Μέ τήν ἔναρξη κάθε
καινούργιας χρονιᾶς ἡ εὐχή πού κυριαρχεῖ στίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων εἶναι: ῾Χρόνια
πολλά καί καλή χρονιά!᾽ ᾽Ακριβῶς λοιπόν τήν εὐχή αὐτή θά σχολιάσουμε, δεδομένου
ὅτι τίς περισσότερες φορές τή λέμε, ἀλλά χωρίς νά τή βλέπουμε στίς χριστιανικές
της διαστάσεις. Βοηθό στόν ὀρθό προσανατολισμό τῶν σκέψεών μας θά ἔχουμε τόν ἁγιασμένο
Γέροντα Παΐσιο μέσα ἀπό ἕνα μικρό λόγιό του.
῾῞Οταν εὔχεσθε σέ κάποιον νά τοῦ λέτε: Σοῦ εὐχόμαστε χρόνια πολλά καί εὐάρεστα
στόν Θεό᾽ (ἱερομ. Χριστοδούλου, ῾Ο Γέρων Παΐσιος, σελ. 237).
1. ῾Η ἀξία καί σημασία τῶν
εὐχῶν.
Κατά πρῶτον, ἀξίζει νά
σημειώσουμε τό πόσο σημαντικό εἶναι νά εὐχόμαστε καλά πράγματα γιά τούς
συνανθρώπους μας. ῎Αν ἡ κατάρα ῾πιάνει᾽ πολλές φορές, πού σημαίνει ὅτι τό
πονηρό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας μπορεῖ νά ἐπιδράσει ἀρνητικά στούς ἄλλους, τό
ἴδιο κι ἀκόμη περισσότερο μπορεῖ νά ἐπιδράσει ἡ εὐχή μας καί ὁ καλός μας λόγος.
Καί τοῦτο γιατί τό καλό, ὡς προερχόμενο ἀπό τόν παντοδύναμο Θεό, εἶναι ἰσχυρότερο
ἀπό τό κακό καί ἡ θετική στάση μας ἀπέναντι στούς ἄλλους, ὅπως φανερώνεται ἀπό
τίς εὐχές μας, μπορεῖ νά λειτουργήσει ὡς χάδι καί βάλσαμο στίς ψυχές τους.
Προϋπόθεση βεβαίως γι᾽ αὐτό
εἶναι ὅτι οἱ εὐχές μας ἀνταποκρίνονται στίς προθέσεις μας, δηλαδή εὐχόμαστε
στούς ἄλλους, γιατί πραγματικά καί ἀληθινά τούς ἀγαπᾶμε ἤ τέλος πάντων τούς
συμπαθοῦμε. Διαφορετικά οἱ εὐχές μας εἶναι ὑποκριτικές, γεγονός πού εὔκολα τό ἐπισημαίνει
ὁ πλησίον μας πού τίς δέχεται.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀρνητικῆς
καί θετικῆς ἀντίδρασης σέ κατάρα καί εὐλογία ἀντίστοιχα εἶναι τό γνωστό
περιστατικό πού καταγράφεται στό Γεροντικό ἀπό τή ζωή τοῦ ὁσίου Μακαρίου.
Κάποτε, λέγει ἡ ἱστορία, ὁ ὑποτακτικός τοῦ ὁσίου συνάντησε στόν δρόμο του ἕναν
εἰδωλολάτρη ἱερέα, τόν ὁποῖο ἀπερίσκεπτα ἔβρισε, χαρακτηρίζοντάς τον σατανᾶ. ᾽Εκεῖνος
τόσο θύμωσε ἀπό τήν ἀνεπάντεχη προσβολή, πού ἔσπασε τό ραβδί του στίς πλάτες τοῦ
καλόγερου, ἀφήνοντάς τον μισοπεθαμένο. Σέ λίγο φάνηκε κι ὁ ὅσιος Μακάριος, ὁ ὁποῖος
συναντώντας τόν εἰδωλολάτρη ἱερέα ἔσπευσε νά τόν χαιρετίσει καί νά τοῦ εὐχηθεῖ.
᾽Εκεῖνος κοντοστάθηκε σαστισμένος καί ρώτησε: - Τί καλό εἶδες σέ μένα, ἀββᾶ,
καί μοῦ μιλᾶς ἔτσι; - Σέ βλέπω πού τρέχεις, τοῦ εἶπε ὁ ὅσιος, καί λυπᾶμαι πού
δέν ἔχεις ἀκόμη καταλάβει πώς μάταια κοπιάζεις.
Κατανύχτηκε ἡ ψυχή τοῦ εἰδωλολάτρη
ἀπό τά γεμάτα ἀγάπη λόγια τοῦ ὁσίου καί γι᾽ αὐτό τόν χαρακτήρισε ἄνθρωπο τοῦ
Θεοῦ, ἐν ἀντιθέσει μέ τόν ἄλλο κακόγερο, ὅπως τοῦ εἶπε, πού τοῦ κακομίλησε.
Τελικά, τό συναπάντημα αὐτό ἦταν ἡ ἀφορμή γιά τή μεταστροφή τοῦ εἰδωλολάτρη
στόν Χριστιανισμό, ἀφοῦ προηγουμένως ζήτησε καί τή συγγνώμη τοῦ ὁσίου γιά τήν
κακομεταχείριση τοῦ μαθητῆ καί ὑποτακτικοῦ του.
῞Ωστε ὁ λόγος ὁ καλός, ὅπως
καί οἱ εὐχές πού ἀνταλλάσσουμε τίς ἡμέρες τῶν μεγάλων ἑορτῶν, κάνει καί τόν
κακό καλό, ἐνῶ ὁ κακός λόγος καί τόν καλό ἀκόμη τόν ἐρεθίζει. Τά ῾χρόνια πολλά
καί ἡ καλή χρονιά᾽ λοιπόν ἔχουν ἀξία καί σημασία, ἔστω κι ἄν ἴσως δέν τό
καταλαβαίνουμε ὅσο πρέπει.
2. ῾Η χριστιανική
κατανόηση τῶν εὐχῶν.
Χρειάζεται ὅμως νά
προχωρήσουμε σ᾽ αὐτό πού ἐπισημαίνει ὁ Γέρων Παΐσιος: ἡ εὐχή μας γιά χρόνια
πολλά σέ κάποιον νά συμπληρώνεται καί μέ τό ῾εὐάρεστα στόν Θεό᾽. Γιατί ἄραγε ἔκανε
τήν παρατήρηση αὐτή ὁ ἅγιος Γέροντας; Μά ἀσφαλῶς γιατί ἤξερε ὅτι τό καλό τότε
μόνον εἶναι πράγματι καλό, ὅταν σχετίζεται μέ τόν Θεό. ᾽Εκεῖνος εἶναι ἡ ἀπόλυτη
καί μοναδική πηγή του, ὅπως τό βεβαίωσε καί τό ἀψευδές στόμα τοῦ Κυρίου: ῾Οὐδείς ἀγαθός, εἰ μή εἷς, ὁ Θεός᾽ (Ματθ.
19,18). Χωρίς συσχέτιση τοῦ ἀγαθοῦ καί καλοῦ μέ τόν Θεό, παίρνει αὐτό τέτοιο
περιεχόμενο, ἀνάλογο μέ τό ὑλικό πού ἔχει κανείς στήν ψυχή καί τήν καρδιά του.
Κι ὅταν λείπει ὁ Θεός ἀπό τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τότε εἶναι γεμάτη αὐτή ἀπό
κακίες καί πάθη καί δαιμονικές ἐνέργειες, ἄρα καί τό θεωρούμενο καλό ἀπό τόν
συγκεκριμένο αὐτό ἄνθρωπο σταματᾶ νά εἶναι καί γνησίως καί ἀληθινά καλό.
῎Ετσι ἡ εὐχή ῾καλή χρονιά᾽ πράγματι ἔχει νόημα καί εἶναι ἀληθινή,
ὅταν κατανοεῖται ὡς εὐάρεστη στόν Θεό. Καί εὐάρεστο στόν Θεό γίνεται ἐκεῖνο πού
τελεῖ ἐν ὑπακοῇ πρός τό θέλημά Του, ἄρα καλή θά εἶναι ἡ χρονιά γιά τόν καθένα
μας, ὅταν τήν κάθε στιγμή μας τή ζοῦμε ἔτσι ὥστε νά τηροῦμε τό θέλημα ᾽Εκείνου.
Ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τώρα, μέ τό ὁποῖο πρέπει νά γεμίζουμε τόν χρόνο
μας; ῾Η πίστη μας σ᾽ Αὐτόν καί ἡ ἀγάπη μας στόν κάθε συνάνθρωπό μας. ῾Αὕτη ἐστίν ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἵνα
πιστεύσωμεν τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ Αὐτοῦ καί ἀγαπῶμεν ἀλλήλους᾽ (Α´ ᾽Ιωάν. 3,
23). Στή διπλή αὐτή ἐντολή συμπυκνώνεται κάθε ἐπιμέρους ἐντολή τοῦ Θεοῦ, κι αὐτό
θά πεῖ ὅτι ὅταν ὁ χριστιανός εὔχεται ἐκ καρδίας ῾Χρόνια πολλά καί καλή χρονιά᾽,
εἶναι σάν νά λέει: ῾Εἴθε νά ζήσεις πολλά χρόνια, μέ ἐναπόθεση τῆς ζωῆς σου στά
χέρια τοῦ Θεοῦ, μακριά ἀπό ἄγχη, στενοχώριες, μελαγχολίες, καταθλίψεις, φοβίες,
γιατί ὅλα αὐτά δείχνουν ὀλιγοπιστία ἤ ἀπιστία στόν Θεό. Καί παράλληλα νά
διαθέσεις τή ζωή σου στήν ἐξυπηρέτηση τοῦ συνανθρώπου σου, γινόμενος ἀρωγός στήν
κάθε δύσκολη στιγμή του, κλαίοντας στό κλάμα του καί χαίροντας στή χαρά του,
γιατί αὐτό θά πεῖ ἀγάπη᾽.
Μέ τά δεδομένα αὐτά οἱ εὐχές
πού λέγονται στήν ἀρχή τῆς κάθε χρονιᾶς, ἀφενός ἀποκαλύπτουν τήν ποιότητα τῆς
χριστιανικῆς μας συνειδήσεως, ἀφετέρου μποροῦν νά γίνουν τό ἐρέθισμα γιά ἕνα
δικό μας βαθύτερο προβληματισμό πού θά πρέπει νά μᾶς ὁδηγεῖ σέ μεγαλύτερη
συναίσθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά καί τῆς θέσης καί τοῦ ρόλου μας μέσα στόν κόσμο
πού βρεθήκαμε. Κι ἡ θέση μας καί ὁ ρόλος μας δέν εἶναι νά εἴμαστε ἀνεύθυνοι καί
χωρίς σκοπό, μά πλήρως ἐξαρτημένοι ἀπό τόν Θεό, παραθέτοντας συνεχῶς ῾ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν
Χριστῷ τῷ Θεῷ᾽.
3. ῾Ο χρόνος δόθηκε πρός
μετάνοια.
Τά παραπάνω εἶναι ἀπόρροια
τῆς χριστιανικῆς θεωρήσεως τοῦ χρόνου. Κατανοοῦμε τά χρόνια πολλά ὡς εὐάρεστα
στόν Θεό, γιατί ὁ χρόνος δέν εἶναι μία ἄσκοπη ροή γεγονότων καί καταστάσεων –
μία τέτοια ἀντίληψη εἶναι καρπός ἀπιστίας πρός τόν παντοδύναμο καί αἰώνιο προσωπικό
Θεό. ῾Ο χρόνος, σύμφωνα μέ τήν πίστη μας, δόθηκε καί δίνεται ὡς δωρεά ἀπό τόν
Θεό στόν ἄνθρωπο, προκειμένου νά τόν ἀξιοποιεῖ αὐτός γιά τή σωτηρία του. ῾᾽Εξαγοραζόμενοι τόν καιρόν ὅτι αἱ ἡμέραι
πονηραί εἰσί᾽ (᾽Εφ. 5, 16).
Μέ ἄλλα λόγια ὁ Θεός ἐπιτρέπει
νά ζοῦμε, νά παρατείνεται δηλαδή μέσα
στόν χρόνο ἡ ζωή μας, γιά νά μετανοοῦμε: νά μεταστρεφόμαστε πρός ὅ,τι ζητεῖ τό
πανάγιο θέλημά Του: ῾ἀποστυγοῦντες τό
πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ᾽ (Ρωμ. 12, 9). ῾Ο λόγος τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ
διά στόματος ᾽Ιωάννη τοῦ Θεολόγου εἶναι σαφής: ῾῎Εδωκα αὐτῇ χρόνον ἵνα μετανοήσῃ᾽ (᾽Αποκ. 2, 21). Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος
ἑρμηνεύοντας τή μακροθυμία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἁμαρτάνοντα ἄνθρωπο σημειώνει: ῾Τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιαν σε ἄγει᾽
(Ρωμ. 2, 4). Κατά συνέπεια ζοῦμε γιά ν᾽ αὐξάνουμε τή σχέση μας μέ τόν Χριστό.
Κάθε ἄλλη ἐπιλογή τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ προσβολή τοῦ Θεοῦ καί βλασφημία πρός τό
ἅγιο θέλημά Του.
4. ῾Η χαρά γιά τόν
καινούργιο χρόνο.
῎Ετσι ὁ μόνος πού μπορεῖ
νά χαίρεται γιά τόν ἐρχομό κάθε φορά τοῦ νέου χρόνου εἶναι ὁ πιστός χριστιανός.
Μόνον ὁ χριστιανός μπορεῖ νά βλέπει τόν χρόνο ὄχι ὡς πορεία πρός τόν θάνατο, ἀλλ᾽
ὡς πορεία, ὅπως εἴπαμε, πρός μεγαλύτερη σχέση μέ τόν κατεξοχήν ἀγαπημένο του,
τόν Χριστό. Καί φτάνει μάλιστα ὁ καθόλα
συνεπής πιστός, ὁ ἅγιος, νά ἐπιθυμεῖ γιά τόν λόγο αὐτό καί τόν ἴδιο τόν θάνατο.
῾Ο ἀπόστολος Παῦλος καί πάλι σημειώνει στούς Φιλιππησίους: ῾῎Εχω τήν ἐπιθυμίαν εἰς τό ἀναλῦσαι καί σύν
Χριστῷ εἶναι᾽(1, 23). ῎Ηθελε νά φύγει ἀπό τή ζωή αὐτή, ὄχι γιατί μισοῦσε
τόν κόσμο καί τή ζωή, ἀλλά γιατί ἀγαποῦσε περισσότερο τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν
Χριστό καί τή Βασιλεία Του. Κι ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος ἐπισημαίνει: ῾῾Ο ἅγιος
ἐπιθυμεῖ κάθε ὥρα τόν θάνατο᾽. Γιά τόν χριστιανό λοιπόν ὑπάρχουν λόγοι χαρᾶς
γιά τόν ἐρχομό τοῦ νέου χρόνου: τόν φέρνει πιό κοντά στόν ἀρχηγό τῆς πίστης
Του!
Εἶναι ὅμως ἀκατανόητη ἡ
χαρά τοῦ ἀπίστου καί ἐκτός τῆς ᾽Εκκλησίας ἀνθρώπου γιά τόν καινούργιο χρόνο.
Γιατί γιορτάζει αὐτός; ᾽Επειδή θά ἔλθει μιά ὥρα γρηγορότερα στόν θάνατο; Διότι
στήν πραγματικότητα ὁ κάθε νέος χρόνος εἶναι καί μία μείωση τῆς ἐπί γῆς ζωῆς
του, μία ἀνάσα πιό κοντά στή φθορά. ῎Ισως λοιπόν γιά τόν λόγο αὐτό νά ξενυχτᾶνε
πολλοί γλεντώντας τήν παραμονή τῆς πρωτοχρονιᾶς: ἐπειδή ἐπιθυμοῦν νά
διασκεδάσουν τόν ὑποσυνείδητο φόβο τους μέ τόν ἐπερχόμενο θάνατο.
῎Ετσι κι ἀλλιῶς ὅμως! Γιά
τούς χριστιανούς ὁ χρόνος ἔχει νόημα καί σκοπό. Κι εἴμαστε εὐτυχεῖς πού ὁ Θεός ἐν
Χριστῷ μᾶς ἔχει δώσει τή χάρη νά κατανοοῦμε τήν ἀλήθεια αὐτή. ᾽Απομένει καί νά
τήν ἐνεργοποιοῦμε στή ζωή μας.