Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

Η ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΚΑΙ Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ



Η μεγαλωσύνη του αγίου μεγαλομάρτυρος Προκοπίου καταφαίνεται ευθύς ως έλθει κανείς σ’ επαφή με το συναξάρι του και ιδίως με την ακολουθία του. Δεν μιλάμε μόνο για τα βασανιστήρια που υπέστη από τη στιγμή που συνελήφθη λόγω της πίστεώς του στον Χριστό ούτε και για τη μεταστροφή στον Χριστό πολλών ειδωλολατρών, μεταξύ των οποίων και η ίδια η μητέρα του, λόγω των ρημάτων του και όσων συνέβησαν κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του. Κυρίως αναφερόμαστε στην κλήση που δέχτηκε από τον Κύριο μέσω του Σταυρού Του ώστε να γίνει χριστιανός. Και τούτο γιατί η κλήση του αυτή όχι μόνο θυμίζει κάτι από την κλήση του αποστόλου Παύλου, όταν ο ίδιος ο Κύριος επενέβη στη ζωή του και τον έκανε απόστολό Του – το κεντρικότερο στοιχείο της ζωής του οικουμενικού αποστόλου - αλλά θα έλεγε κανείς ότι σχεδόν παρακολουθεί την ίδια περίπτωση του Παύλου: και οι δύο κλήθηκαν από τον Κύριο την ώρα που καταδίωκαν χριστιανούς∙ και οι δύο ανταποκρίθηκαν και πρόσφεραν και τη ζωή τους για Εκείνον.  Γι’  αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι και στο συναξάρι του αγίου Προκοπίου, αλλά και στην εκκλησιαστική ακολουθία του πάμπολλες είναι οι φορές που ο υμνογράφος επανέρχεται στο θεμελιακό και αφετηριακό αυτό σημείο της ζωής του αγίου. «Θεόθεν» λοιπόν η κλήση του αγίου Προκοπίου, Νεανία πριν ονομαζομένου, κι αυτό γιατί ο Χριστός ως παντογνώστης και καρδιογνώστης γνώριζε την καλή του διάθεση και τη θετική ανταπόκρισή του στο δικό Του κάλεσμα.
Ο υμνογράφος βέβαια περιγράφοντας τα γεγονότα της ζωής του αγίου αναφέρεται και στα εξωτερικά συμβάντα αλλά και στην εσωτερική του ζωή. Κι αξίζει ακριβώς να προσεγγίσουμε λίγο περισσότερο δύο τροπάρια από την ωδή δ΄ του κανόνα του αγίου, γιατί μας αποκαλύπτουν την ανθρώπινη πλευρά του μεγαλομάρτυρα, με τα στοιχεία του φόβου που προφανώς βίωνε ενόψει του θανάτου του, αλλά και τη χαρισματική του δράση, η οποία ξεπερνούσε το επίπεδο των λόγων του και άγγιζε την όλη παρουσία του μέσα από τη φεγγοβολία κυρίως του προσώπου του.
«Ἐπιφαίνεται φρουρᾷ σοι ἐγκεκλεισμένῳ ὁ Λυτρωτής Προκόπιε, θάρσους ἐμπιπλῶν σε, φέγγει τε λαμπρύνων σε, καί κλῆσιν κατάλληλον σοῦ τῇ προκοπῇ παρεχόμενος» (Ο Λυτρωτής Χριστός, Προκόπιε, σου φανερώνεται όταν ήσουν κλεισμένος στη φυλακή, γεμίζοντάς σε από θάρρος και κάνοντάς σε λαμπρό από το φως Του και καλώντας σε με τρόπο που βοηθούσε στην προκοπή της ψυχής σου).
«Τό τῇ χάριτι τῇ θείᾳ λελαμπρυσμένον σοῦ κατιδόντες πρόσωπον, οἱ τῆς ἀπιστίας ζόφῳ καλυπτόμενοι, τό φέγγος τῆς πίστεως θείᾳ ἐπινεύσει κομίζονται» (Μόλις είδαν το πρόσωπό σου γεμάτο φως από τη θεία χάρη αυτοί που ήταν καλυμμένοι από το σκοτάδι της απιστίας, λαμβάνουν το φως της πίστεως με θεία ενέργεια).  
Τι επισημαίνει ο άγιος υμνογράφος; Στο πρώτο τροπάριο, όπως φαίνεται, δέχεται την εμφάνιση του Κυρίου, την ώρα που προφανώς άρχιζε μέσα του να «πειράζεται» από τον πειρασμό του φόβου. Κι είναι φυσικό και ανθρώπινο: σ’ έναν κόσμο πεσμένο στην αμαρτία και προσδιοριζόμενο συνεπώς από τον φόβο, ιδίως του θανάτου, (άλλωστε πίσω από κάθε φόβο ο φόβος του θανάτου υφίσταται), κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μάστιγα αυτή. Όταν ο ίδιος ο Κύριος φανερώνοντας την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσεώς Του δειλιάζει μπροστά στον Σταυρικό θάνατό Του, πόσο περισσότερο ισχύει τούτο για εμάς τους ανθρώπους;  Λοιπόν την κρίσιμη αυτήν ώρα όπου το σκότος του Άδου πάει να περισφίξει την καρδιά του αγίου, τού εμφανίζεται ο Κύριος. Και τι του κάνει; Τον απαλλάσσει από τον φόβο και τον γεμίζει από το φως της χάρης Του, προκειμένου να εισέλθει θριαμβευτικά στη Βασιλεία Του. Κι είναι τούτο μία από τις σπουδαιότερες αλήθειες της πίστεώς μας. Ο διαλυτικός για την ψυχή φόβος εξαφανίζεται μόνον όταν η χάρη του Θεού έλθει στο βάθος της. Χάρη Θεού και φόβος είναι αντιθετικές καταστάσεις, γι’ αυτό και μόλις ο άνθρωπος αισθανθεί να τον πλησιάζει το σημάδι αυτό της πειρασμικής παρουσίας η λύση είναι η στροφή προς τον Κύριο, ο Οποίος ανταποκρίνεται αμέσως στον δικό Του δούλο. «Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ - αποκαλύπτει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος – ἀλλ’ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον». Και τούτο γιατί «οὐκ ἔδωκεν ὁ Θεός ἡμῖν πνεῦμα δειλίας, ἀλλά δυνάμεως καί ἀγάπης καί σωφρονισμοῦ».
Στο δεύτερο τροπάριο ο υμνογράφος μάς καθοδηγεί σε άλλο επίπεδο της πνευματικής ζωής: όταν ο πιστός ζει την παρουσία του Χριστού, αλλοιωμένος από το φως της χάρης Του μεταγγίζει την ενέργεια της θείας αυτής παρουσίας και στους υπολοίπους ανθρώπους. Αρκεί βεβαίως να μην είναι αυτοί διαβρωμένοι πλήρως από την πονηρία. Διότι η διάβρωση αυτή διαστρεβλώνει σε τέτοιο σημείο την ψυχή του ανθρώπου, ώστε και η χάρη και το φως του Χριστού να εισπράττονται ως αύξηση του σκότους τους και περαιτέρω επανάσταση κατά του φιλανθρώπου Θεού μας. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: η παρουσία του χριστιανού για άλλους λειτουργεί ως οσμή ζωής, για άλλους ως οσμή θανάτου. Λοιπόν στην περίπτωση του αγίου μεγαλομάρτυρα η χάρη που εξέπεμπε το πρόσωπό του από την ενοίκηση σ’ αυτόν του Χριστού βρήκε καλό έδαφος: τη μητέρα του, τις συγκλητικές γυναίκες, πολλούς από τους στρατιώτες∙ και λειτούργησε σ’ αυτούς τόσο αποτελεσματικά, ώστε μεταστράφηκαν και μετανόησαν, πίστεψαν στον Χριστό, έδωσαν τη ζωή τους για χάρη Του. Και μας διδάσκει το γεγονός ότι και μόνον η ύπαρξη ενός γνήσιου πιστού, έστω και χωρίς τον λόγο του, αποτελεί ό,τι πιο άμεσο και καίριο για τις καρδιές των ανθρώπων ώστε να πιστέψουν και να σωθούν. Με άλλα λόγια ό,τι ζει ο πιστός, τη χάρη δηλαδή του Θεού, την μεταγγίζει και στους άλλους σε μία μόνη στιγμή. Η ευθύνη μας για τον κόσμο, εδώ αναδεικνύεται στο ανώτερο δυνατό.