορ. 2, 17) κατά τόν ἀπ. Παῦλο, ἀλλ᾽ ὡς ἄνθρωποι πού δέν μποροῦσαν νά συγκρατήσουν τή χαρά τους: ἕνα ξέσπασμα τοῦ πληρώματος τῆς καιομένης καρδίας τους νά μοιραστοῦν μέ τούς ἄλλους ὅ,τι βρῆκαν ὡς θησαυρό στή ζωή τους. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ Λόγου τῆς ζωῆς,... ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν᾽, ὅπως γράφει καί ὁ ἀπ. ᾽Ιωάννης στήν Α´ Καθολική ἐπιστολή του (1, 1-3).

Στήν πραγματικότητα, ἡ κατάθεση τῆς μαρτυρίας κάποιου γιά τόν Χριστό, πού λειτουργεῖ καί ὡς κλήση τῶν ἀκουόντων, κατανοεῖται ὡς κλήση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανό Του τόν μάρτυρα αὐτόν. Ὅπως εἶπε ὁ Κύριος στούς μαθητές Του: ῾Καί ὑμεῖς μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ᾽ ἀρχῆς μετ᾽ ἐμοῦ ἐστε ᾽ (᾽Ιωάν. 15, 27). Μέ ἄλλα λόγια ὁ κάθε πιστός στόν Χριστό, πού ἔχει γευτεῖ τή γλυκύτητα τῆς παρουσίας Του στή ζωή του, γίνεται μέτοχος τῆς μαρτυρίας τοῦ Θεοῦ Πατέρα, πού ξεκινᾶ ἀπό τόν ῎Ιδιο τόν πρῶτο μάρτυρα ᾽Εκείνου τόν ᾽Ιησοῦ Χριστό - ῾ἐγώ ἦλθον ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ᾽ (᾽Ιωάν. 18, 37) - καί συνεχίζεται καί ἁπλώνεται μέσα πιά ἀπό τούς πιστεύοντες σ᾽ Αὐτόν. ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ Πατήρ ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽ (᾽Ιωάν. 6, 44). ῎Ετσι καί στήν περίπτωση τῆς Σαμαρείτιδας: γίνεται, ἐν ἀγνοίᾳ της στή φάση αὐτή, τό ὄργανο τοῦ Θεοῦ γιά νά καλέσει μέσα ἀπό τήν προσωπική της ἐμπειρία καί τούς ἄλλους Σαμαρεῖτες. Καί βεβαίως δέν σταμάτησε μόνον ἐκεῖ: μετά τήν πλήρη ἐνσωμάτωσή της στόν Χριστό διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, κινήθηκε ἱεραποστολικά μέσα στά ὅρια τῆς Σαμαρείας, ἀλλά καί ἀλλοῦ. Καί ἐπισφράγισε τήν ὅλη ἐν Χριστῷ πορεία της μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματός της, ἀφοῦ στό διωγμό τοῦ Νέρωνα, λίγο μετά τό ἥμισυ τοῦ 1ου μ.Χ. αἰ., καί αὐτή ἀλλά καί σχεδόν ὅλοι οἱ συγγενεῖς της ἔδωσαν τή ζωή τους πρός χάρη τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ.

Οἱ Σαμαρεῖτες λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε, πίστεψαν σέ πρώτη φάση ἀπό τό λόγο τῆς μετέπειτα ἁγίας Φωτεινῆς. Προχώρησαν ὅμως καί στή δεύτερη φάση τῆς πίστεως, στήν προσωπική ἐμπειρία: ῾αὐτοί γάρ ἀκηκόαμεν καί οἴδαμεν᾽. Κι ἄν κανείς δέν φτάσει σ᾽ αὐτό τό δεύτερο βῆμα: ἡ πίστη ἐξ ἀκοῆς νά γίνει αὐτηκοΐα καί ἐμπειρία ζωῆς, δέν ὁλοκληρώνει ποτέ τή δυναμική πορεία τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Θά παραμένει πάντοτε σ᾽ ἐπίπεδο νηπιακό, πού σημαίνει ὅτι ἡ διψυχία καί ἡ ὀλιγοπιστία, μέ τά ἀποτελέσματα τῆς ἀκαταστασίας (Πρβλ. ᾽Ιακ. 1,8 ), θά ταλαιπωροῦν τήν ὅλη ζωή του, γιά νά φτάσει κατά πᾶσα πιθανότητα σέ πλήρη ἄρνηση αὐτῆς ἤ σέ μιά πίστη θρησκευτικοῦ τύπου, πού συνιστᾶ μιά ἐπιφανειακή ἰδεολογία καί πού βεβαίως δέν ἔχει τή δύναμη νά ἀλλοιώσει θετικά τή ζωή του. Κι αὐτό φαίνεται νά εἶναι καί τό δράμα πολλῶν συγχρόνων Χριστιανῶν: παραμένουν μόνον σ᾽ ὅ,τι ἄκουσαν καί ἔμαθαν καί ἀποδέχτηκαν ἀπό τούς γονεῖς τους ἤ κάποιους ἄλλους ἀνθρώπους στά πρῶτα τους χρόνια καί δέν θέλησαν αὐτήν τήν πρώτη πίστη πού παρέλαβαν νά τήν κάνουν καί δική τους ἐμπειρία καί δικό τους βίωμα. ῎Ετσι παρέμειναν καί παραμένουν ἀκόμη Χριστιανοί κατ᾽ ὄνομα, ὁπότε ἰσχύει καί γι᾽ αὐτούς ὅ,τι ὀνόμασε ὁ ἁγιασμένος Γέροντας Παΐσιος ῾σύνδρομο τοῦ ἄδειου σακκιοῦ᾽. ῎Ανθρωποι δηλαδή πού ἐντάχθηκαν μέν στόν χριστιανισμό διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, ἀλλά πού δέν ἐνεργοποίησαν καθόλου τή χαρισματική αὐτή κατάσταση.

 Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος βέβαια ἔχει ἀποκαλύψει τί γίνεται σ᾽ αὐτές τίς περιπτώσεις καί ἡ ἀποκάλυψή Του αὐτή ἠχεῖ πολύ φοβερά καί ζοφερά: πρόκειται γιά τούς ῾πιστούς᾽ πού γίνονται μέν κλαδιά στό δένδρο ᾽Εκείνου, κλήματα στό ἀμπέλι Του, ἀλλά μή παραμένοντας ἑνωμένοι μαζί Του διά τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν καί τῆς συμμετοχῆς τους συνεπῶς στήν ἐν μετανοίᾳ Θεία Εὐχαριστία, ξηραίνονται καί ἀποκόπτονται καί εἰς πῦρ βάλλονται (Πρβλ. ᾽Ιωάν. 15, 1ἑξ.). Στήν περίπτωση ἀπό τήν ἄλλη πού ἕνας πιστός ἀποκτήσει προσωπική σχέση μέ τόν Χριστό, γίνει αὐτήκοός Του καί νιώθει τήν παρουσία Του στή ζωή του, πού σημαίνει ὅτι ἔχει ὀρθά ἐκκλησιοποιηθεῖ, ζώντας ὡς μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τήν ἁγία Του ᾽Εκκλησία, τότε θά διαπιστώνει διαρκῶς ὅτι ἡ ἔκπληξη ἀπό τήν ἀδιάκοπα παρεχόμενη χάρη τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτόν θά εἶναι μιά μόνιμη κατάσταση. Θά ὁδεύει πάντοτε ῾ἐκ πίστεως εἰς πίστιν καί ἀπό δόξης εἰς δόξαν᾽, δεδομένου ὅτι ἡ ἐμπειρία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μιά ἀτέλεστη πορεία, μιά συνεχής αὔξηση σ᾽ ἐπίπεδα θεώσεως, κάτι πού μᾶς φανερώνουν, συνεσκιασμένα καί ταπεινά, οἱ ἅγιοί μας.

Εἶναι κρίμα πάντως νά  εἶναι ῾στό χέρι μας᾽ ἡ δύναμη καί ἡ χαρά τῆς προσωπικῆς πίστεως στόν Χριστό, αὐτῆς πού συνιστᾶ καί τή λύση ὅλων τῶν οὐσιωδῶν προβλημάτων τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, κι ἐμεῖς νά μένουμε στά ῾ξυλοκέρατα᾽ τῶν πρώτων βημάτων τῆς πίστεως τῶν ἀρχαρίων.


Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΡΜΕΙΑΣ


«Ο άγιος Ερμείας ζούσε επί του βασιλιά Αντωνίνου, στην πόλη των Κομάνων και ήταν στρατιωτικός. Ήταν προχωρημένης ηλικίας και είχε άσπρα μαλλιά. Συνελήφθη επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και οδηγήθηκε στον άρχοντα Σεβαστιανό, με αποτέλεσμα να δώσει αυτός διαταγή να του σπάσουν πρώτα τα σαγόνια, να του αφαιρέσουν το δέρμα του προσώπου και να του ξεριζώσουν τα δόντια. Έπειτα άναψαν καμίνι και τον έριξαν μέσα. Παρέμεινε όμως αβλαβής από τη φωτιά, οπότε δόθηκε διαταγή να τον σκοτώσουν με δηλητηριώδη φάρμακα. Ήπιε τα φάρμακα κι όταν παρέμεινε και από αυτά αβλαβής, έλκυσε προς την πίστη του Χριστού αυτόν που του τα έδωσε. Επειδή αυτός ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, του κόψανε το κεφάλι. Τότε του αγίου του έβγαλαν τα νεύρα του σώματος και τον έριξαν σε πυρωμένο λέβητα, στη συνέχεια του τρύπησαν τους οφθαλμούς και σε τρεις ημέρες τον κρέμασαν με το κεφάλι κάτω. Και έτσι αφού του έκοψαν τον αυχένα, εξεδήμησε προς τον Κύριο».
       Τη γενναιότητα και την ανδρεία είναι φυσικό να την βλέπει κανείς στους νέους ανθρώπους. Να την βλέπει όμως σε μεγάλους και προχωρημένης ηλικίας ανθρώπους είναι πράγμα θαυμαστό και παράδοξο. Διότι ο μεγάλος άνθρωπος, βλέποντας τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, νιώθει περισσότερο ανασφαλής και αναζητεί συνήθως κάλυψη και ασφάλεια. Ο φόβος έτσι γίνεται στοιχείο της ζωής του ηλικιωμένου, συναυξανόμενο με την πρόοδο της ηλικίας. Τα παραπάνω βεβαίως ισχύουν εκεί που δεν λειτουργεί η μεγάλη πίστη στον Χριστό. Ή μάλλον ισχύουν, αλλά καταπολεμούνται και υπερβαίνονται από την πίστη του Χριστού. Διότι αυτό είναι το χαρακτηριστικό της χριστιανικής πίστεως: η ενδυνάμωση της καρδιάς του ανθρώπου και η εξάλειψη του κάθε φόβου. Η παρουσία του Χριστού στη ζωή του ανθρώπου, όποιας ηλικίας, συνοδεύεται πάντοτε με την προτροπή: "Μη φοβού, μόνον πίστευε". Γι' αυτό και ο απόστολος Παύλος σημειώνει ότι "ουκ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού". Και μία τέτοια μεγάλη πίστη, χαρισματική πίστη που κατακρήμνισε όλες τις θεωρούμενες σταθερές, ήταν και η πίστη του αγίου μάρτυρα Ερμεία. Προχωρημένης ηλικίας ο άγιος "και λευκήν έχων την τρίχα τω χρόνω" κατά το συναξάρι. Κι όμως! Το φρόνημά του ήταν τόσο ανδρείο, η γενναιότητά του τόσο εκτυφλωτική, που οι νέοι άνθρωποι κάθε εποχής μπροστά του ωχριούν και υποστέλλονται. Πολύ περισσότερο ισχύουν γι' αυτόν - όπως και για τους άλλους μεγάλης ηλικίας άγιους μάρτυρες της πίστεως, σαν τον άγιο Πολύκαρπο, σαν τον άγιο Χαράλαμπο για παράδειγμα, ή και για τις μικρές κοπέλες χριστιανές μάρτυρες - τα λόγια που είχε πει σπουδαίος άνδρας, όταν γνώρισε την ηρωίδα του '21 Μπουμπουλίνα και είχε θαυμάσει την τόλμη και τη γενναιότητά της, παρόλη τη γυναικεία φύση της: "Μπροστά της οι ανδρείοι έκλιναν την κεφαλή, ενώ οι δειλοί φοβούνταν".
     Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος επισημαίνει επανειλημμένως την πραγματικότητα αυτή. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη το πρώτο στιχηρό του εσπερινού, ο πρώτος ύμνος δηλαδή για τον μάρτυρα Ερμεία, αναφέρεται ακριβώς σ' αυτό.  "Η ακαταμάχητη χάρη του Χριστού που σε δυνάμωνε, μάρτυς, δείχνει σε όλους τη δύναμή Του μέσα από την ασθένεια της φύσης σου. Γι' αυτό και σε θνητό σώμα σε ενίσχυσε να καταπαλέψεις τον άσαρκο διάβολο με δύναμη και να πάρεις τη νίκη" («Η απροσμάχητος χάρις του δυναμούντός σε, εν ασθενεία, μάρτυς, σου της φύσεως πάσι την δύναμιν δεικνύει. Διό και θνητώ σε ενίσχυσε σώματι, καταπαλαίσαι τον άσαρκον κραταιώς και λαβείν τα νικητήρια»). "Ενισχυόμενος, πάνσοφε, από τη δύναμη του θείου Πνεύματος, ταπείνωσες με χαρά τον δυνατό στην κακία δράκοντα" ("Ρώμη θείου Πνεύματος συ κρατυνόμενος, πάνσοφε, τον δυνατόν χαίρων εν κακία εταπείνωσας δράκοντα") (ωδή γ΄). Ακόμη και στην ρίψη του αγίου μέσα στο καμίνι της φωτιάς, κι εκεί φαίνεται να εισέρχεται απτόητος, θυμίζοντας τους τρεις παίδας εν τη καμίνω. "Μπήκες χωρίς κανένα φόβο στην πυρακτωμένη κάμινο, ένδοξε, κι όπως οι τρεις παίδες διέμεινες ακατάφλεκτος με τη δύναμη του Θεού" ("Υπεισήλθες απτόητος την πυρακτωθείσαν, ένδοξε, κάμινον, ως οι παίδες δε διέμεινας θεϊκή δυναστεία ακατάφλεκτος") (ωδή δ΄). Η νεανική ανδρεία του τον έκανε να κραυγάζει την αφοβία του και να ομολογεί την πίστη του στον αληθινό Θεό: "Δεν φοβάμαι κάθε αύξηση των βασάνων που μου γίνεται, ούτε προσφέρω κανένα σεβασμό στους ανύπαρκτους θεούς, έκραζες, παμμακάριστε. Έναν μόνον σέβομαι, τον Ιησού τον Κύριο, ο Οποίος σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου" ("Ου πτοούμαι πάσαν αλγεινών επίτασιν προσγινομένην, ουδέ νέμω σέβας τοις μη ούσιν, έκραζες θεοίς, παμμάκαρ. Ένα μόνον σέβω, Ιησούν τον Κύριον, τον επί Ποντίου Πιλάτου σταυρωθέντα") (ωδή η΄).   
       Ο άγιος Ιωσήφ βεβαίως δεν είναι δυνατόν να μην επισημάνει την αιτία της μεγάλης αυτής πίστης του αγίου Ερμεία και της τρομερής γενναιότητας της καρδιάς του. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την θερμή αγάπη του προς τον Κύριο. Κινητήρια δύναμη, ποιητικό αίτιο της αταλάντευτης θέλησής του, ώστε να υπομείνει όλα τα φοβερά κολαστήρια μέχρι τελικής πτώσης του, παρόλη την ηλικία του, ήταν η πλήρωση της καρδιάς του από τη φλόγα της αγάπης του Χριστού και η διαρκής επομένως ενατένισή του προς Αυτόν. "Γέμισες από το πυρ της αγάπης του Χριστού και έγινες πραγματικά σαν δίστομη μάχαιρα" ("Στομούμενος τω πυρί της του Χριστού αγαπήσεως, ως δίστομος αληθώς γεγένησαι μάχαιρα") (ωδή ς΄). "Ατενίζοντας στον Θεό, ο Οποίος μπορεί να προσφέρει τη σωτηρία, υπέμεινες γενναία τους πόνους του σώματος, Ερμεία, με προσηλωμένο νου" ("Εις Θεόν ατενίζων, τον δυνάμενον σώζειν, νοός ευθύτητι υπήνεγκας τους πόνους, Ερμεία, τους γενναίους") (ωδή ζ΄). Τελικά, το μόνο που μετράει στη ζωή αυτή δεν είναι ούτε η ηλικία ούτε βεβαίως οτιδήποτε άλλο επίγειο προσόν, πέραν του φρονήματος της ίδιας της καρδιάς. Και καρδιά που αντέχει και τον ίδιο τον θάνατο, με επίγνωση και με νόημα, είναι η καρδιά του χριστιανού, η καρδιά δηλαδή που είναι γεμάτη από την πίστη και την αγάπη του Χριστού και του ανθρώπου.

 

Τρίτη 28 Μαΐου 2013

“Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ”: Γιατί ἄραγε;



Ἡ 29η Μαΐου εἶναι ἡ ἐπέτειος τῆς τραγικῆς ἡμέρας γιά τόν Οἰκουμενικό ῾Ελληνισμό, τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Τούρκους τό 1453. Ἡ χιλιόχρονη αὐτοκρατορία ἔπεσε τότε καί παραδόθηκε βορά στά βάρβαρα στίφη τῶν ᾽Οθωμανῶν, πού γέμισαν μέ τά πτώματα τῶν Χριστιανῶν τά περισσότερα σημεῖα τῆς μεγάλης Πόλεως. ῾Καί ἡ γῆ σέ μερικά μέρη δέν φαινόταν ἀπό τούς πολλούς νεκρούς᾽, μᾶς λέει ὁ γνωστός ἱστορικός τῆς ἁλώσεως Γεώργιος Φραντζῆς στό ῾Χρονικόν᾽ του. Γιά νά συνεχίσει:
῾῏Ηταν φοβερό θέαμα καί ἄκουγες θρήνους πολλούς, ποικίλους καί ἔβλεπες ἀμέτρητους ἐξανδραποδισμούς εὐγενῶν, ἀρχοντισσῶν καί παρθένων καί μοναχῶν, πού τίς ἔσερναν ἀλύπητα οἱ Τοῦρκοι ἀπό τά ροῦχα καί τά μαλλιά καί τίς κοτσίδες ἔξω ἀπό τίς ἐκκλησίες, ἐνῶ ἔκλαιαν καί ὀδύρονταν... ῎Εβλεπες τό θεῖο αἷμα καί σῶμα τοῦ Χριστοῦ νά χύνεται στή γῆ καί νά πετιέται...᾽.

Τό ἴδιο καί περισσότερο τραγικός στήν περιγραφή του γιά τήν ἅλωση εἶναι καί ὁ πρῶτος μετά ἀπό αὐτήν Πατριάρχης Κων/λεως Γεννάδιος Σχολάριος. Σέ θρηνητική του ἀναφορά γιά τήν ἡμέρα ἐκείνη γράφει:
Θυμηθεῖτε πόσο μεγάλο καί πόσο ἐκλεκτό ὑπῆρξε τό γένος μας. Γιατί ἦταν σοφό, ἔνδοξο, γενναῖο, φρόνιμο, ἡρωϊκό. Ὑπέταξε ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη σ᾽ἕνα βασίλειο καί μέ τόν ἐνάρετο μάλιστα ζῆλο του ἀπορρόφησε ὁλόκληρη γενικά τήν ἀρετή, ὅπως ἀκριβῶς τό σφουγγάρι τά νερά. ᾽Αλλά τώρα, ἀλλοίμονο γιά τά κακά! Χάθηκε τό πᾶν, ἀφοῦ ἔπεσε στά χέρια τῶν ἐχθρῶν ἡ Κωνσταντινούπολη, πού ἡ ἀνάμνησή της καί μόνο μπορεῖ νά μᾶς κάνει νά ξεσπάσουμε σέ κραυγές πόνου καί γοερά κλάματα καί νά ψυχορραγήσουμε. Πράγματι, ὅταν κυριεύτηκε ἡ Πόλη, βεβηλώθηκαν τά θυσιαστήρια, καταπατήθηκαν τά ἱερά σκεύη καί ἀντικείμενα, χύθηκε πολύ αἷμα, ἀτιμάσθηκαν μοναχές, βιάσθηκαν παρθένες, ἀποκεφαλίστηκαν βρέφη, φονεύτηκαν μέ τά μαχαίρια τῶν ἀσεβῶν ἄρχοντες, ἱερεῖς, ἄντρες, γυναῖκες, ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας.
᾽Αλλοίμονο σ᾽ ἐμένα τόν ταλαίπωρο καί ἄθλιο! Ποιός εἶναι ἱκανός νά ἐξιστορήσει κατά τρόπο δραματικό τό μεγάλο αὐτό πάθημα καί νά ἀναγγείλει στούς μεταγενέστερους τή συμφορά; ᾽Αλλοίμονο! Ποῦ εἶναι ἡ βασιλική πομπή καί παράταξη; Ποῦ εἶναι ἡ στρατιωτική παράταξη τῶν ἀνακτόρων; Ποῦ εἶναι τό τόσο μεγάλο πλῆθος τῶν ἀρχόντων; Ποῦ εἶναι τά διδακτήρια τῆς σοφίας; ᾽Αλλοίμονο σ᾽ ἐμένα τόν δυστυχισμένο! Ποῦ εἶναι ἡ πατριαρχική διοίκηση; Ποῦ εἶναι ἡ ὀμορφιά τῆς ᾽Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ; Ποῦ εἶναι ὁ τόσο πολυπληθής καί τόσο ἐκλεκτός χορός τῆς ἀρχιερατικῆς καί μοναχικῆς τάξεως; Ὁ Μωάμεθ ἐξαφάνισε τά πάντα. Καί τά κακά δέν ὑπάρχουν μόνο στή Βασιλεύουσα, ἀλλά καί στίς μικρότερες πόλεις. Καί σ᾽ αὐτές μάλιστα περισσότερα καί πάρα πολύ φοβερά᾽.

Πέρα ὅμως ἀπό τίς τραγικές περιγραφές τῆς ἀποφράδος ἐκείνης ἡμέρας, ἐκεῖνο πού ἰδιαιτέρως προξενεῖ ἐντύπωση σέ ὅλα τά κείμενα τῆς ἐποχῆς εἶναι ἡ ἑρμηνεία τήν ὁποία δίνουν ὅλοι οἱ συγγραφεῖς τους γιά τό γεγονός τῆς πτώσεως. Οὔτε λίγο οὔτε πολύ ὡς αἴτιο στό νά χαθεῖ ἡ Βασιλεύουσα θεωροῦνται κυρίως οἱ ἁμαρτίες τῶν Χριστιανῶν. Λέει πάλι ὁ ἅγιος Γεννάδιος στόν ἴδιο θρῆνο πού ἀναφέραμε: ῾Καί ταῦτα πάντα διά τά ἁμαρτίας ἡμῶν!᾽῾Καί ὅλα τοῦτα ἔγιναν ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅταν δέ στρέψω τήν προσοχή μου σ᾽ αὐτά, γίνομαι ἔξαλλος, ἡ ψυχή μου ταράζεται καί τό πνεῦμα μου παθαίνει ἴλιγγο᾽. Καί ὁ προαναφερθείς Γεώργιος Φραντζῆς περιγράφοντας τίς τελευταῖες στιγμές τῆς Πόλης πρίν τήν τελική πτώση, σημειώνει: ῾Διέταξε λοιπόν ὁ βασιλεύς, μαζί μέ τίς ἅγιες καί σεπτές εἰκόνες καί τά ἅγια λείψανα, ἱερεῖς, ἀρχιερεῖς καί μοναχοί, γυναῖκες καί παιδιά, νά περιφέρονται μέ δάκρυα στά τείχη τῆς πόλεως καί νά ψάλλουν τό ῾Κύριε ἐλέησον᾽ καί νά ἱκετεύουν τόν Θεό νά μή μᾶς παραδώσει γιά τίς ἁμαρτίες μας στά χέρια ἐχθρῶν ἀνόμων καί ἀποστατῶν καί πονηροτάτων σέ ὅλη τήν οἰκουμένη, ἀλλά νά μᾶς λυπηθεῖ σάν κληρονόμους τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ᾽.

Ἡ Πόλη λοιπόν ἔπεσε, κατά παραχώρηση Θεοῦ, λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τῶν Χριστιανῶν. Αὐτή ἦταν ἡ ἐκτίμηση καί ἀξιολόγηση πού ἔκαναν οἱ ἴδιοι οἱ Βυζαντινοί καί οἱ κοντινοί στά γεγονότα ἱστορικοί. Κι εἶναι τοῦτο ἕνα ἀξιοθαύμαστο γιά μᾶς τούς νεώτερους γεγονός, γιατί δείχνει μέ πολλή καθαρότητα ὅτι ἡ πίστη γιά τούς Βυζαντινούς δέν ἦταν κάτι τό θεωρητικό οὔτε κάτι τό ξεπερασμένο. ᾽Αποτελοῦσε τόν ἄξονα τῆς ζωῆς τους, ἀφοῦ πάνω σ᾽ αὐτό ἔκριναν τήν ὁποιαδήποτε σκέψη καί ἐνέργειά τους. Μέ ἄλλα λόγια μιά χιλιόχρονη αὐτοκρατορία ἔκανε μιά μεγαλειώδη πορεία πάνω στή γῆ - καί μέ τίς μελανές βεβαίως σελίδες της – καθώς τρεφόταν καθημερινά ἀπό τόν Οὐρανό. Κι ὅταν ἄρχισε ἡ παρέκκλιση ἀπό τό νόμο τοῦ Θεοῦ, ἦλθε τό ἀποτέλεσμα: ἡ ὑποταγή στόν ἐχθρό. Μέ σκοπό βεβαίως τή δημιουργία συνθηκῶν μετανοίας καί ἐπανόδου στόν ὀρθό δρόμο.

Δέν πρέπει νά σπεύσουμε νά εἰρωνευθοῦμε τή σκέψη καί τήν αἴσθηση τῶν προγόνων μας αὐτῶν ἐμεῖς οἱ νεώτεροι πού ἔχουμε συνηθίσει νά βλέπουμε τήν ἱστορία μόνο ὁριζόντια καί ἄσχετα ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦτο γιατί ἡ δική μας θεώρηση εἶναι θεώρηση μυωπική, πού προϋποθέτει ἀπιστία ἤ τό καλύτερο ὀλιγοπιστία στόν Θεό. ῎Αν δηλαδή πιστεύσουμε ὅτι ἡ ἱστορία γράφεται μόνον ἀπό τούς ἀνθρώπους κάτω ἀπό τυχαῖες συνθῆκες, χωρίς νά ὑπάρχει ἡ παρέμβαση τοῦ Θεοῦ, τότε ἁπλῶς ἐπιβεβαιώνουμε ὅτι ζοῦμε καί ἐμεῖς ὡς ῾ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ᾽. Καί ὁπωσδήποτε δέν ἔχουμε τήν ὅραση τῶν πραγμάτων πού διδαχθήκαμε νά ἔχουμε ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Μέσα στά πλαίσια λοιπόν τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἡ ἐκτίμηση τῶν Βυζαντινῶν ὅτι ἡ Πόλη ἔπεσε ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους ἠχεῖ...πολύ χριστιανικά. Θά ἔλεγε μάλιστα κανείς ὅτι ἡ κρίση τους αὐτή ἀποτελεῖ κρίση προφητική, ἀφοῦ παρόμοια ἀξιολογοῦσαν τά πράγματα γιά τόν ᾽Ισραηλιτικό βεβαίως λαό, τόν ἐκλεκτό θεωρούμενο τοῦ Θεοῦ, καί οἱ σταλμένοι ἀπό τόν Θεό προφῆτες. Ὅλοι ἀσφαλῶς γνωρίζουμε ὅτι κάθε ἀπομάκρυνση τοῦ ᾽Ισραήλ ἀπό τό νόμο τοῦ Θεοῦ ὁδηγοῦσε στήν ὑποταγή του σέ ξένους ἐχθρικούς λαούς, μέ ἀναρίθμητες συμφορές καί καταστροφές. Κι ὁ σταλμένος ἀπό τόν Θεό προφήτης πού παρουσιαζόταν σέ κάθε τέτοια κρίσιμη γιά τόν ᾽Ισραήλ στιγμή, ἑρμήνευε τά πράγματα ἀκριβῶς ἔτσι: ὅτι ἡ καταστροφή ὀφείλετο στίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ, γι᾽ αὐτό καί ἡ διέξοδος ἦταν ἡ μετάνοια καί ἡ ἐπιστροφή στόν Θεό.

Ἡ τραγική ἐπέτειος τῆς 29ης Μαΐου δέν πρέπει νά εἶναι μόνον ἀφορμή γιά ὄξυνση τῆς ἱστορικῆς μας μνήμης, ἀλλά καί γιά παραδειγματισμό καί διδαχή. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἄν καί ἐμεῖς παρουσιάζουμε στή ζωή μας φαινόμενα ἀπομάκρυνσης ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ - καί δυστυχῶς σέ ἕνα μεγάλο ποσοστό δέν τά παρουσιάζουμε σέ πολλά ἐπίπεδα; - τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι τό ἴδιο μέ τίς προγενέστερες ἐποχές: ὁ Θεός θά παραχωρήσει, ὡς συνέπεια τῆς ἀνορθόδοξης ζωῆς μας, νά ὑποστοῦμε καταστροφές. ῎Ισως θά πρέπει νά δοῦμε καί τήν κρίση πού περνᾶμε σήμερα ὡς κοινωνία, ὡς κράτος, ὡς ἄτομα κάτω ἀπό τήν παραπάνω ὀπτική. Ὁπότε καί ἡ διέξοδος ἀποτελεῖ μονόδρομο: ἡ γνήσια μετάνοια καί ἐπιστροφή μας στόν Θεό.