«Ρώτησαν τον όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη κάποια φορά:
“Γέροντα, πώς είναι δυνατόν να
ευεργετείς κάποιον κι εκείνος να φέρεται όχι απλώς με αχαριστία, αλλά να κοιτάει
να σου κάνει κακό από πάνω”; Ο άγιος Γέροντας, γνώστης της ανθρώπινης παθολογίας αλλά
και του βάθους της ψυχής, απαντά ότι αυτό είναι φυσικό! Στην έκπληξη του
ερωτώντος, λέει:
- Αυτό είναι φυσικό, γιατί όσο ζεις εσύ, εκείνος θυμάται το
χρέος του κι επομένως πρέπει να σε αφανίσει για να σταματήσει να υπάρχει το
χρέος. Το ίδιο συνέβηκε και σε μένα, όταν κάποιος μου χρωστούσε χρήματα κι
εκείνος προσπάθησε να με βλάψει, να φύγω από τη μέση. Αυτή είναι φυσική
συμπεριφορά.
Γι’ αυτό τις περισσότερες φορές, όταν κανείς κάνει
ευεργεσία, πρέπει να την κάνει αφανώς, να μην αισθάνεται ο άλλος υποχρέωση, να
μην ξέρει κι από πού προέρχεται η ευεργεσία, γιατί μπορεί να μεταβληθεί η
ευγνωμοσύνη σε εκδίκηση, σε κακό, ας πούμε”» («Θαυμαστά γεγονότα και
συμβουλές του Γέροντος Πορφυρίου, Ι. Ησ. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος».
Φαίνεται πράγματι παράδοξο και παράλογο, μα τελικώς είναι
το…φυσικό και το σύνηθες: να ευεργετείς και να δέχεσαι επιθέσεις και κακότητες,
όχι τόσο εμφανείς όσο αφανείς, επιθέσεις δηλαδή διαδραματιζόμενες στο βάθος της
καρδιάς του ανθρώπου, εκεί που κονταροχτυπιέται η χάρη του Θεού με τα πάθη του
ανθρώπου. Η παροιμία είναι γνωστή και αναρτημένη σε πολλά γραφεία: «ουδείς
αγνωμονέστερος του ευεργετηθέντος»! Αυτός που ευεργετήθηκε από σένα πολύ συχνά
όχι μόνο δεν θα σταθεί με ευγνωμοσύνη απέναντί σου, αλλά θα γίνει ενάντιος και
μάλιστα πρωτοπόρος των αντιπάλων σου. Η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοιες
περιπτώσεις, με πρώτη βεβαίως τη στάση ημών των ανθρώπων, όπως την είδαμε στους
άρχοντες των Ιουδαίων της εποχής του Χριστού, απέναντι στον ίδιο τον Κύριο, τον
ενανθρωπήσαντα Θεό μας! «Διῆλθεν εὐεργετῶν
καί ἰώμενος πάντας» σημειώνει ο λόγος της Γραφής κάνοντας τη γενική
αξιολόγηση του έργου του Κυρίου επί γης: ευεργετούσε διαρκώς και θεράπευε τους πάντες.
Και ποια η στάση των ανθρώπων τότε, κάτι που διαιωνίζεται βεβαίως με διαφόρους
τρόπους μέχρι σήμερα και όσο θα υπάρχει κόσμος; «Ἆρον, ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν!» Βγάλτε τον από τη μέση.
Δεν υπάρχει λογική εξήγηση. Η μόνη εξήγηση μπορεί να
δοθεί μόνο στο επίπεδο όπως είπαμε των παθών των ανθρώπων και του υποκινητή
αυτών Πονηρού διαβόλου. Ο πεσμένος στην αμαρτία δηλαδή άνθρωπος, που έχει
διαγράψει τον Θεό από τη ζωή του, συνεπώς και τη στάση της αληθινής και
ανιδιοτελούς αγάπης, διότι «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί»,
κινείται με βάση μόνο το αρρωστημένο εγώ του, εκείνο που βλέπει μόνο τον εαυτό
του, γι’ αυτό και οτιδήποτε προκαλεί το εγώ αυτό πρέπει να το… εξαφανίσει, να
μην υφίσταται, γιατί είναι ενοχλητικό. Ο εγωισμός, κατά τον λόγο του οσίου που
αναφέραμε, δεν ανέχεται την ταπείνωση της προσφοράς του άλλου απέναντί του – η αποδοχή
της αγάπης απαιτεί ένα ποσοστό ταπείνωσης. Και ταπείνωση στον εγωιστή και
υπερήφανο άνθρωπο δεν υφίσταται. Πρόκειται για τη «φυσιολογία» του μη
αναγεννημένου από τη χάρη του Θεού ανθρώπου - «αυτό είναι φυσικό», σημειώνει ο όσιος χωρίς καμία έκπληξη. Γιατί το
χρέος από την προσφορά του άλλου απέναντί του λειτουργεί ως φωτιά που τον
κατακαίει, κάτι που μας ανοίγει τα μάτια για να δούμε και τα σημάδια του τι εστι…
κόλαση. Η στάση του έτσι είναι… μονόδρομος: πρέπει εσύ που τον ευεργέτησες να
σταματήσεις να υπάρχεις. Για να μη του θυμίζεις το χρέος. Και με την πρώτη
ευκαιρία θα σου κάνει κακό!
Οπότε, ο όσιος Πορφύριος προτείνει αυτό που ήδη ο Κύριος
και οι άγιοι μαθητές Του έχουν υποδείξει ποικιλοτρόπως: την αγάπη σου στον
άλλον να την προσφέρεις αφανώς – «μή
γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου!». Κι όχι μόνο για να «γλιτώσεις»
εσύ από τους λογισμούς της κενοδοξίας, αλλά για να βοηθήσεις και τον άλλον να
μην περιπέσει στους λογισμούς της ενόχλησης του εγωισμού του και της κινήσεως της
εκδικητικότητάς του. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, γιατί λειτουργεί μέσα του το
μυστήριο της ανομίας με τρόπους ανεξέλεγκτους. Κι αυτή η ανομία δεν εντοπίζεται
μόνο στους εκτός της πίστεως και της Εκκλησίας ανθρώπους, αλλά στους πάντες,
ακόμη και στους θεωρουμένους χριστιανούς, όταν βεβαίως αυτοί δεν έχουν επίγνωση
του χαρίσματος στο οποίο μετέχουν ως χριστιανοί: να είναι μέλη Χριστού και
μέτοχοι συνεπώς της θυσιαστικής αγάπης Του.
Κι εδώ αναδεικνύεται με ανάγλυφο τρόπο η υπέρ φύσιν κατάσταση που αγωνίζεται να ζει ο αληθινός πιστός και που σημειώνει σε άλλα σημεία των λόγων του ο μέγας σύγχρονος όσιος. Διότι αυτός που κατανοεί ότι διά του αγίου βαπτίσματος και των λοιπών μυστηρίων της Εκκλησίας κλήθηκε να προεκτείνει τον Κύριο Ιησού Χριστό, να βρίσκεται στον κόσμο ως άλλος… Εκείνος, κινείται σε κατάσταση που υπέρκειται του «φυσικού», του πτωτικού δηλαδή ανθρώπου. Μπορεί να επηρεάζεται σ’ έναν βαθμό από την αμαρτία, αλλά αντιδρά, μετανοεί, παλεύει να μεταστρέφει τον όποιο εγωισμό του σε γνήσια αγάπη, προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Συνεπώς στηριγμένος και στη βάση της αγάπης, την ταπείνωση, αποδέχεται τις ευεργεσίες, πρώτιστα του Θεού απέναντί του, γιατί έχει τα μάτια για να τις βλέπει – «ὧν ἴσμεν καί ὧν οὐκ ἴσμεν» λέμε διαρκώς στη Θεία Λειτουργία για τις πολυποίκιλες ευεργεσίες του Θεού που τις περισσότερες όντως τις αγνοούμε! – αλλά και των συνανθρώπων του ως έκφραση της αγάπης τους απέναντί του. Και τι κάνει; Όχι μόνο δεν… στριμώχνεται, αλλά μεταποιεί την ευεργεσία σε δοξολογικές κραυγές προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο βαθαίνοντας την ταπείνωσή του. «Δόξα τῷ Θεῷ» λέει εν ευχαριστία αδιάκοπα ο πιστός, θεωρώντας και τον όποιο ευεργέτη του άνθρωπο ως όργανο του Θεού για να εκφραστεί η αγαθή Πρόνοιά Του έναντί του. «Δόξα τῷ Θεῷ!», «Κύριε ἐλέησον!», το δίπολο πάνω στο οποίο πορεύεται κάθε αληθής χριστιανός.