Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΛΕΞΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ (17 ΜΑΡΤΙΟΥ)


Εκείνο στο οποίο επιμένει ο υμνογράφος Ιωσήφ - γιατί πέραν της εξαιρετικής δυσκολίας του υπήρξε και το κύριο στοιχείο που οδήγησε σε αγιότητα τον Αλέξιο - ήταν το γεγονός ότι πριγκιπόπουλο αυτός με όλη τη δόξα και τα πλούτη της οικογένειάς του όχι μόνο τα καταφρόνησε, αλλά υπέμεινε καρτερικά και την ατίμωση της ξενιτείας μπροστά στο ίδιο του το σπίτι. Γνωρίζουμε ότι η ξενιτεία ως αρετή που ασκείται από πολλούς αγίους μας είναι πράγματι πολύ δύσκολη, αφού αναγκάζεται κανείς να παλέψει με ό,τι πιο φυσικό αναβλύζει από την ύπαρξη του ανθρώπου: την ανάγκη για αποδοχή και αναγνώριση, την ανάγκη της αγάπης από τους άλλους ή έστω της μη καταφρόνιας του, στον άγιο όμως  Αλέξιο (και σε ορισμένους άλλους αγίους είναι αλήθεια) η αρετή αυτή ῾απογειώθηκε᾽ κατά το κοινώς λεγόμενο, αφού την εξάσκησε στο ίδιο του το σπίτι. Να είσαι στο σπίτι σου, να ξέρεις ότι όλα είναι δικά σου, να έχεις τη δύναμη επιβολής επί των άλλων, και να μένεις κρυμμένος και άγνωστος, δεχόμενος τη διακωμώδηση και από τους υπηρέτες ακόμη, τούτο υπέρκειται της φυσικής ζωής και κινείται στο χαρισματικό επίπεδο του υπέρ φύσιν. Φανερώνει τον πλούτο της ταπείνωσης και τη βία πάνω στα ανθρώπινα πάθη, για τα οποία μίλησε ο Κύριος, συνεπώς την από τη ζωή αυτή είσοδο στη βασιλεία του Θεού. ῾Η Βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν᾽. ῾Ταπεινοίς ο Θεός δίδωσι χάριν᾽. ῾Απονέκρωσες το φρόνημα της σάρκας σου, βλέποντας τους γονείς σου. Και καθώς δεν σε αναγνώριζαν, υπέμενες τη βία της φύσεως και την καταφρόνια και εξουθένηση των άπειρων υπηρετών σου που σε έθλιβαν᾽ (῾Σαρκός σου το φρόνημα απονεκρώσας, ορών τους γεννήτορας, και τούτοις αγνοούμενος, της φύσεως έστεγες τηνβίαν, όσιε, και την εξουθένησιν των σων απείρων παίδων επιθλιβόντων σε᾽) (ωδή ζ´). (Ω θαύμα! πώς έμεινας αεί πτωχεύων, εν πλούτω, Αλέξιε, απείρου ταπεινώσεως᾽) (ωδή ζ´). Και δεν ήταν μόνο η βία που ασκούσε στον εαυτό του από την άγνοια των γονέων του, αλλά και η βία και το ατσάλινο φρόνημα που επιδείκνυε καθώς έβλεπε και άκουγε τους πικρούς θρήνους και αυτών και της ίδιας της συζύγου του! ῾Πόσο μεγάλο θαύμα! Πώς σα διαμάντι κρατήθηκες στους πυλώνες των γονιών σου όλα τα χρόνια, χωρίς να καμφθείς, ασκώντας βία στη φύση σου, από τους πικρούς θρήνους των γονιών σου και της συζύγου σου, Αλέξιε᾽ (῾Ω θαύμα! πώς εν πυλώσι των γεννητόρων χρονίως, ώς τις αδάμας, υπέστης φύσεως βία μη καμφθείς  γονέων τε και συζύγου, Αλέξιε, πικροίς θρήνοις᾽) (εξαποστειλάριο όρθρου).