«Ο
άγιος Μελέτιος, λόγω της πολύ μεγάλης αρετής του και της καθαρής
αγάπης του στον Χριστό, έγινε επιθυμητός από πολλούς τόσο πολύ, ώστε από την πρώτη ημέρα της χειροτονίας του που εισήλθε στην Αντιόχεια, ο κάθε πιστός κινούμενος από πόθο γι’ αυτόν τον καλούσε στην οικία
του, πιστεύοντας ότι ο άγιος θα την αγιάσει με την είσοδό του. Δεν συμπλήρωσε τριάντα ημέρες στην πόλη και εκδιώχθηκε από τους
εχθρούς της αλήθειας, διότι παρασύρθηκε τότε ο βασιλιάς και
βεβαίως ο
Θεός επέτρεψε αυτό. Όταν επανήλθε μετά την παράνομη εκείνη
δίωξη, έμεινε περισσότερο από δύο έτη στην Κωνσταντινούπολη. Και πάλι ο βασιλιάς με γράμματα τον καλεί όχι κάπου κοντά, αλλά στη Θράκη. Το ίδιο συνέρρευσαν εκεί και
άλλοι επίσκοποι από πολλά μέρη, που κλήθηκαν κι αυτοί με βασιλικά
γράμματα, επειδή οι Εκκλησίες, που βγήκαν
από δοκιμασίες σαν από μακρύ χειμώνα, άρχισαν να ειρηνεύουν
και να γαληνεύουν. Τότε δε ο μέγας αυτός Μελέτιος, αφού εγκωμιάστηκε από όλους, άφησε την ψυχή
του στα χέρια του Θεού και αναπαύτηκε με ειρήνη σε ξένη γη. Αυτόν
τον μακάριο και ο τίμιος Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Νύσσης τον τίμησαν με εγκώμια».
Δύο είναι τα σημεία στα οποία κινείται η εκκλησιαστική
υμνογραφία της ημέρας, διά γραφίδος Θεοφάνους του ποιητού: η ορθόδοξη πίστη του αγίου Μελετίου, γεγονός
όχι τόσο αυτονόητο για την Αντιόχεια της τότε εποχής (4ος μ.Χ. αιώνας)∙ η αγιασμένη ζωή του. Ο άγιος
Μελέτιος πράγματι, χωρίς να είναι μεγάλος θεολόγος, κατά την εκτίμηση των Πατρολόγων, υπήρξε άνθρωπος
που γρήγορα ασπάστηκε το ορθό δόγμα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου
(325), έγινε διαπρύσιος κήρυκας της αλήθειας περί της Αγίας Τριάδος και προετοίμασε το έδαφος για την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (381). Το ορθόδοξο αισθητήριό του και ο αγώνας του για την ορθοδοξία
κατανοείται σωστά, όταν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Αντιόχεια
στην εποχή του σπαρασσόταν από εκκλησιαστική πολυαρχία, την
οποία προσπάθησαν με μεγάλο αγώνα να ξεπεράσουν αναστήματα εκκλησιαστικά της περιωπής
του Μεγάλου Αθανασίου και του Μεγάλου Βασιλείου. Ο άγιος Μελέτιος
λοιπόν κήρυσσε ό,τι ο Μ. Αθανάσιος και
ο Μ. Βασίλειος είχαν αγωνιστεί να δείξουν στην Εκκλησία – τη
γνήσια αποστολική παράδοση – κάτι που ακριβώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό με τους ύμνους
δείχνει ο άγιος Θεοφάνης.
«Επειδή
έγινες κατά χάρη υιός Θεού, δεν υποβίβασες σε κτίσμα χωρίς
φρόνηση τον εκ Θεού Θεό Λόγο, αλλά Τον δόξασες ως συνάναρχο
και σύνθρονο με τον Πατέρα, Δημιουργό και Κτίστη όλων των δημιουργημάτων, θεόληπτε» («Υιοθετούμενος Θεώ, τον εκ Θεού Θεόν Λόγον ου κατήγαγες εις κτίσιν αφρόνως, αλλ’ εδόξασας Πατρί συνάναρχον και σύνθρονον, Δημιουργόν
και Κτίστην των γεγονότων, θεόληπτε») (ωδή
γ΄). Ο αγώνας του δηλαδή ήταν και εκείνου κατά των αιρετικών
διαστρεβλώσεων του Αρείου και των ομοφρόνων του, οι οποίοι
με τις αντιλήψεις τους καταργούσαν ουσιαστικά την αποκάλυψη του Χριστού και τη διδασκαλία
των Αποστόλων. «Φωτίστηκες από τη θεία έλλαμψη και θεολόγησες
τον από τον άναρχο Πατέρα μονογενή Λόγο, όσιε, ότι είναι άκτιστος και αιώνιος,
γι’ αυτό και έφερες σύγχυση στους συμμάχους και ομόφρονες του Αρείου, με την ενίσχυση της θείας δύναμης» («Υπό
της θείας φωτισθείς ελλάμψεως, τον εξ ανάρχου Πατρός μονογενή
Λόγον, άκτιστον αιώνιον θεολογήσας, όσιε, τους Αρείου συμμάχους, ομόφρονάς τε συνέχεας, θεία παντευχία φραξάμενος») (ωδή α΄).
Και μπορεί βεβαίως να μην ήταν μεγάλος θεολόγος, με την έννοια ότι δεν ήταν από εκείνους που μπορούσαν να δώσουν
λύση σε εκκλησιαστικά προβλήματα, όμως, όπως
είπαμε, είχε δυνατή αίσθηση του ορθοδόξου φρονήματος, κάτι που το απέκτησε, εκτός από την αγιασμένη
ζωή του, και με τη διαρκή ενασχόληση και μελέτη της Αγίας Γραφής. Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα, προκειμένου να
τονίσει την αγάπη του οσίου για τον λόγο του Θεού, αξιοποιεί
το ίδιο το όνομά του: Μελέτιος, (αγαπημένη
ενέργεια των υμνογράφων), χρησιμοποιώντας την εικόνα του πρώτου κιόλας ψαλμού περί του
ξύλου που είναι φυτεμένο στις όχθες του ποταμού. «Μελέτησες, μακάριε Ιεράρχα Μελέτιε, τον σωτήριο νόμο
του Θεού, όπως έχει γραφεί, και δείχτηκες
σαν το ξύλο που βρίσκεται στο νερό της ασκήσεως και φανερώνει με τη χάρη του Θεού
τους καρπούς των αρετών» («Μελετήσας, μακάριε
Ιεράρχα Μελέτιε, νόμον τον σωτήριον, καθώς
γέγραπται, ξύλον εδείχθης εν ύδατι ασκήσεως κείμενον και καρπούς
των αρετών προβαλλόμενον χάριτι») (στιχηρό εσπερινού).
Οι
ύμνοι επικεντρώνουν, σημειώσαμε, και στην
αγιασμένη ζωή του αγίου Μελετίου. Τον παραλληλίζουν μάλιστα
με τους αγίους αποστόλους, τον τρόπο ζωής των οποίων προσπάθησε
να ακολουθήσει και γι’ αυτό τοποθετήθηκε και στη θέση τους. «Ομοιώθηκες
διά των αρετών σου με τους Αποστόλους του Χριστού και έλαβες την αυθεντία και τον
θρόνο εκείνων κατά προφανή τρόπο, Μελέτιε πανένδοξε» («Ομοιωθείς δι’ αρετών τοις του Χριστού Αποστόλοις, την εκείνων αυθεντίαν και θρόνον εκληρώσω προφανώς, Μελέτιε πανένδοξε») (ωδή γ΄). Σ’ ένα στιχηρό του εσπερινού όμως η ασκητική ζωή του αγίου καταγράφεται
σε όλα σχεδόν τα στάδιά της: «Μάρανες με την εγκράτεια τα σκιρτήματα
της σάρκας. Και υπέταξες τα πάθη, Μελέτιε, και λάμπρυνες και εύφρανες τον εαυτό σου με τη λαμπρότητα της απάθειας. Και ιερούργησες τον Χριστό με αγνότητα και με καθαρότητα» («Εγκρατεία εμάρανας της σαρκός τα σκιρτήματα∙ και παθών, Μελέτιε, κατεκράτησας
και απαθείας λαμπρότητι σεαυτόν εφαίδρυνας∙ και αγνώς και καθαρώς τω Χριστώ ιερούργησας»). Ο
άγιος Θεοφάνης παίρνει τη ζωή του αγίου Μελετίου ως βάση, και
αξιωματικά μας λέγει: δεν μπορεί κανείς να ιερουργεί τον Χριστό, να προσφέρει δηλαδή τη ζωή του θυσία σ’ Εκείνον με όλη την ύπαρξή
του – μη ξεχνάμε δε ότι ιερείς με τη γενική ιερωσύνη είναι όλοι οι βαπτισμένοι στο
όνομα της αγίας Τριάδος και όχι μόνο οι κληρικοί - παρά
μόνον αν αγωνίζεται να φτάσει στην απάθεια ως υπέρβαση των κακών παθών. Κι αυτό επιτυγχάνεται με την εγκράτεια. Ιδιαιτέρως
τούτο, ενόψει της Μεγάλης Σαρακοστής νομίζουμε πως είναι ό,τι πιο επίκαιρο. Η εγκράτεια που τονίζει η
ευλογημένη αυτή περίοδος, ορθά ασκούμενη, δηλαδή
με τον τρόπο της Εκκλησίας, οδηγεί στον έλεγχο των παθών και
έτσι στην άμεση σχέση με τον Χριστό, την ιερουργία της ζωής
μας σ’ Εκείνον.