«Ο άγιος Ζαχαρίας, που εορτάζει σήμερα,
εβραϊκό όνομα που σημαίνει «αυτός που θυμάται τον Κύριο», είναι άλλος
από τον προφήτη Ζαχαρία που ανήκει στον κύκλο των δώδεκα μικρών λεγομένων
προφητών της Παλαιάς Διαθήκης. Κι αυτός χαρακτηρίζεται προφήτης, γιατί πράγματι
είχε προφητικό χάρισμα, και τα σχετικά με αυτόν καταγράφονται από τον
ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος αναφέρει ότι την περίοδο της ιερατείας του στον
Ναό, ως ιερεύς που ήταν, δέχτηκε οπτασία του αρχαγγέλου Γαβριήλ,
προαναγγέλλοντάς του τη γέννηση του υιού του Ιωάννη, παρ’ όλα τα λογικά εμπόδια: το γήρας του ίδιου, το
γήρας και τη στειρότητα της γυναίκας του Ελισάβετ. Λόγω της αμφισβήτησής του, ο
αρχάγγελος τον «τιμωρεί» με αφωνία, η οποία λύεται με τη γέννηση του Ιωάννη,
γεγονός που οδηγεί τον Ζαχαρία σε ύμνους και δοξολογίες, όπως και σε προφητεία
για το παιδί του. Το τέλος του υπήρξε μαρτυρικό, όπως σημειώνεται και στην Κανή
Διαθήκη, τον σκότωσαν δηλαδή οι συμπατριώτες του, κατά τη γνωστή συνήθειά τους,
μεταξύ του Ναού και του θυσιαστηρίου».
Ο προφήτης Ζαχαρίας,
παρ’ όλη τη σύνδεση της μνήμης του με τη
δυσπιστία του σ’ αυτό που του ανήγγειλε
ο αρχάγγελος Γαβριήλ, τιμάται ιδιαιτέρως από την Εκκλησία μας, σε αναφορά πάντοτε
με τον τρισμέγιστο υιό του, Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο υμνογράφος μάλιστα της
ακολουθίας του τον βλέπει καταστολισμένο μ’
ένα τριπλό στεφάνι: το στεφάνι του πιστού ιερέα του Θεού, του άριστου
μάρτυρα και του ένδοξου προφήτη: «εν
ιερεύσι πιστός και εν μάρτυσιν άριστος, και προφήτης ένδοξος…τριπλώ στεφάνω
κατακοσμούμενος». Όμως εκείνο που οι πολλοί φέρνουν στη μνήμη τους είναι,
όπως είπαμε, η αμφισβήτηση της ουράνιας οπτασίας, για την οποία ο ιερός
Χρυσόστομος λέει ότι έφερε ως αποτέλεσμα την κώφευση και την αλαλία του, διότι
φανέρωνε την προτεραιότητα της λογικής του έναντι της παντοδυναμίας του λόγου
του Θεού. Είναι δυνατόν, διερωτάται μάλιστα ο άγιος Πατέρας, να υπάρξει η όποια
λογική αντίρρηση σ’ Εκείνον που ο λόγος
Του συστήνει και δημιουργεί τα σύμπαντα;
Κι όμως! Αν κρίναμε
την αντίδραση του αγίου Ζαχαρία με τα κριτήρια των μετέπειτα αγίων μας, ιδίως
των νηπτικών Πατέρων και Διδασκάλων, θα έπρεπε να τον επαινέσουμε. Διότι
ακριβώς δεν έσπευσε να αποδεχθεί την οπτασία, το όραμα. Οι άγιοί μας δηλαδή,
βασισμένοι στον λόγο του Θεού αλλά και την εμπειρία τους, μας διδάσκουν ότι η
πρώτη αντίδρασή μας σε τέτοια φαινόμενα, αν παρουσιαστούν, θα πρέπει να είναι η
επιφύλαξη, κι ίσως η αμφισβήτηση. Κι αυτό γιατί δεν είναι μόνον ο Θεός, ο
Οποίος μπορεί να φανερωθεί δι’ αγγέλου
Του ή δι’ άλλου τρόπου, αλλά και ο
πονηρός διάβολος. Ο διάβολος μάλιστα είναι εκείνος συνήθως ο οποίος προσβάλλει
τον άνθρωπο με τον συγκεκριμένο τρόπο, γι’
αυτό και η επιφυλακτικότητα θεωρείται τελικώς ότι είναι…εκ Θεού.
Θυμόμαστε τα λόγια αγίου ασκητή του αγίου Όρους, ο οποίος έλεγε ότι από τα
τριακόσια περίπου οράματα που δέχτηκε ως καλόγερος, μόνον τα τρία ήταν εκ Θεού.
Ο έπαινος επομένως θα ήταν η ορθή αντίδρασή μας μπροστά στην αμφισβήτηση του
αγίου Ζαχαρία. Και το ίδιο το ευαγγελικό
κείμενο δεν φαίνεται να είναι αρνητικό σε κάτι τέτοιο. Η «τιμωρία» του προφήτη
μάλλον λειτουργεί ως απλή παιδαγωγία, γι’
αυτό και μόλις γεννιέται το παιδί Ιωάννης, λύνεται και η γλώσσα του
αγίου.
Η ακολουθία της
ημέρας μάς δίνει όμως και μία άλλη ερμηνεία της κώφευσης και αλαλίας του
Ζαχαρία, εντάσσοντας αυτήν μέσα στα πλαίσια του προφητικού του χαρίσματος: η
κώφευσή του προφητεύει τη σιγή της Παλαιάς Διαθήκης, που ολοκληρώνει το έργο
της με την εμφάνιση του φωτός της χάρης του Θεού, το οποίο υποδεικνύεται με τη
γέννηση του Ιωάννη. «Ω, του παραδόξου
θαύματος! Της Παλαιάς την σιγήν, και της Νέας την έκφανσιν, Ζαχαρίου κώφευσις,
προφητεύει σαφέστατα. Την γάρ νόμου σιγήσας πλήρωσιν, το φως υπέδειξε το της
χάριτος». Πρόκειται για μία συμβολική αναγωγή της αλαλίας του προφήτη, για
την οποία συγκινούμαστε, γιατί μας δείχνει με τι ευρύ πνεύμα η Εκκλησία μας
αντιμετωπίζει τα γεγονότα της Θείας Οικονομίας και πόσο το Πνεύμα του Θεού την
καθοδηγεί για την ορθή όρασή τους. Και πέραν τούτου: η ίδια η ακολουθία, δηλαδή
η όραση και πάλι των γεγονότων με θείο φωτισμό, μας προσανατολίζει σε κάτι που
έχει άμεση αναφορά και στη δική μας ζωή. «Ο
προφήτης σου, Δέσποτα – επισημαίνει ο άγιος υμνογράφος – τύποις λογικοίς πιστώς ελειτούργει σοι, και
της χάριτος ηξίωται, κατιδείν εν γνώσει την αλήθειαν». Δηλαδή: ο προφήτης
σου, Κύριε, λειτουργούσε πιστά στους λογικούς τύπους (της Παλαιάς Διαθήκης),
γι’ αυτό αξιώθηκε να δει με επίγνωση και την αλήθεια της χάριτος (με τον ερχομό
του Χριστού). Όταν με άλλα λόγια και εμείς επιμένουμε, μένοντας σταθεροί και
πιστοί σ’ αυτά που έστω και τυπικά μπορούμε να επιτελέσουμε
από τον νόμο του Θεού – την προσευχή μας, τον εκκλησιασμό μας, τη μελέτη του
λόγου του Θεού, την ελεημοσύνη μας – θα δούμε τη χάρη του Θεού να
ενεργοποιείται και να γλυκαίνει την καρδιά μας. Μία περίοδος πνευματικής
ξηρότητας δηλαδή, όταν δεν γίνεται αφορμή για να αποκλίνουμε από τον λόγο του
Θεού, φέρνει συνήθως πλούσια έπειτα τη δροσιά της παρουσίας του Θεού.