῾Οὐ μόνον δέ, ἀλλά καί καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν…᾽
(Ρωμ. 5, 3)
Ἡ θλίψη, ὡς καρπός τῆς ἁμαρτίας, δέν ἐξαφανίστηκε μαγικά ἀπό τούς ἀνθρώπους
μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπω Ἰησοῦ Χριστοῦ. ῾Ο Θεός ἀπαρχῆς θέλησε ὁ ἄνθρωπος
νά εἶναι συνεργός Του, ὥστε ἡ κάθε προσφορά Του σ᾽ αὐτόν νά ἀπαιτεῖ καί τή δική
του ἔγκριση. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί δέν ἔπεσε στήν ἁμαρτία; ᾽Ελλείψει τῆς συνεργίας
του; ᾽Από τή στιγμή ὅμως πού ὁ ἄνθρωπος θά πεῖ ῾ναί᾽ στόν Δημιουργό του, ἀπό ἐκείνη
τή στιγμή ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ θά διοχετεύεται καί σ᾽ αὐτόν, γιατί ἀκριβῶς θά συντονίζεται
μ᾽ ᾽Εκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τῆς χαρᾶς. Μετά τόν Χριστό ἡ χαρά ὑπάρχει, ἀλλά μέ
τήν ταυτόχρονη ὕπαρξη καί τῆς θλίψης, στόν βαθμό πού ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται γιά τόν
ἁγιασμό του, ἔχοντας ὅμως καί τίς στιγμές τῆς ἀδυναμίας καί τῆς πτώσης του στήν
ἁμαρτία. Τό πίπτειν καί ἐγείρεσθαι, ἡ διαδικασία τῆς μετάνοιας δηλαδή, θά εἶναι
πιά ἡ ἐπί γῆς πορεία του, συνεπῶς ἡ χαρμολύπη, ἡ παράδοξη σύζευξη τῶν ἀντιθέτων,
θά προσδιορίζει τή ζωή του.
῾Η θλίψη ὅμως ἔρχεται στόν χριστιανό
ὄχι μόνο ἀπό τίς δικές του ἁμαρτίες, ἀλλά καί ἀπό τή φθορά τῆς πεσμένης στήν ἁμαρτία
φύσης. Οἱ ἀρρώστιες, οἱ ῾κακοτυχίες᾽, οἱ ὅποιες δοκιμασίες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος,
ἐξακολουθοῦν καί ὑφίστανται μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, συνεπῶς ἐνῶ ὁ
Κύριος κατήργησε τό αἴτιο τῆς θλίψης: τήν ἁμαρτία, οἱ συνέπειες τῆς φθορᾶς βρίσκονται
σέ καθημερινή διάταξη. Τή θλίψη αὐτή καί τίς δοκιμασίες ὅμως τίς ἀντιμετωπίζει ἀλλιῶς
πιά ὁ χριστιανός: μέ τή νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας δεδομένη λόγω τῆς ἐνίσχυσης ἀπό τόν
Κύριο – μέσα στήν ᾽Εκκλησία ὅπου ἔχει γίνει μέλος Χριστοῦ καί τρέφεται καθημερινῶς
ἀπό Αὐτόν – τίς θεωρεῖ ὡς μέσα περαιτέρω προαγωγῆς του στήν πίστη καί στή σχέση
του μέ τόν Θεό. Θεωρεῖ τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις παιδαγωγικά μέσα, πού ὡς σκαλοπάτια
τόν ὁδηγοῦν πληρέστερα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτή εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ ἀποστόλου
Παύλου: ῾καυχόμαστε στίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες,
γιατί ξέρουμε καλά πώς οἱ δοκιμασίες ὁδηγοῦν στήν ὑπομονή, ἡ ὑπομονή στόν δοκιμασμένο
χαρακτήρα, κι ὁ δοκιμασμένος χαρακτήρας στήν ἐλπίδα. Κι ἡ ἐλπίδα τελικά δέν ἀπογοητεύει᾽.