Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Ο χ ο ρ ό ς τ η ς π α π α ρ ο ύ ν α ς


του Στέφανου Δορμπαράκη

 

Ποτίστηκες εκείνη τη στιγμή με το αίμα της θυσίας…

Αίμα ροδοκόκκινο σαν της φωτιάς τη φλόγα.

Σε έκαψε πολύ, δε λέω, μα σ’ «έλουσε» αμέσως

με δάκρυα αγάπης και παρηγοριάς.

Ήταν το αίμα Εκείνου που έτρεχε βγαλμένο απ’ τα καρφιά…

- άλικο, κάτι σαν τον «λευκό χρυσό» των αλυκών -

Πέρασε ο καιρός…

Και να που φύτρωσες δυναμικά ξανά,

σα να ’θελες και τούτη τη φορά να Τον δοξάσεις.

Κανένας άνεμος, καμιά σταγόνα

δεν μπόρεσε ποτέ να σε λυγίσει.

Αγέρωχα καμάρωνες, χορεύοντας χορό μεθυστικό

σ’ ολόκληρη την πλάση.

Κι όμως μεμιάς σταμάτησες,

και τόσο άνευρα, χωρίς πνοή,

 παράτησες τον εαυτό σου, γιατί ένα χέρι θέλησε,

 έτσι απλά, χωρίς εξήγηση καμιά

να σου στερήσει τον ελεύθερο χορό σου…

Ίσως για να μεθύσει απ’ τ’ άρωμα.

Ίσως για να γευθεί τη γλύκα των πορφυρών πετάλων σου.

Παρόλα αυτά με μια σταγόνα ύδατος σηκώθηκες ξανά.

 Ανέστησες τον εαυτό σου

 δείχνοντας πραγματικά πως ποτέ δεν πέθανες,

 αλλ’ αναγέννησες το είναι σου

χαράσσοντας τον δρόμο για μιαν άλλη σωτηρία...