«Η
οσία Πελαγία έζησε επί βασιλέως Νουμεριανού και καταγόταν από την πόλη της
Αντιόχειας. Ζούσε μέσα στις ορχήστρες και τα θέατρα της εποχής και ήταν πόρνη,
μαζεύοντας από την πονηρή αυτή εργασία πάρα πολλά χρήματα. Όταν όμως κατηχήθηκε
στη χριστιανική πίστη από τον επίσκοπο Νόνο, που ήταν άγιος άνθρωπος, και
μετανόησε θερμά, βαπτίσθηκε και άφησε ό,τι σχετιζόταν με την προηγούμενη
αμαρτωλή ζωή της σαν σκουπίδια. Στη συνέχεια, περιβλήθηκε τρίχινα ρούχα, και
αφού παρουσιάστηκε ως άνδρας, πήγε κρυφά στο όρος των Ελαιών, όπου και
εγκλείστηκε σ’ ένα κελί, ζώντας το υπόλοιπο της ζωής της εκεί, κατά τρόπο
θεάρεστο. Στο κελί αυτό αναπαύτηκε εν Κυρίω».
Η
οσία Πελαγία ανήκει σε εκείνη τη χορεία των ανθρώπων, για τους οποίους ο
Κύριος, απευθυνόμενος στους Φαρισαίους, είχε πει: «Οι τελώναι και αι
πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν των Ουρανών». Πρόκειται δηλαδή για
ανθρώπους, οι οποίοι ναι μεν από πλευράς κοινωνικής δεν έχουν καλό όνομα, σαν
τους Φαρισαίους για παράδειγμα, που θεωρούνταν οι καλύτεροι Ιουδαίοι και
συνεπώς οι πιο κοντινοί στον Θεό, αλλά διακρίνονται για την καλή τους διάθεση,
την καλή τους προαίρεση, και που γι’ αυτό, μόλις δοθεί η πρόκληση από
πλευράς του Θεού, αμέσως ανταποκρίνονται και ακολουθούν τον Θεό. Ο Κύριος για
τέτοιους ανθρώπους είπε την παραβολή του τελώνου και του Φαρισαίου ή και την
παραβολή του ασώτου, να δείξει δηλαδή ότι εκείνο που μετράει ενώπιον του Θεού
τελικώς είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητας, το «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω
αμαρτωλώ», και όχι μία εικόνα αυτοδικαίωσης του ανθρώπου, λόγω πιθανόν
κάποιων καλών πράξεών του, η οποία το μόνο που επισύρει από τον Θεό είναι η
καταδίκη του.
Με
την οσία Πελαγία, όπως και με τις αντίστοιχες παρόμοιες περιπτώσεις: την οσία
Μαρία την Αιγυπτία, για παράδειγμα, την οσία Ταϊσία την πόρνη (που και
αυτήν εορτάζουμε σήμερα) κ.ά., βρισκόμαστε με ανάγλυφο θα λέγαμε τρόπο, μπροστά
στο φαινόμενο της μετανοίας, το οποίο αποτελεί και τη μόνη προϋπόθεση εισόδου
του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού. Ο Θεός μας δηλαδή, όπως απαρχής έδειξε ο
Κύριος, δεν ζητάει από τον άνθρωπο την αναμαρτησία του, η οποία ασφαλώς και δεν
υπάρχει – όλοι γνωρίζουμε ότι ο μόνος αναμάρτητος είναι ο ίδιος ο ενανθρωπήσας
Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός – αλλά τη μετάνοιά του, ως συναίσθηση της αμαρτίας
του και ελπίδα στη φιλανθρωπία Εκείνου. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο τελευταίος
των Προφητών, Ιωάννης ο Πρόδρομος, που ετοίμαζε το έδαφος για την έλευση του
Μεσσία, και ο ίδιος ο Κύριος, εκείνο που ετόνιζαν απαρχής και στη συνέχεια των
δράσεών τους, ήταν το «μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η βασιλεία των Ουρανών».
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας τονίζει πάντοτε ότι η μόνη διάκριση των
ανθρώπων που γίνεται αποδεκτή, δεν είναι από πλευράς φυλετικής, κοινωνικής,
μορφωτικής, γένους κλπ., αλλά από το αν οι άνθρωποι είναι μετανοημένοι ή όχι.
Άνθρωπος που συναισθάνθηκε τις αμαρτίες του και στράφηκε με ελπίδα στον Θεό,
αυτός θεωρείται και ο άγιος άνθρωπος, αυτός θεωρείται ο πολίτης του Ουρανού.
Άνθρωπος που νιώθει «καλά» με τον εαυτό του, με την έννοια ότι μπορεί να
καυχάται για τις αρετές του, συνεπώς να μη νιώθει κανένα έλλειμμα μέσα του,
είναι ο άνθρωπος από τον οποίο ο Θεός αποστρέφει το πρόσωπό Του. Η περίπτωση
της παραβολής του τελώνου και του Φαρισαίου, που μνημονεύσαμε και παραπάνω,
είναι παραπάνω από ενδεικτική.
Με την οσία Πελαγία λοιπόν καταλαβαίνουμε τι σημαίνει
μετάνοια. Σημαίνει αλλαγή τρόπου ζωής, και μάλιστα χωρίς υπεκφυγές και
αναβολές. Μόλις κατάλαβε η οσία ότι η ζωή της δεν ήταν ευάρεστη στον Θεό,
αμέσως μετανόησε και εξέφρασε τη γνησιότητα της μετανοίας της με την αλλαγή της
ζωής της, και μάλιστα με τρόπο συγκλονιστικό: κλείστηκε διά παντός σ’ ένα
κελί, αλλάζοντας ακόμη και την εμφάνισή της. Κι αυτό είναι ακριβώς το σημάδι
της γνήσιας μετάνοιας: η άμεση αλλαγή της ζωής∙ η στροφή προς τον Θεό και η
τήρηση του αγίου θελήματός Του. Και τονίζουμε την αλήθεια αυτή, διότι πολλές
φορές μας εμπαίζει ο διάβολος, ο οποίος δεν έρχεται να μας πει να μη
μετανοήσουμε. Εκείνο στο οποίο μας σπρώχνει είναι να αναβάλουμε τη μετάνοιά
μας. Το αύριο είναι η αιχμή του δόρατος του Πονηρού, γιατί ξέρει ότι το αύριο
γίνεται μεθαύριο, το μεθαύριο η μεθεπομένη κ.ο.κ., συνεπώς ο άνθρωπος παραμένει
πάντοτε στα ίδια. Η υμνολογία της ημέρας, σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν, αυτήν
τη μετάνοια τονίζει στο πρόσωπο της οσίας Πελαγίας, για να μας πει ότι αφενός η
μετάνοια οδηγεί στην πλήρη συγχώρηση των αμαρτιών του ανθρώπου και την πλήρωσή
του με όλες τις δωρεές του Θεού, αφετέρου αποτελεί τον μονόδρομο και για εμάς,
αν θέλουμε να δούμε Θεού πρόσωπο. Ας ακούσουμε τον οίκο του κοντακίου της
ημέρας: «Όσοι εν βίω αμαρτίαις εμολύνθημεν, ως ο τάλας εγώ, ζηλώσωμεν την
μετάνοιαν, τον οδυρμόν τε μετά δακρύων της οσίας Μητρός ημών Πελαγίας, ίνα ταχύ
εκ Θεού την συγχώρησιν λάβωμεν∙ καθάπερ η μακαρία, έτι ζώσα, τον ρύπον απέπλυνε
της αμαρτίας, και έλαβεν εκ Θεού την τελείαν συγχώρησιν, οδόν μετανοίας
υποδείξασα». Όσοι μολυνθήκαμε από τις αμαρτίες στη ζωή μας, όπως ο
ταλαίπωρος εγώ, ας ζηλέψουμε τη μετάνοια και τον οδυρμό με δάκρυα της οσίας
Μητέρας μας Πελαγίας, για να λάβουμε γρήγορα τη συγχώρηση από τον Θεό. Όπως
συνέβη και με τη μακαρία Πελαγία: όσο ήταν ακόμη στη ζωή, έπλυνε καλά τη βρωμιά
της αμαρτίας και έλαβε από τον Θεό την τέλεια συγχώρηση, υποδεικνύοντάς μας το
δρόμο της μετανοίας.
Ταις αυτης αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός,
ελέησον και σώσον ημάς.