Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΚ ΡΩΜΗΣ (1 ΙΟΥΛΙΟΥ)




Μέσα στό πλῆθος τῶν ἁγίων ᾽Αναργύρων, πού ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔχει στό ἑορτολόγιό της, εἶναι καί οἱ σήμερον ἑορταζόμενοι, Κοσμᾶς καί Δαμιανός οἱ ἀπό Ρώμης, γιά νά διακρίνονται ἀπό τούς ἄλλους ᾽Αναργύρους τούς προερχομένους ἀπό τή Μ. ᾽Ασία. ῾Αὐτοί ζοῦσαν στή Ρώμη, ὅταν βασιλιάς ἦταν ὁ Καρίνος, ἰατροί στό ἐπάγγελμα, πού παρεῖχαν ἀμισθί τίς ὑπηρεσίες τους, θεραπεύοντας ἀνθρώπους καί κτήνη, μέ  μόνη ῾ἀπαίτησή᾽ τους τήν ὁμολογία καί πίστη τῶν θεραπευθέντων ἀνθρώπων στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό. Διαβλήθηκαν ὅμως στόν βασιλιά ὅτι τίς θεραπεῖες τίς ἐπιτελοῦν μέ τήν τέχνη τῆς μαγείας, κι ἐπειδή ὁδηγοῦνταν ἄλλοι γιά χάρη τους στόν βασιλιά, οἱ ἴδιοι παρέδωσαν τούς ἑαυτούς τους. Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνον βεβαίως δέν πείστηκαν νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό, ἀλλά καί τόν Καρίνο ἀπήλλαξαν ἀπό τή δυσσέβειά του, ὅταν πρόσφεραν τήν ἴαση καί σ᾽ ἐκεῖνον. Διότι τήν ὥρα πού τούς ἀνέκρινε καί τούς ἀπειλοῦσε γιά νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους, ἡ θέση τοῦ προσώπου του ἄλλαξε θέση καί τό κεφάλι του ἔγειρε πρός τά πίσω, ὁπότε οἱ ἅγιοι τόν θεράπευσαν, γεγονός πού ἔκανε τούς παρευρισκομένους νά πιστεύσουν στόν Χριστό. Καί μαζί μέ αὐτούς ὁμολόγησαν τήν πίστη στόν Χριστό  καί ὁ βασιλιάς μέ ὅλους τούς οἰκείους καί συγγενεῖς του, κι ἀκόμη περισσότερο,  μέ τιμές πιά ἔστειλε πίσω τούς ἁγίους στό σπιτικό τους. Ὕστερα ὅμως ἀπό αὐτά, αὐτός πού ἐπιστατοῦσε τήν ἰατρική τους τέχνη, τούς φθόνησε, γι᾽ αὐτό, κι ὅταν τούς ἀνέβασε σ᾽ ἕνα βουνό, τάχα γιά συλλογή ἰατρικῶν βοτάνων, τούς ἐπιτέθηκε καί μέ λίθους τούς σκότωσε᾽.

Ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας ἀφενός δέν φείδεται ἐπαίνων, προκειμένου νά προβάλει τό μέγεθος τῆς ἁγιότητάς τους – οὐρανοπολῖται᾽, ῾θεόφρονες᾽, ῾δυάς ἱερά᾽, ῾φωταυγής ξυνωρίς᾽, ῾ὧν καί μόνα τά ὀνόματα νόσους ἐκ βροτῶν ἀπελαύνουσι᾽ κ.π.ἄ. -  ἀφετέρου τονίζει μέ πολλές εἰκόνες καί ἀναφορές τά βασικά στοιχεῖα τῆς κατά Χριστόν βιοτῆς τους. Μία ἀπό τίς πολλές ἀναφορές πού φωτίζει μέ συνοπτικό τρόπο τήν πορεία τῆς ἁγιότητάς τους εἶναι καί αὐτή πού ἐπισημαίνει: ῾διά πάντων (οἱ ἅγιοι) ὑπήκοοι γενόμενοι Χριστῷ ἐν παρρησίᾳ πρεσβεύουσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν᾽.  Οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός δηλαδή  ἅγιασαν, πού σημαίνει δέχτηκαν στήν ὕπαρξή τους ὅλη τήν ἁγία Τριάδα, ῾Πνεύματι θείῳ χρυσωθέντες᾽, διότι ἀποφάσισαν στή ζωή τους νά κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό. Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἁγιασμοῦ, κατά τήν πίστη μας, ζωντανῆς σχέσης δηλαδή μέ τόν Θεό,  πέραν τῆς ὑπακοῆς σέ ὅ,τι ὁ Χριστός ἐπιτάσσει καί παρακαλεῖ.  ῾Δεῦτε ὀπίσω μου᾽. ῾Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ᾽.

Ποιά τά σημάδια τῆς ὑπακοῆς στόν Χριστό; Μά τίποτε ἄλλο, πέρα ἀπό αὐτά πού βλέπουμε στή ζωή τοῦ ῎Ιδιου: τήν ἀγάπη στόν ἄνθρωπο καί τήν ταπείνωση. Οἱ ἅγιοι ἀποτελοῦν κυριολεκτικά τή συνωνυμία τῆς ἀγάπης. Ὅπου ὑπῆρχε νόσημα καί πρόβλημα, ἐκεῖ καί ἡ παρουσία τους λειτουργοῦσε ἰαματικά καί θεραπευτικά, πάντοτε εἰς εὐεργεσίαν. Κι ὄχι μόνον ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ, ἀλλά καί μετά θάνατον. Κι ἡ ἀγάπη τους αὐτή, ὡς συνέχεια τῆς ἀγάπης τοῦ ἴδιου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἐνεργοῦσε καί σέ ἀνθρώπους καί σέ κτήνη: ῾ἀνθρώποις τε καί κτήνεσι, τάς εὐεργεσίας μετέδωκαν᾽. ῎Ισως εἶναι οἱ κατεξοχήν ἅγιοι, τῶν ὁποίων ἡ ζωή ἀποτελεῖ ὑπομνηματισμό τῆς ἐπισήμανσης τοῦ ὁσίου ᾽Ισαάκ τοῦ Σύρου περί τοῦ τί εἶναι ἡ ἐλεήμων καρδία. ῾Καρδία ἐλεήμων ἐστί καῦσις καρδίας ὑπέρ πάσης τῆς κτίσεως...᾽.Ἡ ἀγάπη τους αὐτή ἀπό τήν ἄλλη ἐπιβεβαιωνόταν ὅτι ἦταν καθαρή, ξένη ἀπό προσμείξεις ἐγωϊσμοῦ, λόγω τῆς μεγάλης ταπείνωσής τους. Οἱ ἅγιοι ποτέ δέν κόμπασαν γιά τά κατορθώματά τους, γιά τά θαύματα πού γίνονταν διαρκῶς μέσω αὐτῶν. Διότι γνώριζαν ὅτι ἦταν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἔδινε τή συγκεκριμένη δύναμη. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ὑμνολογία μας σημειώνει: ῾Μεγάλων ἀξιωθέντες δωρεῶν πανεύφημοι, ἐν ταπεινότητι βίου ἐν τῇ γῇ ἐπολιτεύσασθε᾽.

Τό ἀποτέλεσμα μίας τέτοιας ἁγίας βιοτῆς εἶναι πάντοτε τό ἴδιο: ἡ παρρησία πού ἔχουν οἱ ἅγιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας. Παρρησία, δύναμη καί θάρρος δηλαδή μπροστά στόν Θεό,  γιά νά πρεσβεύουν ἀδιάκοπα γιά μᾶς, πού χειμαζόμαστε ἀκόμη στό πέλαγος τοῦ βίου αὐτοῦ. Εἶναι ἡ ὑπόσχεση πού ἔχει δώσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅτι ἐκεῖνος πού θά Τόν ἀκολουθεῖ μέ συνέπεια, θά γίνεται ἕνα μ᾽ Αὐτόν καί θά εἰσπράττει τίς  δυνάμεις Του. Οἱ ἅγιοι γίνονται κατά κάποιο τρόπο παντοδύναμοι, λόγω τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. ῾Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ᾽, πού λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Κυρίως ὅμως τονίζουν τήν ἀλήθεια αὐτή τά λόγια τοῦ Κυρίου: ῾᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὅ ἐάν θέλῃτε αἰτήσασθε, καί γενήσεται ὑμῖν᾽.

Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ (30 ΙΟΥΝΙΟΥ)




Ἡ ἑορτή τῆς σύναξης τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ  προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή  τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο, ὅπως π.χ. τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων ἑορτάζουμε τή σύναξη τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, τήν ἑπομένη τῶν Θεοφανείων ἑορτάζουμε τή σύναξη τοῦ ᾽Ιωάννη τοῦ Προδρόμου κ.ο.κ. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου.

Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως:  πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3).

῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική. Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. ῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του. 


Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ  κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους  στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει  1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΛΟΥΚΑ (ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ) (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)



Τίς ἀσθενεῖ καί οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται καί οὐκ ἐγώ πυροῦμαι;᾽
 (Β´ Κορ. 11, 29)

α. Θέλεις νά φύγεις καί νά κρυφτεῖς, νά μήν ἀκοῦς καί νά μή βλέπεις, ὅταν ἀκοῦς μέ κομμένη τήν ἀνάσα τόν ἀπόστολο Παῦλο νά διηγεῖται καί νά ζωγραφίζει μπροστά σου τά πάθια καί τά βάσανα πού ὑπέστη γιά τόν εὐαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων. Πῶς νά σταθεῖς, ὅταν μπροστά στήν ἀποστολική ζωή του νιώθεις ὄχι ἁπλῶς τή μικρότητά σου, ἀλλά τήν ἔσχατη κατάντια σου; Τό δικό μας βόλεμα στόν κόσμο τοῦτο, ὁ δικός μας ἄχρωμος χριστιανισμός: χριστιανός ναί, ἀλλά ὄχι καί νά ἀφήσουμε τά καλά τοῦ κόσμου, ὑφίσταται ἀνηλεές σφυροκόπημα ἀπό ἐκεῖνον πού κατέθεσε ἀληθινά τή ζωή του στόν Κύριο, μετέχοντας στόν Σταυρό Του καί φανερώνοντας τή δική Του ζωή ὡς προσωπική του ζωή. Πέτρου καί Παύλου σήμερα, καί ἡ ᾽Εκκλησία μᾶς θέτει ἐνώπιον τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανισμοῦ, τοῦ χριστιανισμοῦ τῶν ἀποστόλων, γιά νά μετρήσουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά κλάψουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας, γιά νά μετανοήσουμε. Κι ἀκόμη πιό βαθιά: νά κατανοήσουμε ὅσο εἶναι δυνατόν τήν αἰτία τῶν ἀποστολικῶν παθῶν προκειμένου νά μένουν αὐτοί ἐν Χριστῷ, γεγονός πού ἀποκαλύπτεται καί ἀπό τά συγκλονιστικά λόγια τοῦ ἀποστόλου: ῾τίς ἀσθενεῖ καί οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται καί οὐκ ἐγώ πυροῦμαι;᾽ (Ποιανοῦ ἡ πίστη ἀσθενεῖ καί δέν ἀσθενῶ κι ἐγώ; Ποιός ὑποκύπτει στόν πειρασμό καί δέν ὑποφέρω κι ἐγώ;᾽) 

β. 1. Ἡ περιγραφή τῆς μαρτυρικῆς ζωῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου: ῾μέ χτύπησαν μέ ἀφάνταστη ἀγριότητα, φυλακίστηκα, κινδύνεψα πολλές φορές νά θανατωθῶ,...μαστιγώθηκα, ...μέ τιμώρησαν μέ ραβδισμούς, ...μέ λιθοβόλησαν, ...τρεῖς φορές ναυάγησα, ...κόπιασα καί μόχθησα πολύ, ξαγρύπνησα πολλές φορές, πείνασα, δίψασα, ....ξεπάγιαζα καί δέν εἶχα ροῦχα νά φορέσω...᾽, ὅπως καί ἄλλα πολλά, δέν εἶχε αἰτία ἀσφαλῶς μία μαζοχιστικοῦ χαρακτήρα θεώρηση τοῦ κόσμου οὔτε πολύ περισσότερο μία ληστρική ζωή πού ἐπισύρει τό κυνηγητό τῶν ἀνθρωπίνων θεσμῶν καταστολῆς. Αἰτία τῶν μαρτυρικῶν του βασάνων ἦταν ἡ ἀγάπη πού ἔνιωθε πρός ὅλους τούς συνανθρώπους του, ἡ ὁποία τόν ἔσπρωχνε νά θέλει καί τή ζωή του νά δώσει γι᾽ αὐτούς προκειμένου νά τούς γνωρίσει τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου ᾽Ιησοῦ Χριστό. ῾᾽Οφειλέτης ὅλων εἶμαι᾽, γράφει κάπου ἀλλοῦ στίς ἐπιστολές του, ῾γιά νά κηρύξω τό εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας σέ ὅλους᾽. ῾Τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα, ἵνα πάντως τινάς σώσω᾽. Μιλᾶμε λοιπόν γιά μία ἀγάπη πού ξεπερνοῦσε ἀπείρως τά φυσικά μέτρα τῆς ἁπλῆς συμπάθειας πρός τούς ἄλλους καί ἐκτεινόταν στούς πάντες,  ἀκόμη καί τούς ὑποτιθέμενους ἐχθρούς, σέ βαθμό θυσίας κάθε προσωπικοῦ συμφέροντος, ἀκόμη καί τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς· μία ἀγάπη ἔτσι πού ἔκανε τόν ἀπόστολο νά θεωρεῖ τόν ἄλλον, τόν κάθε ἄλλον, ὄχι κάτι διαφορετικό ἀπό τόν ἴδιο, ἀλλά κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ του, μᾶλλον τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ὁ ἀπόστολος ζοῦσε ταυτισμένος μέ ὅλον τόν κόσμο, περιλάμβανε μέσα του ἐν ἀγάπῃ τούς πάντες καί φανέρωνε τό μυστήριο τοῦ ἀληθινά παγκόσμιου ἀνθρώπου. ῾Χαίρειν μετά χαιρόντων καί κλαίειν μετά κλαιόντων᾽.

2. Πρόκειται γιά χαρισματική κατάσταση ἀσφαλῶς. Ἡ πλάτυνση τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀποστόλου, τέτοια πού περιλάμβανε ἐν ἀγάπῃ ὁλόκληρο τόν κόσμο,  ἦταν καρπός τῆς χαρισματικῆς σχέσης του μέ τήν πηγή τῆς ἀγάπης ᾽Ιησοῦ Χριστό. ῎Αν ὁ ἀπόστολος ζοῦσε τό μεγαλεῖο τῆς περιχώρησης τῶν πάντων μέσα του, ἦταν γιατί στήν πραγματικότητα ζοῦσε ὁ Χριστός μέσα του, ὁ ῾Οποῖος τοῦ ἔδινε τή δυνατότητα αὐτή. Διότι ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του, μετά μάλιστα τήν πτώση του στήν ἁμαρτία, τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει καί νά ζεῖ εἶναι ἡ ἁμαρτία. ῾Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν᾽ σημείωσε ἀποκαλυπτικά ὁ Κύριος. Χωρίς Χριστό ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑποταγμένος στά πάθη τοῦ ἐγωϊσμοῦ του, κυριολεκτικά δέσμιος τοῦ ἑαυτοῦ του καί τοῦ Πονηροῦ διαβόλου, συνεπῶς ἡ διάσπαση καί ὁ χωρισμός εἶναι τό κύριο γνώρισμά του.  Μέ τόν Χριστό ὅμως δέχεται τήν παντοδύναμη ἐνέργεια ᾽Εκείνου, καθώς ἐνσωματώνεται σέ Αὐτόν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος γινόμενος μέλος Του, ὁπότε ἡ ζωή του εἶναι πιά μία φανέρωση Χριστοῦ: ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μέσω αὐτοῦ. ῾Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός᾽. ῾Η ταύτιση λοιπόν τοῦ ἀποστόλου μέ τούς συνανθρώπους του, ἡ οὐσιαστική ἑνότητα πού ἔνιωθε μέ τούς ἄλλους,   ἦταν ὁ φυσιολογικός καρπός τῆς ταύτισής του μέ τόν Κύριο, πού τόν ἔκανε νά προεκτείνει τήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ γιά τόν κόσμο μέσα καί ἀπό τήν δική του ὕπαρξη. Αὐτό ἦταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, αὐτό ἦταν καί ὅλοι οἱ ἀπόστολοι, ὅπως καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς ᾽Εκκλησίας.

3. Τό μυστήριο αὐτό τῆς ὕπαρξης τοῦ χριστιανοῦ, ἀπρόσιτο στίς ἀνθρώπινες φυσικές αἰσθήσεις, μπορεῖ νά συνιστᾶ παραδοξότητα καί ἴσως παραλογισμό γιά τά δεδομένα τοῦ φυσικοῦ λεγομένου ἀνθρώπου, τοῦ ἐκτός ᾽Εκκλησίας καί μή ἐν Χριστῷ ζῶντος, ἀλλά συνιστᾶ μία φυσιολογική κατάσταση γιά τά δεδομένα τῆς πίστεως καί τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ἡ βασική ἐντολή πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο εἶναι ἀκριβῶς τό ῾ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος, καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν᾽. Κι αὐτό γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ῾κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ᾽ δημιουργημένος. ῾Η ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο ἔτσι ἀποτελεῖ τή φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο κατανοεῖται ὡς ταύτιση πρός αὐτόν: τό ἐσύ ὡς ἐγώ, καί τό ἐγώ  ὡς σύ. ῾Ο Κύριος λοιπόν φέρνει τόν ἄνθρωπο στήν πραγματικότητα τῆς φυσιολογικῆς του κατάστασης μέ τόν ἐρχομό Του, ἀπό τήν ὁποία εἶχε ἐκπέσει λόγω τῆς ἁμαρτίας του, κι αὐτό ζοῦν καί κηρύσσουν οἱ ἀπόστολοι. Μία φυσιολογία ὅμως πού προκαλεῖ χαρά καί ἀγαλλίαση στούς πιστούς, βλασφημία καί δαιμονισμό ἀπό τήν ἄλλη στούς ἀπίστους. Κι αὐτό γιατί ὁ κόσμος αὐτός ἐξακολουθεῖ καί ὑφίσταται τίς ἐπιθέσεις τοῦ Πονηροῦ ἄχρι καιροῦ, πού σημαίνει ὅτι ὑπάρχουν πολλοί οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται τόν Κύριο καί ἐναντιώνονται συνεπῶς καί σ᾽ Αὐτόν καί στούς μαθητές Του. ῾᾽Ιδού οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον᾽.

4. Καί τό τελευταῖο αὐτό ἐξηγεῖ ἀκριβῶς καί ὅ,τι ὑπέστη ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅπως καί ὅλοι οἱ ἀπόστολοι καί ὁλόκληρη ἡ ᾽Εκκλησία στήν ἱστορία της. ᾽Εννοοῦμε ὅτι ὅπως ὁ Κύριος ῾ἐρχόμενος εἰς τά ἴδια᾽ δέν ἔγινε ἀποδεκτός ἀπό ὅλους, καί μάλιστα ὁδηγήθηκε στόν Σταυρό γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, τό ἴδιο συνέβη καί μέ τούς μαθητές Του σέ ὅλες τίς ἐποχές: τούς δίωξαν καί τούς κυνήγησαν καί τούς σκότωσαν. ᾽Ακόμη καί στίς θεωρούμενες εἰρηνικές ἐποχές, ἀκόμη καί τότε ἔχουμε ἕναν κρυφό καί ὕπουλο πόλεμο, ὁ ὁποῖος ἄν δέν πάρει τή μορφή τῆς ἐξωτερικῆς δίωξης, παίρνει τή μορφή τῆς ἀφανοῦς καί τῆς ὕπουλης. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν᾽. Κι αὐτό εἶναι τό τίμημα πάντοτε τῆς ἀγάπης: νά ὑπάρχει ἡ ἐναντίωση τῶν πονηρῶν δυνάμεων. ῞Οσο δηλαδή προσφέρεσαι ἀνιδιοτελῶς πρός χάρη τοῦ κόσμου, τόσο καί θά κατασπαράσσεσαι ἀπό ἐκείνους πού συνήθως δέχονται τήν εὐεργεσία σου. ῎Ετσι τό μαρτύριο τῶν ἀποστόλων καί ὅλων τῶν ἁγίων συνιστᾶ μετοχή στό μαρτύριο τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. ῾Ο Σταυρός τοῦ Κυρίου συνεχίζεται μέσα ἀπό τά παθήματα πιά τῶν ἴδιων τῶν ἁγίων Του.

γ. ῾Η ᾽Εκκλησία μας σήμερα γιά μία ἀκόμη φορά μᾶς ὑπενθυμίζει μέσα ἀπό τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τό μέτρο πρός τό ὁποῖο πρέπει νά κατατείνουμε. ῾Η μαρτυρική ζωή τοῦ ἀποστόλου καί ὅλων τῶν ἀποστόλων εἶναι ὅ,τι πρέπει νά περιμένουμε ἄν θέλουμε νά εἴμαστε συνεπεῖς καί ἐμεῖς πιστοί τοῦ Κυρίου. Κι ἄν βλέπουμε τά μαρτύρια τῶν ἀποστόλων καί ψάχνουμε ποῦ νά κρυφτοῦμε, ἴσως κι αὐτό νά μήν εἶναι κακό: μᾶς ὁδηγεῖ σέ ταπείνωση, πού μπορεῖ νά ἑλκύσει λίγο τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἐπάνω μας. Σημασία ὅμως ἔχει τό γεγονός ὅτι δέν πρέπει νά ῾πετᾶμε στά σύννεφα᾽. Σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο ἡ θλίψη καί ἡ δοκιμασία καί ἡ δίωξη θά εἶναι πάντοτε τά ἀναμενόμενα. Κάτι διαφορετικό ὡς προσμονή ἀπό ἐμᾶς ἁπλῶς θά σημαίνει τόν ἐλαττωματικό χριστιανισμό μας.  

Ο ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ (29 ΙΟΥΝΙΟΥ)




Ὁ μήνας ᾽Ιούνιος καταυγάζεται ἀπό τή μεγάλη ἑορτή τῶν πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου (29 ᾽Ιουνίου). Δέν πρόκειται περί μίας ἁπλῆς ἑορτῆς, ὅπως συνήθως ἑορτάζουμε τίς ὑπόλοιπες ἑορτές τῶν ἁγίων μας: νά θυμηθοῦμε τήν κατά Χριστόν πολιτεία τους καί στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας νά τούς μιμηθοῦμε. Στόν ἐναγκαλισμό τῶν δύο ἀποστόλων, ὅπως τόν βλέπουμε στή γνωστή εἰκόνα τους, ἡ ᾽Εκκλησία μας πρόβαλε τή σύζευξη τῆς πίστεως καί τῶν ἔργων, μέ ἄλλα λόγια εἶδε τούς ἀποστόλους αὐτούς ὡς σύμβολο καί τύπο τῆς παραδόσεώς της.

Ὑπῆρξε, καί ὑπάρχει ἀκόμη σέ ὁρισμένους αἱρετικούς, ἡ ἄποψη ὅτι οἱ πρωτοκορυφαῖοι ἀπόστολοι ἀκολουθοῦν διαφορετικές παραδόσεις καί ἐκφράζουν διαφορετικές θεολογίες: ὁ ἀπόστολος Πέτρος – λένε -  τονίζει τά ἔργα ὡς δρόμο σωτηρίας, γεγονός πού τόν σχετίζει περισσότερο μέ τήν ᾽Ιουδαϊκή παράδοση, καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει κυρίως τήν πίστη, ἄρα εἶναι ὁ ρηξικέλευθος καί ὁ ἀληθινός χριστιανός. Τόν Πέτρο εἶδαν πολλοί ὡς πρότυπο τῆς θεολογίας τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ, ἡ ὁποία πράγματι ὑπερτονίζει τά καλά ἔργα εἰς βάρος συχνά τῆς πίστεως, καί τόν Παῦλο ἀπό τήν ἄλλη σχέτισαν μέ τόν Προτεσταντισμό, ὁ ὁποῖος ὑποβαθμίζει τά ἔργα ὑπέρ τῆς πίστεως.

Γιά ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους ὅμως μία τέτοια διασπασμένη κατανόηση τῆς θεολογίας τῶν ἀποστόλων αὐτῶν ἀποτελεῖ μεγάλη πλάνη. Καί τοῦτο γιατί καί οἱ δύο ἀπόστολοι ἐκφράζουν τήν ἴδια τελικῶς θεώρηση τῆς πίστεως. Δέν προβάλλει ἄλλον Χριστό ὁ Πέτρος καί ἄλλον ὁ Παῦλος. Καί οἱ δύο καταθέτουν τήν ἴδια ἐμπειρία, τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία, γιά τήν ὁποία καί οἱ δύο ἔδωσαν μέ μαρτυρικό τρόπο τή ζωή τους. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἄλλωστε πού τούς φώτιζε, ἦταν καί εἶναι πάντοτε τό ἴδιο. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά παράδειγμα, τονίζει τήν πίστη ὡς προϋπόθεση τῆς σωτηρίας, ἐξαγγέλλει τήν κοινή μαρτυρία καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων, ποεξάρχοντος τοῦ Πέτρου (Βλ. π.χ. Α´Πέτρ. 1, 5-9. 21κ.ἀ.), κατά τήν ὁποία, ναί μέν ῾ὁ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται᾽ (Ρωμ. 1,17), ἀλλά ἡ πίστη αὐτή ἐκφράζεται μέ τά ἔργα τῆς πίστεως, μέ τή μετάνοια δηλαδή τοῦ ἀνθρώπου, καί μέ τόν καρπό τῆς πίστεως, τήν ἀγάπη. ῾Πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη᾽ (Γαλ. 5, 6) κατά τή συνοπτική διατύπωσή του, πού σημαίνει ὅτι τότε ἡ χριστιανική πίστη ζωντανεύει καί ἐνεργοποιεῖται, ὅταν ἀκολουθεῖ τόν δρόμο τῆς ἀγάπης. Πρόκειται γιά διαφορετική διατύπωση τῆς διδασκαλίας καί τοῦ ἀποστόλου ᾽Ιακώβου, κατά τήν ὁποία ῾ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι᾽ (2, 18). Διαφορετικά, ἡ πίστη μόνη μπορεῖ νά θεωρηθεῖ καί ὡς δαιμονική, ἀφοῦ ῾καί τά δαιμόνια πιστεύουσιν καί φρίττουσι᾽( ᾽Ιακ. 2,19).

῎Ετσι πίστη καί ἔργα (πίστεως) συμπορεύονται στή χριστιανική παράδοση, ἐνῶ ὁποιαδήποτε διάσπαση τῆς πίστεως ἀπό τά ἔργα ἑρμηνεύεται ὡς τό ἀποτέλεσμα τῆς συγχύσεως τῆς ψυχῆς καί τοῦ διασπασμένου νοῦ τῶν αἱρετικῶν. Ἡ ἐσωτερική δηλαδή διάσπαση, τήν ὁποία ζοῦν οἱ αἱρετικοί, λόγω τῆς ἐνεργούσας μέσα τους ἁμαρτίας, τούς ὁδηγεῖ καί στό νά βλέπουν διασπασμένη τή θεολογία τῶν ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου. Μέ ἄλλα λόγια καί στό σημεῖο αὐτό ἐπιβεβαιώνεται ἡ ψυχολογική ἀρχή, σύμφωνα μέ τήν ὁποία  ὁ κάθε ἄνθρωπος γιά τήν κατανόηση τοῦ κόσμου προβάλλει στήν πραγματικότητα τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό: αὐτό πού ζεῖ, τό προεκτείνει καί πρός τά ἔξω.

Στήν πιθανή ἔνσταση ὅτι ἱστορικά ὑπῆρξε κάποια σύγκρουση τῶν πρωτοκορυφαίων - ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος τότε πού ῾ἦρθε ὁ Πέτρος στήν ᾽Αντιόχεια, τοῦ ἀντιμίλησε κατά πρόσωπο, γιατί ἦταν ἀξιοκατάκριτος. Γιατί πρίν ἔρθουν μερικοί ἄνθρωποι τοῦ ᾽Ιακώβου, ἔτρωγε στά κοινά δεῖπνα μαζί μέ τούς ἐθνικούς. Σάν ἦρθαν ὅμως, ὑποχωροῦσε καί διαχώριζε τή θέση του, ἐπειδή φοβόταν τούς ᾽Ιουδαίους᾽ (Πρβλ. Γαλ. 2,11 ἑξ.) - ἡ ἀπάντηση δέν εἶναι διαφορετική: ἡ διαφωνία ἦταν γιά τήν τακτική τοῦ Πέτρου ἀπέναντι στούς ἐθνικούς καί ὄχι γιά τήν πίστη καί τήν ἀλήθεια πού ζοῦσε. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας, εἴπαμε, πρόβαλε καί προβάλλει συνεχῶς τήν  ἑ ν ό τ η τ ά  τους μέσα καί ἀπό τήν εἰκόνα τῆς ἑορτῆς τους, ὅπου τούς τοποθετεῖ σέ ἐναγκαλισμό.

Ἡ μεγάλη λοιπόν ἑορτή τῶν ἁγίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, πού ἡ ᾽Εκκλησία μας τή συνοδεύει καί μέ νηστεία (γι᾽ αὐτούς γίνεται ἡ νηστεία καί ὄχι γιά τήν ἑπομένη, τῆς σύναξης τῶν ἀποστόλων), μᾶς ὑπενθυμίζει τή βασική ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας ὅτι δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε καί νά σχετιστοῦμε μέ τόν Χριστό, ἄν μαζί μέ τήν πίστη μας σέ ᾽Εκεῖνον δέν κινητοποιηθεῖ καί ὅλη ἡ ζωή μας. Μέ ἁπλά λόγια, ἡ ἀγάπη μας γιά τόν συνάνθρωπο (αὐτό σημαίνει κυρίως κινητοποίηση τοῦ ἑαυτοῦ μας) ἀποτελεῖ καί τή σπουδαιότερη ἐπιβεβαίωση τῆς πραγματικῆς πίστεώς μας.

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ (24 ΙΟΥΝΙΟΥ)



Ἡ ἑορτή τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου Προδρόμου συνιστᾶ ἰδιαίτερα χαρμόσυνο γεγονός γιά ὅλη τή Δημιουργία : χαίρουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, ὅλος ὁ πιστός στόν Χριστό κόσμος, ἀλλά ἀκόμη καί ἡ ἴδια ἡ ἄλογη φύση: ῾Γήθεται ἅπασα κτίσις τῷ σῷ τόκῳ θεϊκῶς᾽. Αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι ὄχι μόνον ὅτι γεννήθηκε ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος – καί αὐτό κατά τόν Κύριο εἶναι γεγονός χαρᾶς: ῾διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμῳ᾽ εἶπε κάπου - ἀλλά ὅτι γεννήθηκε ἐκεῖνος πού προετοίμασε τό ἔδαφος γιά τόν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ, δηλαδή φάνηκε τό λυχνάρι πρίν ἔρθει τό φῶς, ἦρθε ἡ αὐγή πρίν ἀνατείλει ὁ Ἥλιος, ἀκούστηκε ἡ φωνή πού φανέρωσε τόν ἴδιο τόν Λόγο. Οἱ ὕμνοι τῆς ᾽Εκκλησίας μας δέν φείδονται ἐπαίνων καί ἐγκωμίων γιά νά δηλώσουν τή χαρμόσυνη αὐτή πραγματικότητα, ὅπως π.χ.῾ἐγεννήθη φωνή τοῦ Λόγου καί φωτός Πρόδρομος᾽, ῾ὁ λύχνος τοῦ φωτός προέρχεται, ἡ αὐγή τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης μηνύει τήν ἔλευσιν, εἰς ἀνάπλασιν πάντων καί σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν᾽.

῎Ετσι ἡ γέννηση τοῦ ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου ἀφενός ἀποτελεῖ χαρά πού ἀντανακλᾶ τήν ὑπέρμετρη καί ἄφατη χαρά γιά τόν ἐρχομό στόν κόσμο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ μας, ἀφετέρου προβάλλει τό μέγεθος τῆς προσωπικότητας τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἀφοῦ εἶναι ὁ μόνος μάλιστα πού δέχτηκε ἀργότερα τόσους ἐπαίνους ἀπό τόν Κύριο καί συνεπῶς δηλώθηκε μέ τόν πιό πανηγυρικό τρόπο τό ὕψος τῆς ἁγιότητάς του: ῾Οὐδείς ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων τοῦ ᾽Ιωάννου᾽, ῾ὁ μείζων πάντων τῶν προφητῶν προφήτης, οὗ ἕτερος οὐκ ἔστιν, οὐδέ ἐγήγερται᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας, στοιχώντας στόν ἴδιο τόν ἀρχηγό της, τόν τοποθέτησε δεύτερο μετά τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, μέ ἰδιαίτερη καθημερινή μνημόνευσή του μετά ἀπό Αὐτήν καί μέ τή θέση του στό τέμπλο κάθε ναοῦ στά ἀριστερά τοῦ Κυρίου.

Τό προφητικό καί προδρομικό του στοιχεῖο δηλώθηκε ἀπό τήν ἀρχή τῆς δράσης του στήν ἔρημο τοῦ ᾽Ιορδάνου, πρῶτον μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας καί τό βάπτισμα τῆς μετανοίας καί δεύτερον μέ τή διαρκή ἀναφορά του στόν ἐρχόμενο Μεσσία. Κι αὐτά τά δύο ἦταν ἄμεσα συνδεδεμένα μεταξύ τους, διότι κανείς δέν μποροῦσε καί δέν μπορεῖ νά πιστέψει στόν Χριστό, ἀποδεχόμενος Αὐτόν ὡς προσωπικό του λυτρωτή, ἄν δέν μετανοήσει γιά τίς ἁμαρτίες του, μέ ἀλλαγή τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς του καί μέ προσανατολισμό του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνησιότητα τῆς δράσης του ἀπό τήν ἄλλη, δηλαδή ὅτι βρίσκεται στό ἔργο αὐτό σταλμένος ἀπό τόν Θεό, ἐπιβεβαιώθηκε καί ἀπό τό μαρτυρικό τέλος τῆς ζωῆς του, πού ἐπιστέγασε οὐσιαστικά τήν ὅλη μαρτυρική πορεία του, καί κυρίως ἀπό τά λόγια, ὅπως εἴπαμε, τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, γιά τόν Ὁποῖο πάντοτε τόνιζε ὅτι ῾ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι᾽. Ἡ μεγαλωσύνη του ἀπό τήν ἄποψη αὐτή φάνηκε καί ἀπό τό μέγεθος τῆς ταπείνωσής του.

Ἡ ὑπέρμετρη ἁγιότητά του καί τό καταλυτικό γιά τήν προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ ἔργο του δέν ὀφείλονται μόνο στή χάρη καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ᾽Ιωάννης ἦταν ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ προφήτης, ἀλλά πού συνήργησε σ᾽ αὐτό καί ὁ ἴδιος τά μέγιστα, γιά νά ἀναδειχθεῖ στό σημεῖο πού ἔφτασε. Καί ἡ συνέργειά του ἔγκειτο στήν κατάθεση τῆς θέλησής του στήν ὑπακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. ᾽Αδιάκοπα ὁ ᾽Ιωάννης , ἤδη ἐκ βρέφους κοιλίας, ἔθετε τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γεγονός πού σημαίνει ὅτι αὐτά πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός – τά χαρίσματα τοῦ κατά φύσιν – τά ἐργάστηκε μέ τέτοιον τρόπο διά τῆς ἁγνότητάς του καί τῆς σωφροσύνης του, ὥστε νά ἀποφύγει ὅ,τι ὁδηγοῦσε στήν ἁμαρτία – τό λεγόμενο παρά φύσιν – καί νά φτάσει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στό μεγαλεῖο τῆς ἐν Θεῷ παραμονῆς του – σ᾽ αὐτό πού ὀνομάζεται ὑπέρ φύσιν.  Κατά τά λόγια μάλιστα τοῦ δοξαστικοῦ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ, ποιήματος τῆς ἁγίας Κασσιανῆς, ῾ἁγνείαν γάρ παντελῆ καί σωφροσύνην ἀσπασάμενος, εἶχε μέν τό κατά φύσιν, ἔφυγε δέ τό παρά φύσιν, ὑπέρ φύσιν ἀγωνισάμενος᾽. Αὐτόν λοιπόν ὅλοι οἱ πιστοί, μιμούμενοι κατά τίς ἀρετές του, ἄς τόν παρακαλοῦμε νά πρεσβεύει γιά ἐμᾶς, γιά νά σωθοῦν οἱ ψυχές μας.

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)




οὐ γάρ οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου δίκαιοι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλ᾽ οἱ ποιηταί τοῦ νόμου δικαιωθήσονται᾽ (Ρωμ. 2, 13)

α. Στό σημαντικότατο θέμα τοῦ τρόπου κρίσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό, ᾽Ιουδαίων καί εἰδωλολατρῶν, ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό ἀπόσπασμα ἀπό τή μεγαλύτερη καί δογματική ὀνομαζόμενη ἐπιστολή του, τήν πρός Ρωμαίους. Οἱ ᾽Ιουδαῖοι θά κριθοῦν μέ βάση τόν γραπτό νόμο πού τούς εἶχε δώσει ὁ Θεός, οἱ εἰδωλολάτρες μέ βάση τόν ἔμφυτο νόμο τῆς συνειδήσεώς τους. Καί γιά τούς μέν καί γιά τούς δέ, ἐκεῖνο πού συνιστᾶ ζητούμενο ἀπό τόν Κύριο δέν εἶναι ἡ καταγωγή καί ἡ φυλετική τους ἔνταξη, ἀλλά ἡ ἀγαθότητα τήν ὁποία ἐπιδεικνύουν στή ζωή τους – σέ ὅ,τι ἀποσκοπεῖ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως -  πού σημαίνει κριτήριο γιά τόν Θεό ἀποτελεῖ ἡ ἐσωτερική καλή τους διάθεση ἐνεργούμενη στήν καθημερινότητα, ῾τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων᾽ πού λέει ὁ ἀπόστολος, συνεπῶς ἡ ῾καρδιά᾽ τους βρίσκεται στό ῾στόχαστρο᾽ τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἡ ἐπιφάνεια τῆς ἐδῶ ζωῆς. Διότι ῾οὐκ ἔστι προσωποληψία παρά τῷ Θεῷ᾽ (δέν χαρίζεται σέ πρόσωπα ὁ Θεός). ῾Η φράση μάλιστα τοῦ ἀποστόλου ῾οὐ γάρ οἱ ἀκροαταί τοῦ νόμου δίκαιοι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλ᾽ οἱ ποιηταί τοῦ νόμου δικαιωθήσονται᾽ (Διότι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ὄχι ὅσοι ἀκοῦν ἁπλῶς τήν ἀνάγνωση τοῦ θείου νόμου, ἀλλά ὅσοι τηροῦν τόν νόμο αὐτοί θά ἀναγνωριστοῦν δίκαιοι) εἶναι κλασική καί συνιστᾶ ἀξίωμα στήν ὅλη πνευματική ζωή.

β. 1. Βεβαίως τό ἀξίωμα αὐτό δέν ἀποτελεῖ ἐφεύρεση τοῦ ἀποστόλου. Πέρα ἀπό ὅσα οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης διακήρυσσαν ἐπ᾽ αὐτοῦ, ὁ ἀπόστολος κινεῖται πάνω στή γραμμή πού τόνιζε καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ᾽Εκεῖνος διαρκῶς δέν ἔλεγε  ὅτι ῾οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε, Κύριε, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ᾽; ῎Οχι τά λόγια, ὄχι ἡ ἁπλή ἀκρόαση, ἀλλά ἡ ποίηση καί ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά δικαιώνεται ἀπό τόν Θεό καί νά θεωρεῖται μέλος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ αὐστηρή καί ἐπίμονη αὐτή τοποθέτηση τοῦ Κυρίου ἔφτανε στό σημεῖο καί θεωρούμενης ῾ὑπερβολῆς᾽: ἔκρινε καί κατέκρινε ἀκόμη καί τή συγγενική σχέση καί συνάφεια, ὅταν αὐτή δέν βρισκόταν μέσα στά πλαίσια τοῦ ἀπόλυτου κριτηρίου: τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ποιά εἶναι ἡ μάνα μου καί ποιοί εἶναι οἱ ἀδελφοί μου; ῞Οποιος τηρεῖ τό θέλημα τοῦ Πατέρα μου τοῦ Οὐράνιου, αὐτός εἶναι μάνα μου καί ἀδελφός μου καί ἀδελφή μου᾽. Καί δέν διστάζει νά χαρακτηρίσει τόν μαθητή του Πέτρο ῾σατανά᾽, ὅταν ἐκεῖνος χωρίς ἐπίγνωση προσπαθεῖ νά τόν ἀποπροσανατολίσει ἀπό τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. ῾῞Υπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ, ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων᾽.

2. ῾Ο Θεός λοιπόν δικαιώνει τόν ἄνθρωπο, λέει ὁ ἀπόστολος,  μέ βάση τήν τήρηση τοῦ νόμου Του, τοῦ ἁγίου θελήματός Του δηλαδή, καί ὄχι μέ βάση τά ἐξωτερικά ἐπίγεια στοιχεῖα του. Δικαίωση ἀπό τόν Θεό μέ τά χαρακτηριστικά τῆς καταγωγῆς, τῆς φυλῆς καί τῶν ἐξωτερικῶν καλῶν ἔργων διεκδικοῦσαν καί πίστευαν οἱ ᾽Ιουδαῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά κάνουν τόν Θεό ἐθνικιστή καί ἄδικο, (ἄς θυμηθοῦμε καί τό ἀνηλεές μαστίγωμα τῆς διαστροφῆς αὐτῆς ἀπό τόν ἄγνωστο συγγραφέα τοῦ προφητικοῦ βιβλίου τοῦ ᾽Ιωνᾶ ἀκριβῶς στό πρόσωπο τοῦ ἐθνικιστῆ προφήτη),  γι᾽ αὐτό καί δέχτηκαν τά σκληρά ῾οὐαί᾽ ἀπό ᾽Εκεῖνον ὅπως καί τή σκληρή καταδίκη τους ἀπό τούς ἀποστόλους, ἰδίως δέ ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο. Δικαίωση ὅμως κατά τόν Κύριο καί τό κήρυγμα συνεπῶς τῶν ἀποστόλων σημαίνει τόν συντονισμό τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, δηλαδή τή βίωση τῆς χάρης Του, τήν ὁποία χορηγεῖ σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἀρχίζει νά αἰσθάνεται ὅτι ἡ ἀληθινή ζωή δέν βρίσκεται στίς προσφορές καί τίς γοητεῖες τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ εὑρισκομένου ἄχρι καιροῦ στά χέρια τοῦ ῾κοσμοκράτορος διαβόλου᾽, ἀλλ᾽ ὅπου ὑπάρχει Θεός: στό ἅγιο θέλημα καί τίς ἐντολές Του. ῎Ετσι ἡ δικαίωση τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει ἀπό τή στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος  μ ε τ α ν ο ε ῖ, μέ ἐπιστροφή τῆς καρδιᾶς του πρός τόν Κύριο καί ὅλης τῆς ὑπάρξεώς του. Εὐθύς ὡς ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζει νά κτυπᾶ μέ ἀγάπη πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀμέσως ἀρχίζει καί τό γεγονός τῆς δικαίωσής του, δεῖγμα ὅτι ἀφενός ἡ δικαίωση δέν ἔχει τέλος ἀφοῦ ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό δέν ἔχει ὅριο, ἀφετέρου ἡ δικαίωση αὐτή δέν ἔχει χαρακτήρα προσωποληψίας ἀφοῦ ὁ Θεός ἀγκαλιάζει ἐν ἀγάπῃ κάθε ἄνθρωπο ἀνεξάρτητα ἀπό κάθε ἐγκόσμιο προσδιορισμό του.

3.  Ἡ μετάνοια λοιπόν ὡς προσανατολισμός πρός τόν Θεό καί ἐπιστροφή σέ Αὐτόν, κάτι πού θά γίνει ἀγώνισμα πιά ὅλης τῆς ζωῆς, εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά νιώθει τή δικαίωση τοῦ Θεοῦ. Πιό ἄμεση ἐπιβεβαίωση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς ἀπό τήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου καί ἀπό τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου νομίζουμε δέν ὑπάρχει. ῾Ο Τελώνης καταρχάς ῾ἐξῆλθε δεδικαιωμένος᾽ ἀπό τόν Θεό, κατά τό ἀψευδές στόμα τοῦ Κυρίου, διότι ἀκριβῶς μετανόησε γιά τίς ἁμαρτίες του καί ἡ καρδιά του ἔκλινε πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα. Δέν ἦταν τά ἀνύπαρκτα ἀκόμη καλά ἔργα του πού τόν δικαίωσαν – τέτοια εἶχε νά ἐπιδείξει μέ ἐγωϊστική καύχηση ὁ Φαρισαῖος - ἀλλά τό γεγονός ὅτι ὁ ἐσωτερικός κόσμος του ἐπέστρεψε στόν Κύριο. (Προφανῶς ἀπό κεῖ καί πέρα ἔπρεπε νά ἐπιβεβαιώνει τήν ἐπιστροφή του αὐτή μέ τήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς του, δηλαδή τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά παίρνει μορφή μέσα ἀπό τή δική του ζωή). Κι ἔπειτα ἡ περίπτωση τοῦ ἀσώτου. Δικαιώνεται πανηγυρικά ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ὅταν συνειδητοποιεῖ τήν κατάντια του καί παίρνει τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς του πρός Αὐτόν. ῾Η ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα, τό πανηγύρι πού ἔστησε γιά τό ἄσωτο παιδί Του, τί ἄλλο διακηρύσσουν παρά τή δικαίωση πού δίνει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἀληθινά μετανοεῖ;

4. Πρόκειται γιά περίσσια λόγων, ἀλλά θά τό κάνουμε: ἡ μετάνοια αὐτή πού φέρνει τή δικαίωση ἀπό τόν Θεό, γιατί συνιστᾶ οὐσιαστικά τήν ποίηση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, φανερώνει τή γνησιότητά της ἀπό τά ἔργα τῆς ἀγάπης. ᾽Αφοῦ ῾ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί᾽, δέν μπορεῖ ὅποιος συντονίζεται μαζί Του νά μή ζεῖ ἐν ἀγάπῃ. Κι αὐτό θά πεῖ: μετανοῶ σημαίνει ἀγαπῶ. Τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο, ὅπου γῆς καί κάθε λογῆς. Μετάνοια ὡς θεωρητική ἀποδοχή προτάσεων τῆς πίστεως χωρίς ἔμπρακτη φανέρωσή της μέ τήν ἀγάπη συνιστᾶ ἰδεολογία πού ταυτίζεται μέ τόν δαιμονισμό. Καθότι ῾καί τά δαιμόνια πιστεύουσιν καί φρίττουσιν᾽. Πολλοί ῾πιστοί᾽ θά μείνουν ἐκτός τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀδικαίωτοι, σάν τίς μωρές παρθένες τῆς ὁμώνυμης παραβολῆς. Καί πολλοί ῾ἄπιστοι᾽, ἀκολουθώντας τόν νόμο τῆς συνείδησής τους μέ ἀγαθή διάθεση ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο θά βροῦν χῶρο στή Βασιλεία αὐτή. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ποτέ κανείς δέν πρέπει νά σπεύδει νά βγάζει καταδικαστικές ἀποφάσεις γιά ὁποιονδήποτε συνάνθρωπό του. ῾Ο ἀπόστολος ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ κρίση εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ὁ ῾Οποῖος θά κρίνει ῾τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων᾽: ῾...ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεός τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων κατά τό εὐαγγέλιόν μου διά ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽.

γ. Μποροῦμε νά ξέρουμε ἀπό τώρα ἄν ἡ κρίση τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι θετική ἤ ὄχι καί γιά ἐμᾶς. Μποροῦμε νά ξέρουμε ἄν εἴμαστε ἐν θείῳ δικαίῳ ἤ ὄχι. Βεβαίως ἄν τηροῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης – αὐτός εἶναι ὁ τέλειος νόμος - ἀλλά καί ἀπό τό τί ζοῦμε μέσα μας. ῾Η θλίψη καί ἡ στενοχώρια εἶναι τά σημάδια τῆς ἀπουσίας τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀδικαίωτου ἀνθρώπου. ῾Η χάρη ὡς χαρά, ἡ τιμή καί ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς εἶναι τά σημάδια τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί τοῦ δικαιωμένου ἀνθρώπου. ῞Οτι βεβαίως αὐτό προϋποθέτει τή σωστή ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στό σῶμα τῆς ᾽Εκκλησίας, γιατί ἐκεῖ προσφέρεται κατεξοχήν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι περιττό καί νά ποῦμε.