Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΔΕΝ Μ' ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΒΛΕΠΩ ΤΑ ΕΡΓΑ ΣΟΥ!

 «Πολλὰ θαύματα καὶ ἐλέη εἶδα ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ τὴ Θεοτόκο, ἀλλὰ μοῦ εἶναι τελείως ἀδύνατο ν’ ἀνταποδώσω κάπως αὐτὴ τὴν ἀγάπη.

Τί ν᾿ ἀναταποδώσω ἐγὼ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ποὺ δὲν μὲ περιφρόνησε ἐνῶ ἤμουν βυθισμένος στὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ μ᾿ ἐπισκέφθηκε σπλαγχνικὰ καὶ μὲ συνέτισε; Δὲν Τὴν εἶδα, ἀλλὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νὰ Τὴν ἀναγνωρίσω ἀπὸ τὰ γεμάτα χάρη λόγια Tης καὶ τὸ πνεῦμα μου χαίρεται κι ἡ ψυχή μου παρασύρεται τόσο ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς Αὐτήν, ὥστε καὶ μόνη ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματὸς Tης γλυκαίνει τὴν καρδιά μου.

Ὅταν ἤμουν νεαρὸς ὑποτακτικός, προσευχόμουν μιὰ φορὰ μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καὶ μπῆκε τότε στὴν καρδιά μου ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ κι ἄρχισε ἀπὸ μόνη της νὰ προφέρεται ἐκεῖ. Μιὰ ἄλλη φορὰ ἄκουγα στὴν ἐκκλησία τὴν ἀνάγνωση τῶν προφητειῶν τοῦ Ἡσαΐα, καὶ στὶς λέξεις «Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε» (Ἡσ. α 16) σκέφτηκα: Μήπως ἡ Παναγία ἁμάρτησε ποτέ, ἔστω καὶ μὲ τὸ λογισμὸ;. Καί, ὢ τοῦ θαύματος! Μέσα στὴν καρδιά μου μιὰ φωνὴ ἑνωμένη μὲ τὴν προσευχὴ πρόφερε ρητῶς: «Ἡ Θεοτόκος ποτὲ δὲν ἁμάρτησε, οὔτε κἂν μὲ τὴν σκέψη». Ἔτσι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μαρτυροῦσε στὴν καρδιά μου γιὰ τὴν ἁγνότητὰ Της... Ἡ ψυχή μου γεμίζει ἀπὸ φόβο καὶ τρόμο, ὅταν ἀναλογίζομαι τὴ δόξα τῆς Θεομήτορος... Ὢ, καὶ νὰ γνωρίζαμε πόσο ἀγαπᾶ ἡ Παναγία ὅλους, ὅσους τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ πόσο λυπᾶται καὶ στενοχωριέται γιὰ κείνους ποὺ δὲν μετανοοῦν! Αὐτὸ τὸ δοκίμασα μὲ τὴν πείρα μου.

Δὲν ψεύδομαι, λέγω τὴν ἀλήθεια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πὼς γνωρίζω πνευματικὰ τὴν Ἄχραντη Παρθένο. Δὲν Τὴν εἶδα, ἀλλὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μοῦ ἔδωσε νὰ γνωρίσω Αὐτὴν καὶ τὴν ἀγάπη Tης γιὰ μᾶς. Χωρὶς τὴν εὐσπλαγχνία Tης ἡ ψυχὴ θὰ εἶχε χαθῆ ἀπὸ πολὺν καιρό. Ἐκείνη ὅμως εὐδόκησε νὰ μ᾿ ἐπισκεφθῇ καὶ νὰ μὲ νουθετήσῃ, γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτάνω. Μοῦ εἶπε: «Δὲν μ᾿ ἀρέσει νὰ βλέπω τὰ ἔργα σου». Τὰ λόγια Της ἦταν εὐχάριστα, ἤρεμα, μὲ πραότητα καὶ συγκίνησαν τὴν ψυχή. Πέρασαν πάνω ἀπὸ σαράντα χρόνια, μὰ ἡ ψυχή μου δὲν μπορεῖ νὰ λησμονήσῃ ἐκείνη τὴ γλυκειὰ φωνὴ καὶ δὲν ξέρω πῶς νὰ εὐχαριστήσω τὴν ἀγαθὴ καὶ σπλαγχνικὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ...

Κι Αὐτὴ τὴν Ἄχραντη Μητέρα Του ὁ Κύριος τὴν ἔδωσε σ᾿ ἐμᾶς. Αὐτὴ εἶναι ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἐλπίδα μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματική μας Μητέρα καὶ βρίσκεται κοντά μας κατὰ τὴ φύση σὰν ἄνθρωπος καὶ κάθε χριστιανικὴ ψυχὴ ἑλκύεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς Αὐτήν» (Άγιος Σιλουανός του Άθω).

Πολλά κείμενα γράφτηκαν, γράφονται και θα γράφονται για την Υπεραγία Μητέρα του Κυρίου και δική μας, των πιστών, Μητέρα. Κείμενα δοξολογικά, παρακλητικά, θεολογικά. Γιατί δεν μπορεί ο ορθόδοξος πιστός να σταθεί σωστά έναντι του Ιησού Χριστού του Κυρίου του χωρίς αντίστοιχη στάση έναντι της Παναγίας Μητρός Του – παραθεώρηση της Παναγίας από έναν χριστιανό σημαίνει έλλειμμα πίστεως προς τον Χριστό, μάλλον δεν μπορεί να υπάρχει πίστη σ’ Εκείνον. Όπως πολλάκις έχει τονιστεί: κριτήριο της ορθόδοξης πίστεως κάποιου είναι το πώς τοποθετείται απέναντι στην Υπεραγία Θεοτόκο. Η πρακτική, νομίζουμε, των αγιορειτών πατέρων εν προκειμένω εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο την αλήθεια αυτή. «Ευλογείτε» λες στον αγιορείτη, «ο Κύριος» απαντά. «Την ευχή σας» του λες, «Την ευχή της Παναγίας» ανταποδίδει. Χριστός και Παναγία πάντοτε συνυπάρχουν – η Παναγία δείχνει προς τον Υιό της, ο Χριστός χαίρεται να «υπακούει» στη Μητέρα Του! 

Όμως κείμενα για τη Θεομήτορα όπως των αγίων Πατέρων μας κι όπως το παραπάνω απόσπασμα του αγίου Σιλουανού, του γλυκύτατου αυτού νεώτερου αγίου της Εκκλησίας μας, είναι μοναδικά. Σου προκαλούν συγκίνηση και δάκρυα, σε κάνουν να νιώθεις έντονα την παρουσία της Παναγίας Μητέρας, σε θέτουν κάτω από το άγρυπνο πλήρες αγάπης και στοργής απέναντί σου βλέμμα της. Γιατί σου μεταγγίζουν τη βαθειά συγκίνηση του συντάκτη και την προσωπική εμπειρία του. Ο άγιος Σιλουανός από τη νεότητά του αισθάνθηκε την επέμβαση της Μεγάλης Μάνας στη ζωή του, πολύ περισσότερο όταν ανδρώθηκε και ασκήθηκε μέσα στο Μοναστήρι του στον άγιο Παντελεήμονα του Αγίου Όρους. Κι η καταγραφή της εμπειρίας του και του φωτισμού του Θεού που δέχτηκε γι’  αυτήν καθοδηγεί έκτοτε τον κάθε πιστό και τον προσανατολίζει στην ορθή θέση της εν Ουρανώ και επί γης. Αφηνόμαστε στη χάρη των λόγων του. «Πίνουμε» την κάθε λέξη του ως το ακριβότερο ποτό. Κι έτσι γίνεται η ανάγνωση του κειμένου του μία εκ βάθους προσευχή προς Αυτήν που είναι η Πρώτη και Μοναδική.

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

«Η αγία έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και οι γονείς της που ήταν ευσεβείς και πιστοί στον Χριστό, είχαν αρκετή περιουσία. Όταν αυτοί έφυγαν από τη ζωή, η αγία ζούσε μόνη της, ευαρεστώντας τον Θεό με τον βίο και τις πράξεις της. Κάποια φορά που πήγαινε στην Εκκλησία κατά τη συνήθειά της, την σταμάτησε ένας ειδωλολάτρης στρατιώτης, ο οποίος την τραβούσε με τη βία στους βωμούς των ειδώλων  και την προέτρεπε να προσφέρει θυσίες στους δαίμονες. Επειδή όμως η Ανυσία ομολογούσε την πίστη της στον Χριστό, τότε ο στρατιώτης εξοργίστηκε (διότι η αγία μάρτυς φύσηξε και έφτυσε στο πρόσωπό του) και με το ξίφος του διεπέρασε την πλευρά της. Έτσι η αξιοσέβαστη μάρτυς δέχτηκε το μακάριο τέλος».

Η πόλη  της Θεσσαλονίκης καυχάται όχι μόνον για τον πολιούχο της, μεγαλομάρτυρα και μυροβλήτη άγιο Δημήτριο, όχι μόνον για τον δεύτερο πολιούχο της μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αλλά και για την αγία μάρτυρα Ανυσία, της οποίας το σεπτό λείψανο αναπαύεται στον ναό του αγίου Δημητρίου. Κατά τον άγιο Θεοφάνη μάλιστα τον υμνογράφο, η μεν Θεσσαλονίκη καυχάται για τα σπάργανα και τους άθλους της αγίας, η δε θριαμβεύουσα Εκκλησία έχει το πνεύμα της και χαίρεται γι’ αυτό, που σημαίνει ότι η αγία Ανυσία αποτελεί πηγή χαράς για ολόκληρη την Εκκλησία, και την επί γης και την εν ουρανοίς. «Η πόλη των Θεσσαλονικέων, μάρτυς παρθένε, καυχιέται για τα σπάργανά σου και τους άθλους σου. Η Εκκλησία δε των πρωτοτόκων κατέχει με χαρά το θεϊκό πνεύμα σου».

Αιτία βεβαίως για την καθολική αυτή χαρά της Εκκλησίας είναι το γεγονός ότι η αγία με το μαρτύριό της φανέρωσε «τον εγκάρδιον έρωτά» της προς τον Χριστό, τόσο που η έμπνευση του αγίου υμνογράφου την βάζει στη θέση της γυναίκας που προσήγγισε τον Χριστό λίγο πριν από το πάθος Του και εξέφρασε την αγάπη της προς Εκείνον  με το μύρο που έχυσε στα πόδια Του, σπογγίζοντάς Τα με τους πλοκάμους της κεφαλής της. Κι ενώ το γεγονός της Καινής Διαθήκης ενέπνευσε την αγία υμνογράφο Κασσιανή (με το γνωστό μεγαλοφυές άσμα της του όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης, ψαλλόμενο το εσπέρας της Μεγάλης Τρίτης), το ίδιο γίνεται πρότυπο για ανάλογη έμπνευση του αγίου Θεοφάνη, αλλά σε σχέση με την αγία Ανυσία. «Φανερώνοντας τον έρωτα που είχες μέσα στην καρδιά σου, ένδοξε μάρτυς, κατάβρεχες από την κατάνυξή σου με δάκρυα τη γη και σκούπιζες με τις τρίχες της κεφαλής σου τα πόδια του Χριστού».

Η ένσταση βεβαίως εν προκειμένω είναι προφανής. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα ιστορικό γεγονός: είναι η γυναίκα που προσήλθε στον Χριστό και προέβη στο ξέσπασμα της καρδιάς της. Στην περίπτωση όμως της αγίας Ανυσίας; Πώς αγκάλιαζε και σκούπιζε τα πόδια του Χριστού; Ο υμνογράφος μας δεν μας αφήνει μετέωρους. Η αγία Ανυσία μπόρεσε και άντεξε τα μαρτύριά της, βρήκε το κουράγιο να ομολογήσει την πίστη της, έστω και με απώλεια της ζωής της, γιατί η αγάπη της προς τον Χριστό την έκανε με νοερό τρόπο να Τον έχει παρόντα μπροστά της και με τη διάνοιά της να αγγίζει τα ίχνη των ποδών Του. «Σπόγγιζες τα πόδια του Χριστού, εννοώντας Τον και βλέποντάς Τον σαν να ήταν παρών, Αυτός τον Οποίο πόθησες. Και αγγίζοντας τα ίχνη των ποδών Του με τη διάνοιά σου, λάμπρυνες την ψυχή σου με θειότατες θεωρίες». Με άλλα λόγια, η αγία την ώρα του μαρτυρίου της, με τη χάρη του Χριστού, βρισκόταν σε κατάσταση θεοπτίας. Ο Χριστός της έδινε τη δύναμη να Τον βλέπει και να Τον εναγκαλίζεται, όπως παρομοίως είχε δώσει τη χάρη και σε άλλους μάρτυρες, όπως μεταξύ άλλων και στην αγία Ερμιόνη. Η θεωρία του Χριστού την ώρα του μαρτυρίου ή της ετοιμασίας προς αυτό είναι κάτι που το διαπιστώνουμε συχνά στα συναξάρια των μαρτύρων της πίστεώς μας.

Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος «εκμεταλλεύεται», όπως όλοι οι υμνογράφοι, τον τρόπο που άφησε την τελευταία της πνοή: την διά ξίφους διαπέραση της πλευράς της. Αμέσως ο νους του αγίου Θεοφάνη πηγαίνει στη λογχευμένη πλευρά του Κυρίου, συνεπώς συσχετίζει το μαρτύριο της αγίας με το πάθος Του: «Ακολουθώντας τα ίχνη Σου που φέρουν τη ζωή, πληγώνεται με λόγχη την πλευρά της η αγία». Ο υμνογράφος δηλαδή σαν να μας λέει, ότι όποιος αγαπά τον Χριστό και θέλει να Τον ακολουθεί κατά πόδας – «επακολουθών τοις ίχνεσιν Αυτού» κατά τον απόστολο Πέτρο – δέχεται τη χάρη και να πάθει υπέρ Χριστού με τον ίδιο τρόπο που έπαθε Εκείνος. Τα πάθη του Χριστού γίνονται πάθη και του πιστού, δείγμα της πλημμύρας της χάρης του Χριστού στον πιστό. Ακολουθία του Χριστού και μαρτύριο υπέρ Αυτού τελικώς είναι έννοιες ταυτόσημες.

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ!»

«Και γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το “γνώθι σαυτόν”. Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιος είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων. Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο. Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο» (όσιος Ιωσήφ ο ησυχαστής).

Η αρχαιοελληνική ρήση «γνώθι σαυτόν», να γνωρίσεις τον εαυτό σου, αποτελούσε και αποτελεί προτροπή και όλης της χριστιανικής εκκλησιαστικής παραδόσεως. Διότι, όπως σημειώνει ο όσιος Ιωσήφ, «με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων – έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο». Κι ακριβώς στην επισήμανση αυτή αναδεικνύεται η τεράστια σημασία της αρετής της αυτογνωσίας. Δεν έχει αξία από μόνη της η αυτογνωσία, αλλά αποκτά αξία, διότι με αυτήν ο άνθρωπος ανοίγει τα μάτια του για να δει την πραγματικότητα του εαυτού του: τη φτώχεια και τα ελλείμματά του, τα εξογκώματα του χαρακτήρα του και τη σκοτεινιά της ψυχής του, συνεπώς οδηγείται στο να υψώσει τα μάτια προς τον μόνον δυνάμενον σώσαι αυτόν, τον Κύριο, που σκηνώνει σ’ έναν τέτοιο άνθρωπο, καθώς βλέπει ότι Του αφήνει χώρο στην καρδιά του! Και λόγω της «κατασκήνωσης» αυτής της χάριτος ο άνθρωπος γίνεται όχι απλώς σοφός αλλά ο σοφότερος όλων – έχει τη σοφία του Θεού!

Από την άποψη αυτή η προτροπή για αυτογνωσία διαφοροποιεί την αρχαιοελληνική από τη χριστιανική παράδοση: στη μία η κίνηση είναι του ανθρώπου που στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις – δεν υπάρχει καμία αποδοχή αμαρτίας και αδυναμίας! Στην άλλη η κίνηση είναι πάλι του ανθρώπου αλλά που ανταποκρίνεται στην πρωτοβουλία του Θεού να έλθει στον κόσμο προς σωτηρία του ανθρώπου – υπάρχει η πλήρης αποδοχή της αδυναμίας, η οποία όμως μεταποιείται σε παντοδυναμία από τη χάρη του Θεού! Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώτος μακαρισμός του Κυρίου σχετίζεται με την αλήθεια αυτή: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των Ουρανών», μακάριοι όσοι αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. Κι έτσι η χριστιανική κατανόηση της αυτογνωσίας συνδέεται με το ουσιαστικότερο στοιχείο της θείας Αποκαλύψεως: ότι ο Θεός είναι «ο Ων», η πηγή του Είναι και κάθε είναι και ύπαρξης, γι’ αυτό και συνυπάρχει με την ταπείνωση – πώς να καυχηθεί εκείνος που βλέπει ότι η ύπαρξή του είναι δωρεά του Θεού και οτιδήποτε στον κόσμο εξαρτάται από τις ενέργειες Εκείνου;

Έτσι ο μεν χριστιανός με το «γνώθι σαυτόν» γνωρίζει την πραγματικότητα του εαυτού του καθώς τοποθετείται ενώπιον του Θεού: η αυτογνωσία είναι καρπός της θεογνωσίας του, ενώ ο μη χριστιανός, όπως ο αρχαίος Έλληνας, (αλλά και ο χριστιανός που έχει χάσει την πίστη του), ενώ κατανοεί ότι υπάρχουν προβλήματα στον αυτοπροσδιορισμό του, γνωρίζει αποσπάσματα του εαυτού του, που σημαίνει έχει αλλοιωμένη επίγνωση του είναι του – βλέπει πρωτίστως τα πάθη του! Κι εδώ ακριβώς διευκρινίζεται ο λόγος του αγίου Ιωσήφ: «να γνωρίσεις ποιος είσαι στ’ αλήθεια κι όχι αυτός που νομίζεις ότι είσαι»! Δυστυχώς λοιπόν όσο δεν έχουμε την ορθή πίστη του Θεού, τόσο δεν έχουμε και ορθή θεώρηση του εαυτού μας – όποιος δεν ζει κατά Θεόν «πουθενά δεν βλέπει τον Θεό και τη δύναμή Του. Παντού βλέπει σάρκα και ύλη», κατά την έκφραση του αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης. «Βρισκόμαστε πάντοτε μακριά από τον δρόμο» δηλαδή, μακριά από τον Χριστό και την αλήθεια, οπότε η αυτογνωσία μας στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται παρά μόνο στα φτερά της φαντασίας μας!   

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2021

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Μετά την απόφαση του Ηρώδη να φονευτούν όλα τα παιδιά στη Βηθλεέμ, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον ύπνο του Ιωσήφ λέγοντάς του: «Σήκω και πάρε το παιδί και τη Μητέρα Του και φύγε στην Αίγυπτο». Φεύγει λοιπόν για την Αίγυπτο η Θεοτόκος με το βρέφος και τον Ιωσήφ, για τους παρακάτω δύο λόγους: Πρώτον, για να εκπληρωθεί αυτό που είχε λεχθεί από τον προφήτη ότι «Από την Αίγυπτο κάλεσα τον Υιό μου». Δεύτερον, για να κλείσει κάθε στόμα αιρετικών. Διότι αν δεν είχε φύγει, θα συλλαμβανόταν το βρέφος. Κι αν μεν φονευόταν, θα εμποδιζόταν η σωτηρία των ανθρώπων. Αν δε δεν φονευόταν, ή με ξίφος ή με άλλη τιμωρία, προκειμένου να εκπληρωνόταν το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία, θα μπορούσε να θεωρηθεί από πολλούς ότι ήλθε κατά φαντασία και δεν έγινε αληθινά πραγματικός άνθρωπος. Διότι αν ήταν αληθινός άνθρωπος, θα σφαζόταν από το σπαθί του τυράννου, κάτι που και  χωρίς να υπάρχει πρόφαση, τόλμησαν οι άθεοι αιρετικοί να το πουν, ότι δηλαδή γεννήθηκε κατά φαντασία. Γι’ αυτό λοιπόν φεύγει στην Αίγυπτο, και για να συντρίψει τα εκεί είδωλα και για να σώσει όλη την οικουμένη κατά τον καιρό της σωτήριας Σταύρωσης».

Η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου θα πρέπει καταρχάς να θυμίσουμε ότι στοιχεί στην παράδοση της Εκκλησίας, να εορτάζεται μετά από ένα μεγάλο γεγονός του ερχομού του Θεού στον κόσμο για τη σωτηρία του ανθρώπου, το πρόσωπο που πρωταγωνίστησε σ’ αυτό. Έτσι μετά τη Γέννηση του Κυρίου έχουμε τη Σύναξη της Θεοτόκου, Εκείνης που έγινε η «γέφυρα δι’ ης κατέβη ο Θεός», όπως και μετά τη Βάπτισή Του έχουμε τη Σύναξη του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού. Είναι περιττό βεβαίως να πούμε ότι το ίδιο το γεγονός, η καθαυτό εορτή, βρίσκεται σε άμεση σχέση με το πρωταγωνιστούν πρόσωπο, με άλλα λόγια η εκάστοτε Σύναξη αποτελεί την προέκταση της εορτής, τονίζοντας και επαναλαμβάνοντας το ίδιο νόημά της, σε μεγάλο βαθμό δε και τους ίδιους τους ύμνους της.

Η Σύναξη της Θεοτόκου λοιπόν τονίζει και πάλι τη Γέννηση του Κυρίου, με ιδιαίτερη επιμονή  στην πραγματικότητα της Σάρκωσής Του. Το στοιχείο αυτό ίσως δεν γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό σήμερα, μετά από τόσους αιώνες εξαγγελίας και βίωσης από την Εκκλησία της θεολογικής σημασίας της. Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους και αιώνες όμως ήταν ό,τι πιο καίριο και σημαντικό, δεδομένου ότι αμφισβητείτο από αιρετικούς η πραγματικότητα της ενσάρκωσης, οι οποίοι «έφριτταν» στη σκέψη ότι ο Θεός πήρε πραγματική ανθρώπινη σάρκα, προσέλαβε δηλαδή την ύλη του κόσμου τούτου. Τι κρυβόταν πίσω από την άρνησή τους αυτή; Η πεποίθηση ότι ο κόσμος αυτός είναι κόσμος κακός, δημιούργημα άλλου, μη καλού Θεού, συνεπώς φανέρωναν τον μη χριστιανικό προβληματισμό τους, μάλλον την με επίφαση του χριστιανισμού δήλωση των ανατολίτικων δυαλιστικών περί Θεού δοξασιών τους. Θέλουμε να πούμε ότι οι αιρετικοί αυτοί στην πραγματικότητα ήταν οπαδοί του ιρανικού λεγόμενου παρσισμού, κατά τον οποίο υπάρχουν δύο θεοί, ο θεός του καλού και ο θεός του κακού, ο οποίος θεός του κακού είναι και ο δημιουργός του κόσμου. Πώς λοιπόν η κακή ύλη του κακού θεού  μπορούσε να προσληφθεί από τον καλό Θεό, που ερχόταν να σώσει την ψυχή – όχι ασφαλώς και το σώμα – του ανθρώπου;

Η Εκκλησία μας λοιπόν αντέδρασε σθεναρά, διότι τυχόν επικράτηση αυτών των αντιλήψεων (κατά δόκηση ή φαντασία εμφάνιση του Υιού του Θεού) θα σήμαινε πλήρη διαστροφή της αλήθειας της και άρνηση του πραγματικού Χριστού. Με ένταση λοιπόν τόνισε ότι ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, έλαβε πραγματική και όχι κατά φαντασία την ανθρώπινη φύση, το σώμα και την ψυχή, ώστε ενσωματώνοντάς τα στον Εαυτό Του να σώσει τον άνθρωπο και δι’ αυτού και όλη τη δημιουργία. Και αιτία γι’ αυτό βεβαίως ήταν το γεγονός ότι ο κόσμος όλος, η ύλη και το σώμα του ανθρώπου, αποτελούν δημιουργήματα του ενός Θεού, του φύσει αγαθού Θεού, που είναι και ο Δημιουργός βεβαίως του κόσμου. Ήταν τόσο σημαντική η αλήθεια αυτή, ώστε ήδη από την Καινή Διαθήκη ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος να τονίζει ότι από την αποδοχή ή όχι της αληθινότητας της σάρκωσης του Θεού φανερώνεται κανείς ως χριστιανός ή όχι. «Πας ος μη ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα εκ του Θεού ουκ έστι», και «πας ος ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα εκ του Θεού εστι». Πάνω στην αλήθεια αυτή δηλαδή κρινόταν η αλήθεια από την αίρεση. Κι αυτό τονίζει ιδιαιτέρως σήμερα η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου, που προεκτείνει, όπως είπαμε, τη Γέννηση του Κυρίου. «Αυτό που ήταν ο Υιός και Λόγος του Θεού το κράτησε, δηλαδή ότι είναι Θεός αληθινός, και αυτό που δεν ήταν το προσέλαβε κι έγινε άνθρωπος από φιλανθρωπία». Ο προβληματισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου στον οίκο του κοντακίου της σημερινής εορτής το διακηρύσσει επίσης έντονα: «Βλέποντας τη σφραγίδα της παρθενίας μου να μένει χωρίς να χαλάσει, σε κηρύσσω αληθινό Λόγο του Θεού, που πήρες την ανθρώπινη σάρκα».

Και βεβαίως η σημερινή εορτή της Σύναξης υπενθυμίζει πάλι ότι μπροστά στο πανθαύμαστο γεγονός του ερχομού του Θεού στον κόσμο ως ανθρώπου, όλη η δημιουργία ανταποκρίνεται με ευχαριστία, προσφέροντας τα δώρα της, το καλύτερο όμως όλων των δώρων ήταν του ίδιου του ανθρώπου. Διότι ακριβώς πρόσφερε ό,τι ωραιότερο και ανώτερο μπορούσε ποτέ να φανεί ως κτίση: την Παναγία Παρθένο. «Καθένα από τα δημιουργήματά Σου, Κύριε, σου προσφέρει την ευχαριστία του: οι άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί το αστέρι, οι μάγοι τα δώρα, οι ποιμένες τον θαυμασμό τους, η γη το σπήλαιο, η έρημος τη φάτνη, εμείς όμως Μητέρα Παρθένο». Μη ξεχνάμε: η Παναγία είναι ο εκπρόσωπός μας στον Ουρανό, Εκείνη που έδωσε το αίμα και τη σάρκα της προκειμένου να γίνει άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός, συνιστά την «αξιοπρέπειά» μας, αποτελεί πάντοτε την παρηγοριά και την ελπίδα μας. Προς χάρη Της η όποια προσευχή μας γίνεται εισακουστή από τον Θεό, αφού Εκείνος θέλησε να γίνει σαν κι εμάς μέσα από Εκείνην.

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2021

ΜΙΑ ΣΠΗΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΡΟΣΙΤΟ ΘΕΟ

Κοντάκιο. Ἦχος γ΄.

«Ἡ Παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει, καί ἡ γῆ τό Σπήλαιον τῶ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετά Ποιμένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δέ μετά ἀστέρος ὁδοιποροῦσι. Δι’ ἡμᾶς γάρ ἐγεννήθη, παιδίον νέον, ὁ πρό αἰώνων Θεός».

(Ἡ Παρθένος Μαριάμ σήμερα γεννάει αὐτόν πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε ὄν καί οὐσία, καί ἡ γῆ προσφέρει στόν ἀπρόσιτο Θεό τό σπήλαιο. Ἄγγελοι μέ τούς Ποιμένες δοξολογοῦν, ἐνῶ μάγοι ὁδοιποροῦν μαζί μέ τ’ ἀστέρι. Κι αὐτό γιατί γιά χάρη μας γεννήθηκε σάν βρέφος ὁ προαιώνιος Θεός).

Ὁ μεγαλύτερος ἐκκλησιαστικός ποιητής ὅλων τῶν ἐποχῶν, κατά τή γνώμη τοῦ ἁγίου Πορφυρίου τοῦ καυσοκαλυβίτου, ἅγιος Ρωμανός ὁ μελωδός, εἶναι ὁ συνθέτης τοῦ κοντακίου τῶν Χριστουγέννων, τοῦ δεύτερου πιό γνωστοῦ τροπαρίου μετά τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς.  Γραμμένος ὁ ὕμνος σέ ἦχο γ΄, δηλαδή σέ ἁπλό ἀλλά καί πολύ ἀνδροπρεπές μέλος, μᾶς τονίζει ὅ,τι ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς ἑορτῆς στίς κεντρικές διαστάσεις της: ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ συνιστᾶ μέγα μυστήριο, ἀφοῦ ὁ γεννηθείς εἶναι ὁ ὑπερούσιος Θεός, ἀφοῦ Τόν γεννᾶ μία Παρθένος κόρη, ἡ ὁποία ὅμως κρατᾶ τήν παρθενία της, ἀφοῦ πρόκειται γιά τόν προαιώνιο Θεό. Καί μπροστά στό μέγα αὐτό μυστήριο σύμπας ὁ κόσμος κλίνει εὐλαβικά τό γόνυ, ὅταν μάλιστα τοῦ ἀποκαλύπτεται καί ὁ σκοπός τῆς Γέννας τοῦ Θεοῦ: Γεννιέται ὁ Θεός γιά νά πάρει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν κάνει κι αὐτόν Θεό. Δηλαδή κατῆλθε ὁ Θεός γιά νά ἀνέβει ὁ ἄνθρωπος. Πτώχευσε Ἐκεῖνος γιά νά γίνουμε πλούσιοι ἐμεῖς. Κι εἶναι αὐτονόητο ὅτι τό μεγαλεῖο αὐτό τῆς πίστεώς μας πού ὑπερβαίνει κάθε ἀνθρώπινη σκέψη, φιλοσοφία ἤ καί θεοσοφία, πραγματοποιεῖται μέσα στό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἁγία Του Ἐκκλησία, ἐνῶ τίθεται σέ ἐνέργεια μέσα ἀπό τά μυστήρια, ἰδίως δέ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Πού θά πεῖ: χριστιανός χωρίς ἐν μετανοία συμμετοχή στή Θεία Κοινωνία δέν ἑορτάζει Χριστούγεννα.  

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

«ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΞ ΟΥΡΑΝΩΝ, ΑΠΑΝΤΗΣΑΤΕ!»

Η κάθοδος του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι γεγονός. Εκείνος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, «έκλινεν ουρανούς και κατέβη», φανερώνοντας την άπειρη αγάπη Του και την άβυσσο της ταπείνωσής Του. Δεν ζούμε πια την προσδοκία των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης – ό,τι εν Πνεύματι οραματίζονταν για τις μελλοντικές γενιές. Εμείς είμαστε οι μελλοντικές γενιές, από τη στιγμή που ήρθε ο ενανθρωπήσας Θεός, εμείς ζούμε στο εδώ και το τώρα, μέσα στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, το μυστήριο της παρουσίας Του, που θα πει την εύρεση του Παραδείσου ως εκ νέου ανοίγματος της Βασιλείας του Θεού. Κι αυτό θα πει ότι ζούμε, μπορούμε και ζούμε πια, τη θέρμη της αγκαλιάς του Θεού μας, την απειρία της αγάπης Του, αλλά με επίγνωση και συναίσθηση.

Πριν από τον ερχομό του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο, ο άνθρωπος κείμενος εν τω Πονηρώ λόγω της ανταρσίας του απέναντι στον Δημιουργό του, είχε χάσει τη δυνατότητα ζωής με συνείδηση της αγάπης Του – ζούσε μέσα στην ενέργεια της αγάπης αυτής που τον διακρατούσε στην ύπαρξη αλλά χωρίς, όπως είπαμε, επίγνωση. Η ζωή του ήταν μία μη ζωή, μία πορεία μέσα στο σκότος, με αναλαμπές νοσταλγίας για κάτι βαθύ που του έλειπε και θα του έδινε αληθινό νόημα. Από τη στιγμή όμως που ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και εξαπέστειλε ο Θεός τον Υιό Αυτού να γεννηθεί από μία γυναίκα ως άνθρωπος – όπως το είχε προαναγγείλει ήδη απαρχής της πτώσεως στους πρωτοπλάστους (πρωτευαγγέλιο) και το επανελάμβανε μέσω των προφητών Του στην πρώτη αποκάλυψή Του στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης – ο άνθρωπος και πάλι βρίσκει το αληθινό του πρόσωπο: ο Χριστός τον εντάσσει μέσα στον εαυτό Του, του καθαρίζει τη σκοτεινιασμένη εικόνα του Θεού, του ανοίγει και πάλι την οδό της υιοθεσίας του από τον Θεό. «Άνθρωπος γίνεται ο Θεός, για να κάνει τον άνθρωπο Θεό».

Οπότε, ανοίγονται και πάλι οι οφθαλμοί του ανθρώπου, τα μάτια του μπορούν να δουν και πάλι «τα μάτια» του Δημιουργού του, η ύπαρξή του μπορεί να αισθανθεί και να νιώσει τη θυσιαστική αγάπη του Πατέρα απέναντί του – οι κτύποι της δικής του καρδιάς συντονισμένοι με τους κτύπους της «καρδιάς» Εκείνου!  Αυτό δεν αποκαλύπτει ο ίδιος ο Κύριος;  «Όπως με αγάπησε ο Θεός Πατέρας σάς αγάπησα κι εγώ. Μείνατε μέσα στην αγάπη μου αυτή» - ο ερχομός Του, η γέννα Του, είναι η πιο δραστική παρουσία της αληθινής αγάπης στον κόσμο. Η εμπειρία επ’ αυτού του αποστόλου Παύλου είναι μοναδική: «Αυτό που τώρα ζω ως άνθρωπος είναι η πίστη μου στον Υιό του Θεού, ο Οποίος με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μου».

Ο Χριστός λοιπόν ήλθε «εξ Ουρανών» φέρνοντας και ως άνθρωπος όλες τις ευλογίες του Θεού, τη θέωση του ανθρώπου! Μα σε όλα αυτά επίμονα έρχεται στο προσκήνιο η λέξη «απαντήσατε»! Ο Θεός προσφέρεται κατά τρόπο απόλυτο και χωρίς κρατούμενα. Μα είναι Θεός που ζητάει «συνεργούς» και όχι δουλικά ή μηχανές. Απαιτείται και η δική μας συγκατάθεση στην αποδοχή των δωρεών Του – η δική Του κίνηση θέτει σε κίνηση και τη δική μας ολιγωρία και ακηδία. Να κάνουμε τι; Να σπεύσουμε προς συνάντησή Του. Αν δεν υπάρξει η σπουδή αυτή από πλευράς μας, η δική Του αγάπη μένει «μετέωρη», ένα δώρο που δεν υπάρχει το χέρι για να το αποδεχτεί – η μεγαλύτερη «προσβολή» στον δωρεοδότη: η ίδια η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος! Και το περιεχόμενο της «απαντήσεως» του Θεού, της συνάντησης στον ερχομό Του, τη δίνει ο Ίδιος και τη βλέπουμε και στην παραπάνω μαρτυρία του αποστόλου του: να αποδεχτούμε τον λόγο Του, να Τον πιστέψουμε, να επιμείνουμε και εμείς στην πίστη του Παύλου, να περπατάμε τη ζωή μας πάνω στις άγιες εντολές Του.

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ: "ΜΑΝΑ, ΑΥΤΑ ΝΑ ΒΛΕΠΕΙΣ!"

«Ἡ γῆ πᾶσα βλέπουσα Θεοῦ κάθοδον εὐφραίνεται˙ Μάγοι τά δῶρα μοι φέρουσιν, Οὐρανός φθέγγεται, διά τοῦ Ἀστέρος. Ἄγγελοι δοξάζουσι. Ποιμένες ἀγραυλοῦντες θαυμάζουσι. Φάτνη εἰσδέχεται, ὥσπερ θρόνος με πυρίμορφος. Ἐπαγάλλου, ταῦτα Μῆτερ βλέπουσα» (απόστιχο αίνων).

(Όλη η γη βλέποντας την κάθοδο του Θεού ευφραίνεται. Οι Μάγοι μού προσφέρουν τα δώρα, ο Ουρανός φωνάζει με το Αστέρι. Οι Άγγελοι δοξολογούν. Οι Ποιμένες που είναι στους αγρούς θαυμάζουν. Η Φάτνη με δέχεται μέσα της σαν φλογερός θρόνος. Να χαίρεσαι, Μητέρα, βλέποντας αυτά).

Είναι εξαίσια η προεόρτια των Χριστουγέννων ποίηση της ημέρας με αποκορύφωση τα απόστιχα του όρθρου – διαμείβεται διάλογος(!) μεταξύ του Κυρίου ευρισκομένου ως βρέφους στην αγκαλιά της Μητέρας Του Παναγίας και της ίδιας που βιώνει μέσα σε θάμβος το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού και δικού της τέκνου. Και τι λέει το γεννηθέν θείο βρέφος στη Μάνα Του, καθώς την βλέπει προφανώς θλιμμένη λόγω των συνθηκών της Γέννας της – μέσα σ’ ένα στάβλο χωρίς καμία άνεση, χωρίς ανθρώπινο κατάλυμα; Να μην επικεντρώνει στη στενότητα των δύσκολων συνθηκών που προκαλούν θλίψη, αλλά να χαίρεται βλέποντας τις ευλογίες που πλούσια προσφέρει ο Θεός μέσα από τα Δημιουργήματά Του: η γη ζει την ευφροσύνη του ερχομού του Θεού, οι Μάγοι προσφέρουν τα δώρα τους ως απαύγασμα της εύρεσης της βαθειάς αναζήτησής τους, ο Ουρανός διηγείται δι’ αστέρος το μυστήριο της Γέννησης του Θεού ως ανθρώπου, οι Άγγελοι δοξολογούν, οι απλοί Ποιμένες απορούν, η Φάτνη φαντάζει ως θρόνος Χερουβικός. Δηλαδή ο Κύριος, όπως η έμπνευση του υμνογράφου μάς καθοδηγεί, προσανατολίζει τον λογισμό της Θεοτόκου Μητέρας Του σε μία «σφαιρική» θεώρηση των πραγμάτων και όχι στον εγκλωβισμό του περιορισμένου εδώ και τώρα!

Το ίδιο όμως δεν γίνεται συχνά και σε εμάς; Πόσες φορές κι εμείς δεν απορροφώμαστε από ένα συγκεκριμένο δύσκολο συμβάν, με αποτέλεσμα τη θλίψη και τη στενοχώρια μας, και μας διαφεύγει το όλο, η «σφαιρική» θεώρηση; Μία δυσκολία για παράδειγμα, ένα ατύχημα, μία αρρώστια, δική μας ή της οικογενείας μας, μας στρέφουν μόνον σ’ αυτό. Και φαίνεται να σκοτεινιάζει ο ορίζοντάς μας, σαν να μην υπάρχει τίποτε άλλο, σαν να μην έχει ανατείλει ο Θεός τον ήλιο Του, σαν να μην έχει έλθει στη γη ο Δημιουργός μας, σαν να έχει διαγραφεί η παντοδύναμη Πρόνοιά Του για εμάς!

Ο ποιητής της Εκκλησίας λοιπόν γίνεται ο παιδαγωγός μας μέσα από την Παναγία Μάνα μας: να βλέπουμε σφαιρικά τη ζωή μας, κυρίως δε την πνευματική. Κι αυτό κυρίως θα πει: να βλέπουμε τη ζωή μας πάντοτε μέσα στην παρουσία Εκείνου, που Τον ντυθήκαμε και μας έκανε μέλη του αγίου σώματός Του. Τα θεωρούμενα «αυτονόητα» για έναν χριστιανό, που συνήθως τα ξεχνάμε όταν έλθει η κρίσιμη και δύσκολη στιγμή!

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

«Μή στύγναζε Ἰωσήφ, καθορῶν μου τήν νυδήν˙ ὄψει γάρ τό τικτόμενον ἐξ ἐμοῦ καί χαρήσῃ, καί ὡς Θεόν προσκυνήσεις, ἡ Θεοτόκος ἔλεγε τῷ ἑαυτῆς μνηστῆρι, μολοῦσα τοῦ τεκεῖν τόν Χριστόν. Ταύτην ἀνυμνήσωμεν λέγοντες˙ Χαῖρε κεχαριτωμένη, μετά σοῦ ὁ Κύριος, καί διά σοῦ μεθ’ ἡμῶν» (απόστιχα όρθρου).

(Μη στενοχωριέσαι και σκυθρωπάζεις, Ιωσήφ, βλέποντάς με έγκυο. Διότι θα δεις αυτό που θα γεννηθεί από εμένα και θα χαρείς και ως Θεό θα το προσκυνήσεις, έλεγε στον μνηστήρα της η Θεοτόκος, καθώς έσπευδε να γεννήσει τον Χριστό. Αυτήν ας ανυμνήσουμε λέγοντας: Χαίρε κεχαριτωμένη, μαζί Σου ο Κύριος, και μέσω Εσένα μαζί και με εμάς).

Οι ακολουθίες της Εκκλησίας μας την τελευταία προ των Χριστουγέννων εβδομάδα προβάλλουν με ένταση τη Γέννηση του Κυρίου και την προετοιμασία μας για το υπερφυές γεγονός. Στο συγκεκριμένο μάλιστα παραπάνω τροπάριο που κατακλείει την ακολουθία της προεόρτιας ημέρας, η κυρία Θεοτόκος «απολογείται» κατά κάποιον τρόπο προς τον μνηστήρα της Ιωσήφ την ώρα που βρίσκεται στο τέλος της εγκυμοσύνης της – προφανώς, κατά τον άγιο υμνογράφο, η Παναγία βιώνει μέχρι τέλους τον προβληματισμό και την επιφύλαξη του Ιωσήφ για ό,τι συνέβη κατά τον Ευαγγελισμό της, την εκ Πνεύματος αγίου σύλληψή της. Και πώς αντιμετωπίζει τον «στυγνασμό» του; Με τρόπο κατεξοχήν θετικό που αποτελεί και λύση και διέξοδο για όλα τα προβλήματα που και εμείς μπορούμε να αντιμετωπίζουμε στον κόσμο που βρισκόμαστε. Τι εννοούμε; Η Θεοτόκος προσανατολίζει τον λογισμό και τη σκέψη του Ιωσήφ όχι στην εγκυμοσύνη της, αλλά στο «τεχθησόμενον», στον Θεό ως «παιδίον νέον» που θα γεννηθεί και το οποίο θα κρατήσει με χαρά και στα δικά του χέρια ο Ιωσήφ και θα το προσκυνήσει ως Θεό του. Κι αυτό συνιστά, όπως είπαμε, και τη διέξοδο και στα δικά μας προβλήματα και τους δικούς μας «στυγνασμούς» στη ζωή αυτή: δεν πρέπει να μένουμε «αγκυλωμένοι» στα προβλήματα, αλλά να υψώνουμε τον νου και τη διάνοιά μας στη λύση, στο θετικό αποτέλεσμα που φέρνει κάθε φορά η Πρόνοια του Θεού και για εμάς. Διότι ποιο πρόβλημα μπορεί να είναι ανυπέρβλητο μέσα στο πλαίσιο της αγάπης και της φροντίδας του Θεού για τον άνθρωπο; Ο λόγος του Θεού διά στόματος ιδίως αποστόλου Πέτρου είναι σαφής: «όλη τη μέριμνά μας ας τη ρίξουμε στον Θεό, γιατί Αυτός φροντίζει για εμάς – «ὅτι αὐτῷ μέλει περί ἡμῶν»!

Ο χαιρετισμός προς την Παναγία λόγω της πληρότητας της χάρης Της είναι η μόνη στάση μας απέναντί της. Μετέχουμε στη χαρά της, γιατί είναι ο Κύριος μαζί Της. Και βεβαίως, μέσω Εκείνης είναι μαζί και μ’ εμάς. Η Παναγία έφερε στον κόσμο τον «Ἐμμανουήλ», δηλαδή τον Θεό που είναι πια διαπαντός μαζί μας.

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΝΕΥΡΙΑΖΩ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΩΘΕΙ!

«Αν, επιτιμώντας κάποιον, κινηθείς σε οργή, δικό σου πάθος ικανοποιείς. Δεν χρειάζεται να χάσεις την ψυχή σου για να σώσεις άλλους» (Αββάς Μακάριος ο Αιγύπτιος).

Το απόλυτο κριτήριο για έναν χριστιανό, μας υπενθυμίζει ο μεγάλος όσιος αββάς του Γεροντικού Μακάριος ο Αιγύπτιος, είναι η σωτηρία της ψυχής μας – ό,τι κάνουμε, λέμε ή και σκεφτόμαστε πρέπει σ’ αυτό ν’ αποσκοπεί. Κι όταν λέμε σωτηρία της ψυχής εννοούμε όχι μία υπερφυσική εκτός σώματος κατάσταση κατά τον τύπο διαφόρων πνευματοκρατικών και ιδεαλιστικών φιλοσοφιών και θεοσοφιών που έλκουν την καταγωγή τους συνήθως από Ανατολικές δοξασίες ως να είναι το σώμα κάτι το κακό – έχει ταλαιπωρηθεί πολύ και πολλές φορές η Εκκλησία και η ορθόδοξη θεολογία της από τέτοιες αντιλήψεις – αλλά τη σωτηρία όπως την εννοεί η Βιβλική και Πατερική μας παράδοση: την εύρεση του αληθινού εαυτού μας, την αποκατάστασή μας από τα τραύματα της αμαρτίας, την απόκτηση και πάλι της ψυχοσωματικής ολοκληρίας μας: να γίνουμε και πάλι σώοι και ολόκληροι. Κι αυτό σημαίνει τη σχέση μας με τον Χριστό ως ένταξή μας στο άγιο σώμα Του την Εκκλησία διά του αγίου βαπτίσματος και τη διαρκή στη συνέχεια προσπάθεια διακράτησης και αύξησης της χάρης αυτής με τη συμμετοχή μας εν μετανοία στα μυστήρια της Εκκλησίας, τη Θεία Ευχαριστία. Ο Χριστός δηλαδή είναι ο Σωτήρας μας, με Αυτόν και μέσα σ’ Αυτόν βρίσκουμε την αρχή μας και την αληθινή ταυτότητά μας ως άνθρωποι – ό,τι σημειώνει ιδιαίτερα ο απόστολος Παύλος με τον όρο «ανακεφαλαίωση»: όλα μπαίνουν με τον Χριστό στην κανονική τους θέση! Χωρίς Αυτόν το μόνο που επικρατεί και υπάρχει είναι η σύγχυση και η ακαταστασία, η ατμόσφαιρα και η «ζωή» του Πονηρού διαβόλου.

Κι αυτό περαιτέρω σημαίνει ότι ο χριστιανός ως μέλος Χριστού αρχίζει και κινείται στην οδό Εκείνου και στον «ρυθμό» Εκείνου: την ταπείνωση και την αγάπη. Ταπείνωση και αγάπη δεν είναι τα πιο καθοριστικά στοιχεία της ζωής του Κυρίου, κατά τη δική Του αποκάλυψη; Οπότε ο χριστιανός βρίσκεται αδιάκοπα σε μία κένωση και σε μία έξοδο από τα δεσμά του εγωιστικού εαυτού του, αναζητώντας και «κυνηγώντας» την αλήθεια της αγάπης, κατά το πρότυπο του ίδιου του Κυρίου, «ο Οποίος όντας Θεός «εκένωσε» τον εαυτό Του και ταπεινώθηκε, έγινε άνθρωπος, κι έδειξε υπακοή στον Θεό Πατέρα μέχρι θανάτου και μάλιστα σταυρικού». Η αγάπη λοιπόν αποτελεί εκείνο που φανερώνει τη γνησιότητα της χριστιανοσύνης του πιστού, η αγαθή σχέση του με τον συνάνθρωπο, χωρίς τον οποίο δεν μπορεί να βρει και τον ίδιο του τον εαυτό! «Από τον πλησίον μας εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος» κατά τη γνωστή ρήση του μεγάλου οσίου Αντωνίου.

Να όμως που σε αυτήν την κίνηση προς τον συνάνθρωπο, κίνηση αγάπης και ενδιαφέροντος προς αυτόν αναπτύσσεται ένας μεγάλος κίνδυνος: να προσκρούσουμε στην άρνηση αλλά και στην εχθρότητα ακόμη του άλλου. Εμείς ενδιαφερόμαστε και θέλουμε να τον «σώσουμε» από τις τυχόν αμαρτίες και τα στραβοπατήματά του, από την άγνοιά του για την αλήθεια, εκείνος όμως αντιδρά. Και τότε, με το δεδομένο ότι βρισκόμαστε πάνω στην απόλυτη αλήθεια και στο απόλυτο δίκιο, «ερεθίζεται» ο ζήλος μας – πρέπει να τον «πείσουμε», να «καταλάβει», να «σωθεί» κι αυτός! Κι αρχίζουμε να τον ελέγχουμε που δεν πείθεται, και να οργιζόμαστε – πώς παρουσιάζεται τόσο τυφλός μπροστά στο εξώφθαλμο, την αλήθεια της πίστης μας; Και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, ήδη έχουμε πέσει κι εμείς στην παγίδα του πονηρού: μας έχει περιτυλίξει με τα «δεξιά» όπλα του: την οργή αλλά για καλό σκοπό(!) - τη σωτηρία του συνανθρώπου μας!  

Ο άγιος Μακάριος αποκαλύπτει την κρυμμένη κατάστασή μας: σε μία τέτοια περίπτωση δουλεύουμε στον εγωισμό μας, «δικό μας πάθος ικανοποιούμε»! Και γι’ αυτό μας αποτρέπει: «μη χάσουμε την ψυχή μας τάχα για να σώσουμε τους άλλους»! Πρόκειται για αλήθεια που διαλαλεί ποικιλοτρόπως η Γραφή και όλη η διδασκαλία της Εκκλησίας: «το καλό για να είναι καλό πρέπει να γίνεται και με καλό τρόπο!» (απ. Παύλος). Αν στην θεωρούμενη καλή επιδίωξή μου διαπιστώνω ότι αναπτύσσεται κάποιο πάθος μέσα μου, τότε δεν είναι καλή η επιδίωξη – υφέρπει, όπως είπαμε, ο εγωισμός. Αυτό δεν λέει και πάλι ο άγιος  Παύλος για παράδειγμα όταν προτρέπει: «όταν πας να νουθετήσεις έναν αιρετικό άνθρωπο, πες του το μία και δεύτερη φορά. Μετά σταμάτα!» - ξέρει ο απόστολος ότι η επιμονή εν προκειμένω κρύβει δικό μας πάθος. Κι ακόμη το λέει αλλού (Γαλ. 6, 1) ακόμη καθαρότερα: «Αν κάποιος βρεθεί να κάνει κάποιο παράπτωμα, εσείς που έχετε το Πνεύμα του Θεού να τον διορθώνετε με πραότητα. Προσέχετε μόνο μην παρασυρθείτε κι εσείς από τον πειρασμό»! Κι ο  άγιος Ιωάννης της Κλίμακος επιλέγει: Ο κινούμενος έτσι νοσεί από τη «νόσο του διαβόλου», δηλαδή την υπερηφάνεια.

Πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε στις κινήσεις και την όλη συμπεριφορά μας! Πόσες φορές νομίζοντας ότι ο Θεός μάς «βραβεύει» για τα καλά μας έργα, Εκείνος αποστρέφει το πρόσωπό Του από εμάς λόγω της αλαζονείας μας!

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΛΙΑΝΗ Η ΕΝ ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ

«Η αγία Ιουλιανή έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και ήταν κόρη πλουσίων γονέων, οι οποίοι την μνήστευσαν με κάποιο συγκλητικό, ονόματι Ελεύσιο. Ενώ ο Ελεύσιος ήθελε να την νυμφευθεί, δεν δέχτηκε η αγία, η οποία του είπε: Εάν δεν αποκτήσεις πρώτα την εξουσία της πόλεως, δεν συνέρχομαι σε γάμο μαζί σου. Αυτός πράγματι καταστάθηκε στο αξίωμα του επάρχου, αλλά αυτή του είπε πάλι: Εάν δεν μεταστραφείς στην πίστη των χριστιανών από τη θρησκεία των ειδώλων, δεν καταδέχομαι την κοινωνία σε γάμο με εσένα. Αυτός τότε αποκάλυψε τα πάντα στον πατέρα της παρθένου, ο οποίος, επειδή δεν μπόρεσε να της αλλάξει την πίστη στον Χριστό, την παρέδωσε κατά τους νόμους της εποχής προς εξέταση στον έπαρχο και μνηστήρα της. Ο μνηστήρας της την γύμνωσε από τον χιτώνα της και έδωσε εντολή σε ένδεκα στρατιώτες να την μαστιγώσουν με ωμά βούνευρα, τόσο που την καταξέσχισαν. Στη συνέχεια την κρέμασαν από τα μαλλιά, ώστε αποσπάσθηκε το δέρμα της κεφαλής της, έπειτα κατέφλεξαν τις πλευρές της με σίδερα πυρωμένα, όπως και διαπέρασαν από το μέσο των μηρών της άλλο σίδερο πυρακτωμένο και αυτό. Στο τέλος, έδεσαν τα χέρια της στα πλευρά της και κατά την εντολή του επάρχου την οδήγησαν στη φυλακή. Την ίδια λοιπόν  νύκτα που ρίχτηκε στη φυλακή και ενώ προσευχόταν, της εμφανίστηκε ο αφανής εχθρός και πολέμιος όλων διάβολος, σε σχήμα αγγέλου, ο οποίος την προέτρεπε να θυσιάσει στα είδωλα και να ελευθερωθεί. Η αγία όμως, αφού τον απώθησε, τον έκανε και χωρίς τη θέλησή του να ομολογήσει όλα τα σχετικά με αυτόν. Την οδήγησαν πάλι στον έπαρχο και επειδή παρέμενε αμετάθετη στην αγάπη του Χριστού, την έριξαν σε καμίνι που το είχαν ανάψει πολύ. Το καμίνι σβήστηκε με παράδοξο τρόπο, με αποτέλεσμα πεντακόσιοι άνδρες να πιστέψουν στον Χριστό, οι οποίοι και τελειώθηκαν αμέσως με ξίφος, μαζί με εκατόν τριάντα γυναίκες. Η μάρτυς στη συνέχεια ρίχτηκε σε φλογισμένο λέβητα, αλλά ο λέβητας έγινε λουτρό για τη μακάρια Ιουλιανή. Κι όχι μόνο αυτό: ο λέβητας λύθηκε και χύθηκε έξω το πυρακτωμένο περιεχόμενό του, σαν να κινήθηκε από κάποια μηχανή, και κατέστρεψε τους απίστους που βρίσκονταν ολόγυρά του. Από όλα αυτά η μάρτυς παρέμεινε αβλαβής, γι’ αυτό και υπέστη τελικά τον διά ξίφους θάνατο. Ήταν δε όταν μνηστεύτηκε τον Ελεύσιο ένδεκα χρονών, ενώ όταν μνηστεύτηκε τον Χριστό διά του μαρτυρίου, δεκαοκτώ χρονών. Τελείται δε η σύναξή της στον ναό αυτής, που βρίσκεται πλησίον της αγίας μάρτυρος Ευφημίας στο Πέτριο».

Η αγία Ιουλιανή συνιστά, κατά τον άγιο Ιωσήφ, τον υμνογράφο της αγίας, τον μαγνήτη, που μαγνήτισε τον ίδιο τον Κύριο και Θεό της. Ήταν τέτοιες και τόσες οι αρετές της, λόγω της πληγωμένης από έρωτα Κυρίου καρδιάς της, ώστε Εκείνος την αγάπησε για το κάλλος της ψυχής της και την οδήγησε στον νυμφώνα της βασιλείας Του. Για τον υμνογράφο δηλαδή η αγία Ιουλιανή ανήκει στη χορεία των πέντε παρθένων της γνωστής παραβολής, που «εισήλθον μετ’  αυτού εις τους γάμους». Η παρθενία της δεν υπήρξε στείρα και άκαρπη, αλλά πλήρης του ελαίου της χάριτος του Θεού. «Πληγώθηκες από τον γλυκύτατο έρωτα του Χριστού, πανεύφημε», «γι’ αυτό ο Κύριος αγάπησε το κάλλος σου τώρα και σε έβαλε μέσα στον φωτεινότατο νυμφώνα Του». Η αγία δηλαδή κατενόησε από πολύ μικρή ότι ο Χριστός, αν θέλει κανείς να νιώσει τη δύναμη και τη χάρη Του, δεν είναι το περιθώριο της ζωής, αλλά το κέντρο και η διαρκής αναφορά. Όπως Εκείνος μας προσέφερε όλον τον Εαυτό Του, κατά τον ίδιο τρόπο ζητάει και τη δική μας ολοκληρωτική προσφορά. «Ολόκληρο τον εαυτό σου πρόσφερες στον Θεό», σημειώνει ο υμνογράφος.

Με τον τρόπο αυτό η αγία Ιουλιανή είδε εμπειρικά να πραγματοποιείται και στον εαυτό της η υπόσχεση του Κυρίου, ότι όποιος θα Τον αγαπήσει αληθινά, θα γίνει κατοικητήριο δικό Του, θα Τον δει να φανερώνεται ο Ίδιος  στην ύπαρξή του. Κι είναι αυτό που αδιάκοπα κραυγάζει η Εκκλησία και οι άγιοί μας: η πίστη μας δεν είναι κάτι το θεωρητικό, αλλά αγκαλιάζει και το σώμα και την ψυχή μας. Μόλις νιώσει κανείς λίγο την αγάπη του Θεού, αμέσως Εκείνος καθίσταται ένοικος της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου. «Έκανες την ψυχή σου πανάγιο ναό του Θεού, ένδοξε». Ο υμνογράφος όμως γίνεται σαφής. Δεν θέλει να αφήσει περιθώριο παρεξήγησης, ώστε να νομίσει κανείς ότι έχει φτάσει αυτήν την αγάπη. Συνεχίζει λοιπόν για την αγία: «Έκανες την ψυχή σου ναό πανάγιο του Θεού, με το να ζεις πάντοτε μέσα στους θείους ναούς, με τους ύμνους και τις προσευχές». Με άλλα λόγια, η αγάπη του Θεού προϋποθέτει την ένταξη στην Εκκλησία, την αγάπη για τις ακολουθίες της Εκκλησίας, την αγάπη για τους ύμνους και τις προσευχές. Πράγματι, δεν υπάρχει πιο άμεσος και αποτελεσματικός τρόπος να αγαπήσει κανείς τον Θεό από το να εμβαπτίζει διαρκώς την ύπαρξή του σε ό,τι αποτελεί χώρο του Θεού και τραγούδια του Θεού. Που σημαίνει: αν σήμερα η αγάπη προς τον Θεό έχει υποχωρήσει, κατά το μεγαλύτερο μέρος φταίει η μικρή ή και μηδαμινή σχέση του ανθρώπου με την λατρεία της Εκκλησίας.

Ο άγιος Ιωσήφ, εν αγνοία του, επισημαίνει κάτι που ιδιαιτέρως στην εποχή μας αποτελεί σχεδόν παραδοξότητα: το «ερύθημα της παρθενίας». Λέγοντας για την μάρτυρα ότι στράφηκε ολοκληρωτικά προς τον Χριστό τονίζει ότι έκανε το φυσικό κόκκινο χρώμα της παρθενίας, το κοκκινάδι δηλαδή της σεμνότητας και της ντροπαλοσύνης, πιο λαμπρό με το αίμα του μαρτυρίου της. Τι ωραία εικόνα! Τι ποιητική σύλληψη! Μας λέει να δούμε με τα μάτια της ψυχής μας την αγία γεμάτη σεμνότητα, με κόκκινα τα μάγουλά της από τη χάρη της παρθενίας της. Κι αυτό το κόκκινο να το δούμε πιο έντονο πια, μετά το μαρτύριό της. Το μαρτύριό της δηλαδή ήταν η συνέχεια της παρθενίας της. Η επιβεβαίωση της σεμνότητάς της και της χάρης που την διακατείχε. Έτσι μας καθοδηγεί ο υμνογράφος να δούμε και το νόημα της παρθενίας: ως της καθαρότητας πρωτίστως της ψυχής διά της ανατάσεως αυτής προς τον Σωτήρα Χριστό. Κι αυτή η ανάταση είναι ένα είδος μαρτυρίου, του μαρτυρίου της συνειδήσεως, που προεκτείνεται και με το μαρτύριο του αίματος, όταν ζητηθεί κάτι τέτοιο.

Πώς να μην ενεργήσει η χάρη του Θεού μέσα σε ένα τέτοιο πλάσμα; Πώς ο Χριστός να μην την διατηρήσει αβλαβή από όσα οι δαιμονοκίνητοι διώκτες της τής έκαναν; Πώς να μην επηρεαστούν βλέποντάς την όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι; Και τι λέει επ’ αυτού ο άγιος Ιωσήφ; Όλοι αυτοί που μέσω της αγίας βρήκαν την πίστη του Χριστού υπήρξαν και η δική της προίκα σ’  Εκείνον. «Σαν πολύτιμη προίκα πρόσφερες στον Νυμφίο Χριστό, αθλοφόρε ένδοξε Ιουλιανή, όλους εκείνους τους αγίους ανθρώπους, που πίστεψαν στον Χριστό από τα θαυμάσια που με πίστη τέλεσες». Η αγία Ιουλιανή μας καθοδηγεί και σ’ αυτήν την αλήθεια: η αγία βιοτή μας, η συνεπής πορεία μας πάνω στα χνάρια του Χριστού λειτουργεί ιεραποστολικά: φέρνει και άλλους στον Χριστό. Κι αυτό λογαριάζεται σε εμάς. Συνιστά την προίκα μας μπροστά στον Χριστό. Πόση «προίκα» τέτοια άραγε θα φέρουμε κι εμείς μαζί μας; Πόσους ανθρώπους δηλαδή θα έχουμε επηρεάσει θετικά σε όλη την επίγεια ζωή μας, ώστε αυτό να «μετρήσει» υπέρ ημών στην κρίση του Θεού;

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΒΛΕΠΩ ΠΟΥΘΕΝΑ ΤΟΝ ΘΕΟ;

«Ο άνθρωπος, ζώντας πνευματικά, αρχίζει να βλέπει παντού τον Θεό· και όσο πιο πνευματικά ζει, τόσο πιο καθαρά Τον βλέπει. Απεναντίας, όταν ζει σαρκικά, πουθενά δεν βλέπει τον Θεό και τη δύναμή Του. Παντού βλέπει σάρκα και ύλη» (άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης).

Ο μέγας άγιος της Ρωσικής Εκκλησίας Ιωάννης της Κροστάνδης εκτός από το τεράστιο πνευματικό και κοινωνικό έργο που επιτέλεσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του μάς άφησε και πολλά γραπτά, τα οποία είναι γεμάτα από Πνεύμα Θεού. Στο παραπάνω μικρό απόσπασμα επισημαίνει μέσα από την εμπειρία του μία από τις μεγαλύτερες αλήθειες, τις οποίες αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού: η θέα του Θεού δεν είναι πρωτίστως θέμα Εκείνου, αλλά του ίδιου του ανθρώπου – της ποιότητας του εσωτερικού του κόσμου. Αν ο εσωτερικός κόσμος μας, δηλαδή αυτό που λέμε «καρδιά», είναι καθαρός, τότε διανοίγονται οι οφθαλμοί της ψυχής – υπάρχουν και πνευματικές αισθήσεις – και βλέπουμε τον Θεό παντού.

Τον βλέπουμε στη φύση και σε όλη τη δημιουργία, γιατί «του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» και «πάντα δι’ Αυτού εγένετο και χωρίς Αυτού εγένετο ουδε εν ο γέγονε»∙ Τον βλέπουμε κατεξοχήν στον συνάνθρωπό μας, γιατί αποτελεί εικόνα του Χριστού κατά την αποκάλυψή Του και «εφόσον εποιήσαμεν ενί τούτων των ελαχίστων Αυτώ εποιήσαμεν»: ο συνάνθρωπος είναι μία μυστική παρουσία του Χριστού∙ Τον βλέπουμε και στον ίδιο τον εαυτό μας, ακριβώς για τον ίδιο με τον παραπάνω λόγο – πρώτος συνάνθρωπός μας είμαστε εμείς οι ίδιοι για τον εαυτό μας! Κι ακόμη: Μπορούμε και Τον βλέπουμε και σε οτιδήποτε άλλο είναι δικό Του – τους λόγους και τις εντολές Του, τις προσευχές που μας δίδαξε και μας ενέπνευσε, οτιδήποτε τελικώς υφίσταται στον κόσμο. «Τα πάντα και εν πάσι Χριστός» δεν λέει και ο απόστολος Παύλος που κατεξοχήν αυτός είχε τη χαρισματική αυτή εμπειρία της πίστεως, όπως και «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν»;

Κι ακόμη κατά τον άγιο: η θέα αυτή του Θεού βαίνει αυξανόμενη ανάλογα με την ένταση της πνευματικής μας ζωής - ό,τι συμβαίνει και με τους σωματικούς οφθαλμούς: υγιής οφθαλμός βλέπει τα πάντα καθαρά, ασθενής οφθαλμός βλέπει θαμπά και δυσδιάκριτα. Και τι σημαίνει πνευματική ζωή; Ζωή σύμφωνα με το άγιο θέλημα Κυρίου του Θεού μας, καθώς ενισχύεται μάλιστα αυτή από την ίδια τη χάρη του Θεού μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας. Οπότε για έναν άγιο άνθρωπο η θέα του Θεού είναι «δεδομένη» - η πίστη του όντως γι’ αυτόν συνιστά μία καθαρή όραση. Είναι αυτό που βεβαίωσε ο Κύριος: «μακάριοι είναι αυτοί που έχουν καθαροί την καρδιά, δηλαδή τηρούν το θέλημα του Θεού: την ταπείνωση και την αγάπη, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό».

Από την άλλη, η διαπίστωση είναι εξίσου προφανής και αυτήν επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης: άνθρωπος που «ζει σαρκικά, πουθενά δεν βλέπει τον Θεό και τη δύναμή Του. Παντού βλέπει σάρκα και ύλη»! Και σαρκικά ζει ο άνθρωπος που έχει προσανατολιστεί αποκλειστικά στον υλικό κόσμο, αποσκοπώντας μόνο στην ικανοποίηση των αισθήσεών του, κατά το «φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν».

Πού λοιπόν είναι ο Θεός; Γιατί δεν Τον βλέπουμε; Γιατί δεν μας φανερώνεται; Γιατί δεν κάνει αισθητή την παρουσία Του για να μας «πείσει» για την ύπαρξή Του; Τα «κλασικά» ερωτήματα που θέτουμε, κατά τον άγιο και σύνολη βεβαίως την αγιογραφική και πατερική παράδοση, γιατί ακολουθούμε την «πεπατημένη» οδό των αδιάφορων ανθρώπων που έχουν μάθει να επιρρίπτουν την ευθύνη πάντοτε για όλα στους άλλους, κυρίως δε στον Θεό – Εκείνος μάς δημιουργεί το πρόβλημα! Η απάντηση όμως είναι απλούστατη, αλλά όπως καταλαβαίνουμε απαιτεί κινητοποίηση και «ξεβόλεμα» από τα πάθη μας: να κοιτάξουμε τον εαυτό μας και την κατάσταση της καρδιάς μας – βλέπουμε και ακούμε με ό,τι ενεργεί μέσα μας. Και να μετανοήσουμε. Τότε πράγματι κατά την αναλογία της διάθεσης και του πόθου μας θα Τον δούμε να ανατέλλει στην ύπαρξή μας και να γευόμαστε το φως Του! Ίσως οι μάγοι της μακρινής Περσίας κατά τη γέννηση του Χριστού έχουν να μας πουν πολλά πράγματα επ’ αυτού!

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

«Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν»(Ματθ. 1, 21)

Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα, στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της Χριστού Γεννήσεως. Μία πληθώρα ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Ακριβώς για να δηλωθεί πρώτον ότι ο Κύριος Ιησούς  Χριστός δεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατος άνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, και δεύτερον για να μαρτυρηθεί ότι ο ερχομός Του είχε προφητευτεί από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης - ό,τι είχε υποσχεθεί ο Θεός από την ώρα της πτώσεως των πρωτοπλάστων στην αμαρτία με το λεγόμενο πρωτευαγγέλιο. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινε την απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, την ίδια την αμαρτία: αυτό που ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ  ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».

1. Η αναφορά στην αμαρτία, από την οποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό. Υπάρχουν άνθρωποι, και «χριστιανοί» ακόμη, που είτε υποβαθμίζουν την αμαρτία είτε και την διακωμωδούν ότι αποτελεί εφεύρημα των παπάδων για να εκμεταλλεύονται τους ανθρώπους – η στάση της αθεΐας ως έκφρασης όχι μόνο άγνοιας αλλά και υποταγής των ανθρώπων στον Πονηρό διάβολο. Δεν πρόκειται βεβαίως να κρίνουμε τις αντιλήψεις αυτές, διότι είναι αυτονόητο ότι διαγράφουν όλη την αποκάλυψη του Κυρίου Ιησού. Για τους χριστιανούς όμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίας έχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό, κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό, αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρή αίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και η αίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετική κατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - συνεπώς η στροφή προς τον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προς την αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεό και το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία, δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχει κανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους.

2. Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστική διαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά. Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι -  «Εγώ ειμι ο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προς τον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό που συνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωπος διαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασε την προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβαση ούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε να γελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς  από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλο τραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποια αμαρτία μας.

3. Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράς πνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και του θανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν, έρχεται ο Χριστός. Το μήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναι ό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί  ποτέ στην ανθρωπότητα. Ο Χριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που  είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο από την πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, και τον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής, σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», την κανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της Οικουμενικής Συνόδου – ώστε καθένας που θα εντασσόταν σε Αυτόν διά της πίστεως να επανερχόταν στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαριζόταν από την αμαρτία, να εύρισκε τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοιγόταν γι’ αυτόν και πάλι η χαμένη προοπτική: το καθ’  ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε με τη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και  αποκορυφώθηκε με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η Ανάστασή Του το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.

Από την άποψη αυτή η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση αναφορά  στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και η Γέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στη βυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένος πάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατά την οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.

Τα Χριστούγεννα ουσιαστικά έφτασαν. Η παρηγοριά που δίνει η Γέννηση του Χριστού είναι πραγματική και προσιτή στον καθένα. Το μόνο που απαιτείται για να νιώσει κανείς την προσφορά αυτή του Θεού είναι η εν πίστει μετάνοιά του. Το απλωμένο χέρι του Θεού ζητεί και τη δική μας ανταπόκριση. Και μετάνοια σημαίνει να πιστέψουμε ότι η αγάπη Του είναι μεγαλύτερη από τις αμαρτίες μας, να δεχτούμε ότι η ζωή μαζί Του είναι απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούμε χωρίς Αυτόν. Η κατάθεση των αμαρτιών μας, η εξομολόγησή μας στο μυστήριο της μετανοίας, εκεί που προσφέρεται η βαριά και βρώμικη καρδιά μας σ’ Εκείνον, ώστε να την πάρει και να την ξεπλύνει, κάτι που κατεξοχήν ολοκληρώνεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, θα είναι το ωραιότερο δώρο που μπορούμε  να Του προσφέρουμε για ό,τι Εκείνος έκανε και κάνει για εμάς. Θα έχουμε το κουράγιο να Του προσφέρουμε τις αμαρτίες μας; Θα γιορτάσουμε δηλαδή αληθινά Χριστούγεννα;

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2021

ΧΩΡΙΣ ΑΥΤΗΝ Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΜΑΥΡΗ!

«Χρειάζεται η οικογένεια. Χωρίς αυτήν η ζωή είναι μαύρη, δεν μπορεί να προχωρήσει ευχάριστα και ανοδικά. Να γιατί και η Παγκόσμια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου υπογράμμισε ότι η οικογένεια “είναι το φυσικόν και θεμελιώδες συστατικόν στοιχείον της Κοινωνίας”. Να γιατί ο Δημιουργός Θεός δεν άφησε τον άνθρωπο μόνον στη ζωή, αλλ’ “ἐποίησε βοηθόν κατ’ αὐτόν”. Να γιατί και όταν Αυτός ο Δημιουργός Θεός έγινε άνθρωπος, μέσα στην οικογένεια έζησε και την οικογένεια αγίασε κι ευλόγησε» (Μακαριστός Γέρων π. Γεώργιος Κρητικός).

Ο μακαριστός Γέρων π. Γεώργιος Κρητικός, διαπρύσιος κήρυκας του ευαγγελίου του Κυρίου, λόγω και έργω: ό,τι κήρυσσε το έβλεπες ενσαρκωμένο στην αγία βιοτή του, τονίζει στο παραπάνω απόσπασμα άρθρου του για την οικογένεια αυτό που συνιστούσε βαθειά πεποίθησή του και εμπειρική διαπίστωσή του από την πολύχρονη ιερατική του διακονία. Τι δηλαδή; Η ζωή χωρίς την οικογένεια είναι ζωή μαύρη, χωρίς χαρά, μία ζωή μίζερη κολλημένη στην ύλη των παθών και των αισθήσεων. Κι ασφαλώς ο αγιασμένος Γέρων δεν αναφέρεται σ’ αυτούς που από αγάπη προς τον Κύριο στράφηκαν στη μοναχική ζωή την πλήρως αφιερωμένη στον Θεό – αυτοί αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της Εκκλησίας, καθώς έλεγε στοιχώντας στους αγίους Πατέρες και πάνω από όλα στον ίδιο τον Κύριο: «δεν μπορούν όλοι να προχωρήσουν όλοι σ’ αυτόν τον δρόμο της αφιέρωσης, αλλά σ’ όσους έχει δοθεί το χάρισμα τούτο». Αλλ’ ούτε και σ’ εκείνους που για λόγους ανώτερους: αφιέρωσης στην επιστήμη τους για χάρη της κοινής ωφέλειας, αφιέρωσης στην οικογένειά τους λόγω υπάρξεως ασθενειών σε μέλη αυτής ή αφιέρωσης και στην ιεραποστολή, δεν μπόρεσαν παρ’ όλη ίσως την επιθυμία τους να δημιουργήσουν δική τους οικογένεια. Έχει υπ’ όψιν του εκείνους τους αδελφούς που χωρίς να υφίσταται κάποιο πρόβλημα αυτοί επιλέγουν τη «μοναξιά» τους για να κάνουν, όπως λέμε, τη ζωή τους, χωρίς καμία δέσμευση – «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν»! Γι’ αυτούς σημειώνει ότι η ζωή τους είναι μαύρη και χωρίς χάρη και χαρά, όπως άλλωστε το επισημαίνει σε άλλο σημείο του κειμένου του, μνημονεύοντας συγκεκριμένη περίπτωση καταξιωμένου και σπουδαίου θεωρούμενου ανθρώπου μέσα στην κοινωνία, που του εξομολογήθηκε: «όλα τα έχω στη ζωή, αλλά ζω χωρίς καμία χαρά, γιατί έκανα το μεγαλύτερο σφάλμα: δεν δημιούργησα δική μου οικογένεια».

Ο μακαριστός π. Γεώργιος λοιπόν προβάλλει την αξία της οικογένειας. Κι η σκέψη του κινείται με σφαιρικό τρόπο: επικαλείται και την ίδια την πραγματικότητα της ζωής, αυτό δηλαδή που η ίδια η κοινωνία έχει διαπιστώσει εμπειρικά ως ανάγκη της μέσω της Παγκόσμιας Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του ανθρώπου, κυρίως όμως τον λόγο του Θεού: ο Δημιουργός μάς έπλασε έτσι ώστε το κοινωνικό στοιχείο να συνυπάρχει με τη φύση μας – «δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος» - αλλά και ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός μας επέλεξε μέσα σε οικογένεια να ανατραφεί και να μεγαλώσει, ευλογώντας και αγιάζοντας τον συγκεκριμένο θεσμό. Κι είναι περιττό βεβαίως να τονίσουμε ότι ο μακαριστός Γέρων θεωρεί ότι καταξιώνεται και αγιάζεται η οικογένεια, όταν τα μέλη της, πρωτίστως οι σύζυγοι, ο πατέρας και η μάνα, λειτουργούν και κινούνται όπως ο άγιος Ιωακείμ και η Παναγία Μητέρα του Κυρίου: με απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού, που θα πει με απόλυτη προτεραιότητα της θυσιαστικής αγάπης του ενός προς τον άλλον. Τότε μόνον δημιουργούνται οι συνθήκες να σκηνώσει η χάρη του Θεού στην οικογένεια και να φανερώνεται αυτή ως «κατ’ οίκον Εκκλησία». Διαφορετικά η οικογένεια μπορεί να υφίσταται αλλά να λειτουργεί εγωιστικά, φτιάχνοντας ανθρώπους ατομιστές με μοναδική απόβλεψη το συμφέρον τους. Στην περίπτωση αυτή βεβαίως και ο γάμος και η οικογένεια περιπίπτει στην περίπτωση εκείνων από την παραβολή του μεγάλου Δείπνου που αρνήθηκαν την πρόσκληση του Κυρίου με το «έχε με παρητημένον» και έμειναν έξω από το τραπέζι της Βασιλείας, μακριά δηλαδή από τον Θεό.

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2021

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ... ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ"

 

Μόλις κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις "ἀκολουθεῖν" το νέο βιβλίο μας, με τίτλο: ΑΒΒΑΔΕΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΥ, με σχεδιασμό εξωφύλλου από τον γνωστό ζωγράφο-αγιογράφο Νικόλαο Βλαχάκη (σελ. 320).  Όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

"Οἱ ἀββάδες τοῦ Γεροντικοῦ δέν λένε πράγματα τοῦ μυαλοῦ τους. Διατυπώνουν μέ τόν δικό τους τρόπο ὅ,τι λέει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ὅμως ἐκεῖνοι ἔκαναν πράξη στή ζωή τους κι ἐπιβεβαίωσαν ἔτσι ἐμπειρικά τήν ἀλήθεια του. Ὁ Χριστός εἶπε νά μένουμε σταθεροί στή δική Του ἀγάπη, πού θά πεῖ νά ’μαστε στόν «χῶρο» πού θά δεχόμαστε τήν ἀγάπη Του αὐτή, ἀγάπη κι ὅλης τῆς ἁγίας Τριάδος. Καί ὁ «χῶρος» αὐτός, σημεῖο συντονισμοῦ καί ἐπαφῆς μαζί Του ἐν Ἐκκλησίᾳ, δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν πλησίον μας, τόν συνάνθρωπό μας. Πού θά πεῖ: ἐκτεινόμενοι ἐν ἀγάπῃ πρός τόν συνάνθρωπο βρίσκουμε τόν Θεό μέσα μας. Στόν χῶρο τοῦ Θεοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας βρισκόμαστε μέ τούς ὅσιους ἀββάδες – ἡ δροσιά τῆς χάρης τους διαπερνᾶ τήν ὕπαρξή μας. Κι αὐτό εἶναι ἡ  ἀνάπαυση καί ἡ παρηγοριά μας".

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Α΄ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΠΑΝΤΕΣ ΟΙ ΕΝ ΑΣΚΗΣΕΙ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΕΣ ΟΣΙΟΙ - ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΤΟΥΣ (ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ)

Β΄ ΟΣΙΟΙ ΑΒΒΑΔΕΣ

1.          ΟΣΙΟΣ ΑΓΑΘΩΝ

2.          ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΟΥΝ Ο ΤΗΣ ΝΙΤΡΙΑΣ

3.          ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΩΝΑΣ

4.          ΟΣΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

5.          ΟΣΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΣ

6.          ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

7.          Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΚΥΠΡΟΥ

8.          ΟΣΙΟΣ ΕΥΦΡΟΣΥΝΟΣ Ο ΜΑΓΕΙΡΟΣ

9.          ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ

10.       ΟΣΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ

11.       (1) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ

12.       (2) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ: «ΠΩΣ ΕΝΕΔΡΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΑΓΙΔΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΑΣΤΙΓΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΝΗΡΟ»

13.       (3) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ: «Η ΔΙΚΑΙΗ ΠΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ»

14.       ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΟΛΟΒΟΣ

15.       ΟΣΙΟΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ Ο ΡΩΜΑΙΟΣ

16.       ΟΣΙΟΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ Ο ΑΣΚΗΤΗΣ

17.       (1) ΟΣΙΟΣ ΜΩΫΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΨ

18.       (2) ΟΣΙΟΣ ΜΩΫΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΨ: «ΛΕΥΚΑΝΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΜΑΥΡΗ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ!»

19.       ΟΣΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ Ο ΑΠΛΟΥΣ

20.       ΟΣΙΟΣ ΠΟΙΜΗΝ

21.       ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

22.       ΟΣΙΟΣ ΣΙΣΩΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ

    23.  ΟΣΙΑ ΑΜΜΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑ Η ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙᾼ

Γ΄(ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ) ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ – ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

Το βιβλίο διατίθεται σε όλα τα κεντρικά βιβλιοπωλεία.