Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ

«Ο άγιος Ισίδωρος, που ήταν Αιγύπτιος κατά το γένος, ήταν γνωστός ως υιός ευγενών και θεοφιλών γονέων, και  ήταν συγγενής του Θεοφίλου και του Κυρίλλου, των Επισκόπων της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων. Ο όσιος αυτός, πεπαιδευμένος πάρα πολύ και από τη θεία σοφία, αλλά και από την έξωθεν, άφησε πάμπολλα συγγράμματα, άξια λόγου και μνήμης στους φιλομαθείς. Αφού εγκατέλειψε κάθε είδος πλούτου, τη λαμπρότητα του γένους του, την ευδαιμονία του βίου, επήγε στο Πηλούσιο όρος και ακολούθησε τη μοναχική ζωή. Εκεί διάγοντας με πλήρη αφιέρωση στον Θεό, φώτιζε με τη διδασκαλία των θείων του λόγων  όλη την οικουμένη, με αποτέλεσμα να οδηγεί σε μετάνοια τους αμαρτάνοντες, να στηρίζει αυτούς που αγωνίζονταν στην πίστη, να διεγείρει προς την αρετή αυτούς που απειθούσαν, με την αυστηρότητα των θείων ελέγχων του. Κι ακόμη: να υπενθυμίζει και να νουθετεί και  βασιλείς, για το συμφέρον της οικουμένης, και γενικά να ερμηνεύει με σοφότατο τρόπο τα λόγια της Αγίας Γραφής σε όλους αυτούς που τον ρωτούσαν. Λέγεται μάλιστα ότι οι επιστολές του φτάνουν τις δέκα χιλιάδες. Αφού έζησε λοιπόν άριστα και πολιτεύτηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έφυγε από τη ζωή αυτή σε βαθύ γήρας».

Ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του οσίου Ισιδώρου, είναι επόμενο να εστιάζει την προσοχή του σε αυτό που αποτέλεσε το μεγαλύτερο χάρισμα του σήμερα τιμωμένου αγίου: τη διδασκαλία του. Σχεδόν στο σύνολο των ύμνων που έγραψε γι’ αυτόν, στο διδακτικό του οσίου αναφέρεται, με παράλληλη αναφορά στη διαχρονική επιρροή του στους πιστούς και στις προϋποθέσεις του λόγου του, προφορικού και γραπτού. Στο τροπάριο του καθίσματος του όρθρου για παράδειγμα, κατά συμπυκνωμένο τρόπο επισημαίνει: «Αναδείχτηκες βίβλος διδασκαλίας της γνώσης, που συντάχθηκε με τον φωτισμό του πανάγνου Πνεύματος από τον πλούτο της πίστης σου, και φανερώνεις τα θεία σε όλους που έχουν ανάγκη τον Θεό και Τον αναζητούν, όπως και θησαυρίζεις τη ζωή γι’ αυτούς που την θέλουν» («Βίβλος γνώσεως διδασκαλίας, πλούτω πίστεως συντεταγμένη, τω πανάγνω ανεδείχθης εν Πνεύματι, ανακαλύπτων τα θεία τοις χρήζουσι, και την ζωήν θησαυρίζων  τοις θέλουσι»). Και σ’ ένα από τα στιχηρά του εσπερινού παρουσιάζει τον όσιο με ωραία έμπνευση: «Με την πλημμύρα της χάρης του Θεού και με τη βροχή των λόγων σου, ποτίζεις όλους του πιστούς. Διότι βάζοντας το στόμα σου στον κρατήρα της θεϊκής σοφίας, σαν να πίνεις από πηγή, άντλησες από εκεί με αφθονία, και διέδωσες παντού τις ακτίνες των δογμάτων σου, στέλνοντας επιστολές και διδάσκοντας και νουθετώντας, θαυμάσιε» («Τη πλημμύρα της χάριτος και τοις όμβροις των λόγων σου, καταρδεύεις άπαντας τους θεόφροναςτης ανωτάτω σοφίας γαρ κρατήρι το στόμα σου επιθείς ως εκ πηγής, δαψιλώς συ εξήντλησας, και διέδωκας πανταχού τας ακτίνας των δογμάτων, επιστέλλων και διδάσκων και νουθετών αξιάγαστε»).

Είπαμε βεβαίως ότι αναφέρεται ο άγιος υμνογράφος και στις προϋποθέσεις του οσίου ως προς το χάρισμα του λόγου που είχε. Ο όσιος Ισίδωρος δηλαδή δεν έγραφε ή δεν κήρυσσε, και μάλιστα με μεγάλη καλλιέπεια, επειδή απλώς μελέτησε – η μελέτη του ήταν πράγματι κοπιώδης και επισταμένη, τόσο των εκκλησιαστικών Πατέρων και συγγραφέων, όσο και των διαφόρων φιλοσόφων – αλλά κυρίως επειδή «έμαθε αφ’ ων έπαθε» κατά την εκκλησιαστική ορολογία. Έζησε με άλλα λόγια την πνευματική ζωή, φωτίστηκε από το Πνεύμα του Θεού, γνώρισε τον Θεό, τον κήρυξε. Σ’ ένα από τα στιχηρά και πάλι του εσπερινού ο υμνογράφος σημειώνει: «Καθώς ανυψωνόσουν προς τον Θεό σε όλη τη ζωή σου με θεωρίες και πράξεις, πάνσοφε, έθεσες για πάντα ως στέρεο θεμέλιο την πράξη της αρετής σαν σκαλοπάτι για τη θεωρία, και αγάπησες με σοφό τρόπο το πιο επιθυμό στον κόσμο, τον Θεό» («Θεωρίαις και πράξεσι προς Θεόν ανυψούμενος διά βίου, πάνσοφε, διετέλεσας της θεωρίας επίβασιν, την πράξιν πηξάμενος, και σοφώς των ορεκτών αγαπήσας το έσχατον»). Κι αλλού: «Θανάτωσες με την εγκράτεια το αμαρτωλό φρόνημα, καθώς ντύθηκες τη ζωηφόρο νέκρωση που δίνει ο Χριστός. Κι αφού πλάτυνες  την κατάσταση της ψυχής σου, πανόσιε, την έκανες να χωράει καθαρά τα χαρίσματα του Πνεύματος, και έγινες έτσι δοχείο θεοπνεύστων διδαγμάτων και κατοικητήριο της υπέρ νουν θεϊκής σοφίας» («Εγκρατεία το φρόνημα της σαρκός εθανάτωσας, ζωηφόρον νέκρωσιν ενδυσάμενος και της ψυχής την κατάστασιν πλατύνας, πανόσιε, εναργώς χωρητικήν χαρισμάτων του Πνεύματος απετέλεσας, και δοχείον εγένου θεοπνεύστων διδαγμάτων, και σοφίας της υπέρ νουν ενδιαίτημα»).

Ο όσιος Ισίδωρος μας άφησε περί τις δέκα χιλιάδες (δύο κατά πιο ακριβή έρευνα) επιστολές. Όπως κι αν έχει το πράγμα όμως, σημασία έχει το γεγονός ότι υπήρξε «ο πολυγραφότερος επιστολογράφος της αρχαίας Εκκλησίας» (Σ. Παπαδόπουλος). Κι αυτό σημαίνει, το τονίζει η υμνολογία της Εκκλησίας μας, ότι μπορεί και καθοδηγεί και νουθετεί και πλουτίζει, πέραν εκείνων της εποχής του, και τους πιστούς όλων των εποχών. Οι επιστολές του είναι πράγματι ένας θησαυρός, που πολύ συχνά μάλιστα παραπέμπουν στον ατίμητο θησαυρό των κειμένων του αγίου Χρυσοστόμου, τον οποίο αγαπούσε υπερβαλλόντως και τον οποίο, γι’ αυτόν τον λόγο,  αξιοποίησε και στα δικά του γραπτά σε μεγάλο βαθμό. «Ως κάλαμος του αγίου Πνεύματος» ο άγιος Ισίδωρος έτσι, αποτελεί μία διαρκή πρόκληση και πρόσκληση για όλους εμάς, να έλθουμε μέσω των κειμένων του σε επαφή με το ίδιο το άγιο Πνεύμα, τη ζωντανή παρουσία του Θεού. Ας ακούσουμε και πάλι τον ανάλογο ύμνο του κανόνα του: «Δίνεις την περίσσια του πλούτου σου και μετά τον θάνατό σου, αφού άφησες τους έμψυχους λόγους σου σαν πολύτιμο κληροδότημα σε όλους τους πιστούς, που δοξολογούν τον Χριστό στους αιώνες» («Πλεονάζεις τον πλούτον και μετά θάνατον, τους εμψύχους σου λόγους, ώσπερ πολύτιμον πάσι τοις πιστοίς κληροδοσίαν λιπών, τοις υπερυψούσι Χριστόν εις τους αιώνας»).