Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΠΛΑΤΩΝ (18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)




«Ο άγιος Πλάτων ήταν από τη χώρα των Γαλατών, από την πόλη της Αγκύρας, αδελφός του αγίου μάρτυρα Αντιόχου. Επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, νεαρός ακόμη, οδηγήθηκε στον ηγεμόνα Αγριππίνο. Και κτυπιέται από δώδεκα στρατιώτες και απλώνεται πάνω σε χάλκινο πυρωμένο κρεβάτι, ενώ από πάνω τον ράβδιζαν. Και καίγεται στις μασχάλες και στα πλευρά από πυρωμένες σφαίρες, ενώ από την πλάτη του έβγαλαν μία λουρίδα δέρματος, ενώ στη συνέχεια του έξυσαν τις σάρκες και τις πλευρές τόσο πολύ, ώστε αλλοιώθηκε η όψη του. Και τότε δέχεται το τέλος με το ξίφος».  

Ο άγιος υμνογράφος δεν μπορεί να μην επισημάνει για τον άγιο Πλάτωνα ό,τι αποτελεί θησαυρό του κάθε μάρτυρα: τη ζωντανή πίστη του στον Χριστό («διά της οικείας ενεργούς σου πίστεως»), την ανάκρασή του με την αγάπη Εκείνου («ανακραθείς όλος αγάπη του κτίσαντος»), τη διαρκή ενατένιση και όραση της ομορφιάς και τους κάλλους Του, με τα μάτια της ψυχής («τω της ψυχής νοερώ, τη ευπρεπεία του κτίσαντος ενατενίζων  αεί, και κατοπτριζόμενος το κάλλος το άρρητον»),  πράγματα τα οποία τον έκαναν αφενός να είναι ιματισμένος με το ιμάτιο της σωφροσύνης και της σωτηριώδους χάρης του Θεού, υπερβαίνοντας και τους πόνους του ίδιου του μαρτυρίου,  αφετέρου να βρίσκεται με χαρά στο πλάτος του Παραδείσου. «Της αιωνίου βασιλείας, ένδοξε, το καθαρώτατον χοροβατών πλάτος». Ο ποιητής μάλιστα παρουσιάζει τον άγιο ως ιερέα που προσέφερε θυσία στον Χριστό τον ίδιο του τον εαυτό («ιερουργός θείος εδείχθης ως άμωμον ιερείον…ολοκαυτών, μάρτυς, σεαυτόν»), και τρόπον τινά ως θεατή που παρατηρεί  τον ίδιο τον εαυτό του, σαν να έπασχε κάποιος άλλος («ώσπερ εν αλλοτρίω σώματι, πανεύφημε, πάσχων ηγώνισαι, ως αθλούντων άλλων, θεατής συ γενόμενος ήθλησας»).

Ένα τροπάριο όμως από την τρίτη ωδή του κανόνα του αγίου έχει ιδιαίτερη σημασία για τα σημερινά δεδομένα.  Σημειώνει ο υμνογράφος: «Επί του ξύλου σου ταθέν το καρτερώτατον σώμα κατεξαίνετο  δεινώς ταις αικίαις∙ αλλ’  αντείχε της ψυχής ο τόνος δυναμούμενος τω του Δεσπότου φίλτρω και βασιλείας τω έρωτι». Δηλαδή: Το καρτερικότατο σώμα σου, που απλώθηκε πάνω στο ξύλο, υφίστατο φοβερές και βαθιές  χαρακιές και ξεσμούς από τα κτυπήματα. Αλλά άντεχε η δύναμη της ψυχής σου, η οποία δυναμωνόταν από την αγάπη του Κυρίου και τον έρωτα της βασιλείας του Θεού. Τι επισημαίνει ο εκκλησιαστικός ποιητής; Μπορεί ο άγιος Πλάτων να υφίστατο φοβερά βασανιστήρια στο σώμα του, αλλά έμενε όρθια η ψυχή του, που ενισχυόταν από τη χάρη και την αγάπη του Θεού. Στον άγιο δηλαδή βλέπουμε να εφαρμόζεται η προτροπή του Κυρίου, που λέει «να μη φοβόμαστε εκείνον που μπορεί να σκοτώνει το σώμα μας, αλλά δεν έχει ισχύ πάνω στην ψυχή μας». Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν ηττάται, όσο η ψυχή του παραμένει δυνατή. Ηττάται, όταν η ψυχή καμφθεί και σταματήσει επομένως να προσβλέπει στον Θεό που την ενισχύει.

Έχουμε την εντύπωση ότι ο λόγος αυτός του υμνογράφου για τον άγιο Πλάτωνα πρέπει ιδιαιτέρως να προσεχτεί, όπως είπαμε, στην εποχή μας. Διότι και εμείς σ’  ένα μεγάλο βαθμό υφιστάμεθα πολλά δεινά. Μπορεί να μην υπάρχουν ακόμη τα σωματικά βασανιστήρια και τα μαρτύρια της εποχής των διωγμών,  δεν παύουν όμως
- οι πιέσεις των ξένων δυνάμεων απέναντι στην πατρίδα μας,
- η απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας που διαρκώς μας επισείουν,
- η υποβάθμιση έως εξαφανισμός των κοινωνικών κατακτήσεων,
 η ανεργία,
 -η φτώχεια,
 -η πολιτικής της τρομοκρατίας,
να αποτελούν χαρακιές και ξεσμούς πάνω στην ίδια τη σάρκα της ψυχής μας. Αλλά δεν πρέπει να καμφθεί το φρόνημά μας. Δεν πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι μας. Η ψυχή μας πρέπει να κρατηθεί όρθια. Ό,τι συνέβη και στον άγιο Πλάτωνα: παρ’  όλα όσα υπέστη, τελικώς νίκησε. Διότι είχε μαζί του την παντοδυναμία του Θεού. Και γι’  αυτόν ισχύει ο λόγος: «Ει ο Θεός υπέρ ημών, τις καθ’  ημών;» Αν ο Θεός είναι μαζί μας, ποιος μπορεί να είναι εναντίον μας; Ο υμνογράφος όμως αποκαλύπτει: η ψυχή του Πλάτωνα κρατήθηκε όρθια, γιατί πίστευε στον Χριστό. Γιατί η πίστη του και η αγάπη του στον Θεό ήταν ζωντανή. Και γι’  αυτό είδε να ενεργοποιείται και σ’  αυτόν, όπως είπαμε, η παντοδυναμία του Θεού. Όσο το βλέμμα μας είναι στραμμένο στον Χριστό μας, τόσο και θα έχουμε τελικώς το «πάνω χέρι». Η ψυχή, το ξαναλέμε, είναι αυτή που ή νικά ή νικιέται.